Ρωσοελληνικά επίκαιρα

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αντίδραση της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα μετά την απόφαση της κυβερνήσεως να απελάσει δώδεκα διπλωμάτες ήταν απλώς αναμενόμενη. Οπως επίσης και η δήλωση της εκπροσώπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρίας Ζαχάροβα, ότι η Μόσχα θα «απαντήσει καταλλήλως» στην «εχθρική» κίνηση της Ελλάδος.

Το γεγονός επιπλέον ότι μεταξύ των απελαθέντων Ρώσων διπλωματών συγκαταλέγεται και ο γενικός πρόξενος της Ρωσίας, κάθε άλλο παρά προκάλεσε έκπληξη.

Εδώ και χρόνια, διπλωμάτες συμμαχικών κυβερνήσεων εξέφραζαν «ανησυχίες» για την αυξημένη ρωσική επενδυτική δραστηριοποίηση στη βόρεια Ελλάδα, τη διεισδυτικότητα του Ρωσικού Πατριαρχείου στο Αγιον Ορος και σε ορισμένες μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Κάποιοι θα σπεύσουν να ισχυρισθούν ότι η Θεσσαλονίκη έχει μετατραπεί εκ νέου σε «φωλιά των κατασκόπων», όπως συνέβη με την άφιξη της Στρατιάς της Ανατολής της Αντάντ υπό τον στρατηγό Σαράιγ, που είχε εγκατασταθεί σε κτίριο υπερμέγεθες της εποχής εκείνης στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου, γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως «Καραβάν Σεράιγ». Αλλά δεν είναι σώφρον να αφήνεται η φαντασία αχαλίνωτη σε μια εποχή συγχύσεως και ρευστότητος. Αρκεί ο πόνος της κάθε ημέρας.

Είναι επίσης αληθές ότι η Βαλκανική δεν είναι από τις σταθερότερες περιοχές της Δύσεως. Αλλά η καταλυτική παρουσία των Αμερικανών στην περιοχή, όπως και το γεγονός ότι η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Βόρεια Μακεδονία ανήκουν στο ΝΑΤΟ και μετέχουν ενεργώς στη συμμαχία της Δύσεως εναντίον της Μόσχας, αποτελούν –κατά την κυβέρνηση– εγγύηση περί επιτυχούς αντιμετωπίσεως κάθε αποσταθεροποιητικής απόπειρας.

Είναι επίσης λογικό και αναμενόμενο ότι σε μια περίοδο υψηλής εντάσεως και ευθείας αντιπαραθέσεως μεταξύ των ηγετών των δύο μεγαλυτέρων πυρηνικών δυνάμεων, και εν μέσω της συγχύσεως που επικρατεί, εξυφαίνονται σενάρια καταστροφής σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

Δεν είναι η Ελλάς ανυπεράσπιστη. Είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους, όπως όλες οι χώρες σε Δύση και Ανατολή, καθώς τα δεδομένα που ίσχυαν εδώ και δεκαετίες δεν υφίστανται. Πολιτική «λαμπράς απομονώσεως» μπορούσε να ακολουθήσει η αυτοκρατορική Αγγλία και όχι χώρες μικρές και απολύτως εξαρτημένες, όπως υπήρξε πάντα η Ελλάς.

«Μας παρασέρνει η ροή των γεγονότων», έλεγε μοιρολατρικά ο σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ, όταν οι Νεότουρκοι τον καθαιρούσαν από τον θρόνο για να τον στείλουν στη Θεσσαλονίκη εξόριστο στη Βίλα Αλλατίνι. Ισχύει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις.

Συγκρίσεις της Ελλάδος με την Τουρκία στην παρούσα κρίση και των πλεονεκτημάτων που άρχισε ήδη να αποσπά η Αγκυρα δεν έχουν κανένα νόημα. Διότι απλώς ως χώρες είναι μεγέθη άνισα, ιστορικά, γεωγραφικά, στρατιωτικά και οικονομικά.

Η προσπάθεια του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να συνθέσει σε μία ενότητα δύο αντίθετες παραδόσεις της χώρας του –την οθωμανική και την κεμαλική– προσέδωσε στην Τουρκία νέο δυναμισμό και βάθος αυτοσυνειδήσεως. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί μια χώρα να αποκτήσει έρμα και όχι διαγράφοντας ό,τι δεν είναι του συρμού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή