Αν υπήρχε μια σκηνή που θα αποτύπωνε με τον πιο δραματικό τρόπο τη δεκαετία της ελληνικής οικονομικής κρίσης πιθανότατα θα ήταν το φλεγόμενο ιστορικό κτίριο των κινηματογράφων «Αττικόν» και «Απόλλων» από εκείνη την αθηναϊκή νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου στις 12 Φεβρουαρίου 2012. Η πρωτεύουσα δοκιμαζόταν από ογκώδεις διαδηλώσεις με αφορμή την ψήφιση του δεύτερου μνημονίου και τα εκτεταμένα επεισόδια οδήγησαν στον εμπρησμό 42 κτιρίων, κατά βάση στο εμπορικό και ιστορικό τρίγωνο της πόλης. Η συντριπτική πλειονότητα επισκευάστηκε επιστρέφοντας στην κοινωνική και οικονομική ζωή του κέντρου. Θλιβερή εξαίρεση παραμένει η μπαρουτοκαπνισμένη πρόσοψη του συγκροτήματος που φιλοξενεί στα ενδότερά του τους άθικτους, ευτυχώς, κινηματογράφους. Και παρά το restart της οδού Σταδίου με σημαντικές επενδύσεις σε νέα, κυρίως, ξενοδοχεία, το κουφάρι του «Αττικόν» χάσκει σαν πληγή στο ταλαιπωρημένο σώμα ενός δρόμου που πραγματικά ρήμαξε στη διάρκεια της κρίσης.
Θεωρητικά ο γόρδιος δεσμός για την επαναλειτουργία των δύο κινηματογράφων λύθηκε με νομοθετική ρύθμιση τον Ιούλιο του 2020. Οσοι παρακολουθούμε το αθηναϊκό αυτό δράμα από την πρώτη του στιγμή, θυμόμαστε ότι το βασικό αγκάθι στην υπόθεση ήταν η αντιδικία μεταξύ των δύο εμπλεκόμενων ιδρυμάτων. Το Ιδρυμα Σταματίου Δεκόζη-Βούρου, που ήταν μέχρι πρόσφατα ιδιοκτήτης του ακινήτου στο οποίο στεγάζονται οι δύο αίθουσες, συγχωνεύθηκε με το Ιδρυμα «Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών – Ιδρυμα Βούρου-Ευταξία» χωρίς δημιουργία νέου ιδρύματος. Στο χρονικό διάστημα που θα μεσολαβούσε μέχρι σήμερα υποτίθεται ότι θα είχαμε ουσιαστικές εξελίξεις, ενώ είχε γραφτεί ότι ο «Απόλλωνας» θα άνοιγε πριν από τα Χριστούγεννα για να φιλοξενεί πολιτιστικές εκδηλώσεις σε μια προσπάθεια αναζωογόνησης του συγκροτήματος – φάντασμα. Το σχέδιο φαίνεται ότι δεν προχώρησε ποτέ.
Το πιο σημαντικό είναι ότι σε αυτά τα δέκα χρόνια που πέρασαν ούτε η Αθήνα είναι ίδια πόλη, ούτε η οδός Σταδίου ίδιος δρόμος, ούτε η αγορά της κινηματογραφικής ψυχαγωγίας έχει τα χαρακτηριστικά του 2012. Η πανδημία, σε συνδυασμό με την καταιγιστική υπερπροσφορά κινηματογραφικών προϊόντων από πολυεθνικές τηλεοπτικές πλατφόρμες, έχει διαμορφώσει ένα τοπίο ελάχιστα φιλικό ή πολλά υποσχόμενο ως προς το μέλλον της μεμονωμένης αίθουσας. Μόνο το «Αττικόν» αριθμεί 800, περίπου, θέσεις. Ολες αυτές οι παράμετροι θέτουν την επόμενη μέρα του ιστορικού κτιρίου σε νέες βάσεις. Ανεξαρτήτως, όμως, των μακροπρόθεσμων σχεδίων, επείγει μια χειρονομία που θα φωτίσει ξανά έναν «θεσμό» της αστικής Αθήνας. Με τα φώτα του «Αττικόν» κλειστά η ανάκαμψη της Σταδίου θα παραμένει πάντα ζητούμενο.