Οι δυνατότητες για γεωθερμική ενέργεια στην Ελλάδα

Οι δυνατότητες για γεωθερμική ενέργεια στην Ελλάδα

5' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετά τη σωρεία δεσμεύσεων που ανακοίνωσαν οι κυβερνώντες από όλο τον κόσμο στη Σύνοδο Κορυφής για το Κλίμα (COP26) τον περασμένο μήνα, το ερώτημα που απασχολεί άπαντες είναι πόση πρόοδος θα σημειωθεί στην πραγματικότητα όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Προς τιμήν του, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης περιέγραψε μια σειρά φιλόδοξων στόχων για την Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της σταδιακής κατάργησης του άνθρακα και της αύξησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με την κατασκευή νέων υπεράκτιων αιολικών πάρκων και την καθιέρωση της Ελλάδας ως κόμβου πράσινης ενέργειας για την Ευρώπη.

Είναι ενδεικτικό ότι ο ίδιος δήλωσε: «Θέλουμε επίσης να γίνουμε καινοτόμοι στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας με αντλίες, αξιοποιώντας τη μοναδική γεωμορφολογία της χώρας». Πρόκειται για μια ιδιαζόντως ευχάριστη είδηση, καθώς για πολλά χρόνια η Ελλάδα δεν μεγιστοποιούσε τους σημαντικούς γεωθερμικούς της πόρους.

Εκτιμάται ότι, θεωρητικά, οι γεωθερμικοί πόροι της γης είναι υπερεπαρκείς για να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες της ανθρωπότητας. Εντούτοις, στην πραγματικότητα, μόνο ένα πολύ μικρό μέρος τους αξιοποιείται σήμερα με κερδοφόρο τρόπο, συχνά σε περιοχές κοντά στα όρια τεκτονικών πλακών.

Ωστόσο, καθώς ο κόσμος συνεχίζει να αναζητάει βιώσιμες ενεργειακές λύσεις, η εξερεύνηση της γεωθερμικής ενέργειας μπορεί να είναι απαραίτητη για τις χώρες που έχουν πρόσβαση σε αυτήν. Η Ελλάδα είναι μια τέτοια χώρα, καθώς είναι πλούσια σε γεωθερμικούς πόρους λόγω των λιθοσφαιρικών πλακών και της ηφαιστειακής δραστηριότητας. Η χώρα διαθέτει πεδία υψηλής ενθαλπίας στα νησιά του ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου –κυρίως στη Μήλο και στη Νίσυρο– και εκτεταμένα γεωθερμικά πεδία που συγκεντρώνονται στη Βόρεια Ελλάδα, και πιο συγκεκριμένα στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, αλλά και στο Ανατολικό Αιγαίο, ιδίως στη Χίο και στη Λέσβο. Αυτό σημαίνει ότι η χρήση της γεωθερμικής θερμότητας στην Ελλάδα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ικανοποίηση μεγάλου μέρους της ενεργειακής ζήτησης στις περιοχές όπου υπάρχουν τέτοιοι πόροι.

Η ιδέα της χρήσης γεωθερμικής ενέργειας δεν είναι καινούργια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ) ξεκίνησε προσπάθειες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της γεωθερμικής ενέργειας στη Νίσυρο, αλλά η κακή κυβερνητική διαχείριση, μεταξύ άλλων λαθών, οδήγησε στην αποτυχία του εγχειρήματος. Πολλοί Ελληνες θα θυμούνται επίσης μια άλλη αποτυχημένη προσπάθεια κατά τη δεκαετία του ’80 για την ανάπτυξη του γεωθερμικού πεδίου της Μήλου. Το πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα της ΔΕΗ στο νησί είχε τεχνικές ελλείψεις: πολύ σημαντικές αστοχίες στην επιλογή της διαχείρισης των εκπεμπόμενων αερίων, κυρίως υδρόθειο, τα οποία δημιούργησαν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα. Φυσικά, αυτό προκάλεσε τη δικαιολογημένη κατακραυγή του τοπικού πληθυσμού.

Τα τελευταία χρόνια, το ενδιαφέρον για τη γεωθερμία στην Ελλάδα έχει αναζωπυρωθεί, με την αξιοποίησή της σε πλήθος έργων στη Βόρεια Ελλάδα. Ωστόσο, όπου χρησιμοποιήθηκε η γεωθερμική ενέργεια, ήταν αρκετά περιορισμένη και αξιοποιήθηκε αποκλειστικά μέσω άμεσων χρήσεων. Αυτή η άμεση χρήση περιλαμβάνει ιαματικά λουτρά, θερμοκήπια, θέρμανση εδάφους, ιχθυοκαλλιέργειες, υδατοκαλλιέργειες και ξήρανση καλλιεργειών. Μέχρι σήμερα έχει σημειωθεί ελάχιστη πρόοδος όσον αφορά τη χρήση της για την παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας.

Η χώρα διαθέτει πεδία υψηλής ενθαλπίας στα νησιά του ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου και εκτεταμένα γεωθερμικά πεδία στη Βόρεια Ελλάδα.

Λόγω των αρνητικών εμπειριών της δεκαετίας του 1980, μια από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση είναι πώς θα παρουσιάσει τη γεωθερμική ενέργεια ως αξιόπιστη πηγή και θα πείσει το κοινό όχι μόνο για τις δυνατότητές της, αλλά και για την ασφάλειά της. Από τη θετική πλευρά, πολλά έχουν αλλάξει όσον αφορά τις διαθέσιμες τεχνολογίες για τη διαχείριση των γεωθερμικών υποπροϊόντων, ενώ πολύ σύντομα η Ελλάδα θα ολοκληρώσει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για τη γεωθερμική ενέργεια με σαφείς και ισχυρές περιβαλλοντικές εγγυήσεις.

Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει άλλα ζητήματα που έχουν καθυστερήσει την ανάπτυξη της γεωθερμίας, συμπεριλαμβανομένης της έλλειψης χρηματοοικονομικών κεφαλαίων και επενδυτικών κινήτρων, καθώς και υποδομών και στρατηγικού σχεδιασμού για την εκμετάλλευση της γεωθερμίας σε περιοχές που δεν αξιοποιούνται επαρκώς.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ήδη ενθαρρυντικά σημάδια για την ευρύτερη χρήση της γεωθερμικής ενέργειας. Ενα τέτοιο έργο βρίσκεται στην Αλεξανδρούπολη και εκμεταλλεύεται το γεωθερμικό πεδίο χαμηλής ενθαλπίας μεταξύ Ανθείας και Αριστήνου κοντά στην πόλη. Το έργο περιλαμβάνει την ανάπτυξη ενός γεωθερμικού δικτύου θέρμανσης που θα εξυπηρετεί δημοτικά κτίρια και κοινωνικές κατοικίες. Θεωρείται ως το πρώτο βήμα προς την αξιοποίηση της διαθέσιμης γεωθερμικής ενέργειας, καθώς ο δήμος στοχεύει στην επέκταση των δικτύων γεωθερμικής θέρμανσης σε κτίρια κατοικιών και δυνητικούς βιομηχανικούς καταναλωτές.

Ωστόσο, η αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας σε αυτό τον βαθμό είναι περιορισμένη και μπορεί να λάβει χώρα όπου υπάρχουν τέτοιοι πόροι.  Ομως, υπάρχει περιθώριο ώστε η Ελλάδα να προχωρήσει περαιτέρω στον τρόπο με τον οποίο τα κτίρια θερμαίνονται και ψύχονται σε όλη τη χώρα πιο αποτελεσματικά, με την εγκατάσταση περισσότερων αντλιών θερμότητας που εκμεταλλεύονται τη θερμική ικανότητα του εδάφους. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η χρήση ορυκτών καυσίμων, ενώ αποκτούμε έναν πολύ πιο αποδοτικό –και καθαρό– τρόπο θέρμανσης και ψύξης των κτιρίων. Αν και υπάρχει αρχικό κόστος, είναι αξιοσημείωτη η μακροπρόθεσμη εξοικονόμηση πόρων, γι’ αυτό και άλλες χώρες –συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου– έχουν παράσχει κίνητρα για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων στους κατασκευαστές και στους εργολάβους. Στο Ηνωμένο Βασίλειο η προσπάθεια απέδωσε καρπούς: τα συστήματα αυτά έχουν γίνει πλέον ο κανόνας, οπότε δεν υπάρχει πλέον ανάγκη παροχής κινήτρων.

Επίσης, υπάρχει πλέον τεχνογνωσία στην Ελλάδα για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων. Για παράδειγμα, η McBains, η οποία έχει παρουσία στην Ελλάδα μέσω της θυγατρικής της, της McBains Cooper Hellas Technical Consulting S.A., έχει εργαστεί σε πολλά τέτοια έργα με χρήση συστημάτων αντλιών θερμότητας, όπως το αρχηγείο και η εγκατάσταση εκπαιδεύσεως ύψους 15 εκατομμυρίων λιρών (17,7 εκατομμύρια ευρώ) για την αστυνομία του Gloucestershire, στη νοτιοδυτική Αγγλία. Η λύση της αντλίας θερμότητας κλειστού κυκλώματος από το έδαφος για τη θέρμανση και την ψύξη αυτού του κτιρίου πέτυχε εξοικονόμηση ενέργειας άνω του 30% σε σύγκριση με τον συμβατικό κλιματισμό με λέβητες αερίου και ψύκτες. Ταυτόχρονα, το έργο δημιούργησε ένα πρότυπο για τη χρήση μεγάλων γεωθερμικών συστημάτων από το έδαφος σε εμπορικές εφαρμογές.

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης έχει κάνει θετικές δηλώσεις για τη γεωθερμία. Η κυβέρνηση πρέπει τώρα να επιταχύνει τον ρυθμό και να αξιοποιήσει στο έπακρο τα μοναδικά πλεονεκτήματα της χώρας όσον αφορά την πρόσβασή της σε γεωθερμικούς πόρους. Παράλληλα, θα πρέπει να διερευνήσει άλλες καθαρές εναλλακτικές λύσεις θέρμανσης και ψύξης, αν θέλει πραγματικά να επιτύχει τις δεσμεύσεις της Συνόδου COP26.

* Ο κ. Αντώνης Κουμίδης είναι διευθύνων σύμβουλος και αντιπρόεδρος της McBains Cooper Hellas Technical Consulting S.A. και εμπορικός διευθυντής της μητρικής εταιρείας McBains Consulting Ltd στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενός γραφείου συμβουλευτικών υπηρεσιών και σχεδιασμού που ειδικεύεται σε ακίνητα, υποδομές και κατασκευές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή