Η ύψιστη ανατροπή

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εκεί στον ομφαλό της Γης, τους Δελφούς, το 361 π.Χ. οι ιερείς του Απόλλωνα είχαν ανακοινώσει στον απεσταλμένο του αυτοκράτορα Ιουλιανού τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.

«Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ουδέ παγάν λαλέουσα. Απέσβετο και λάλον ύδωρ», έχουμε διδαχθεί ότι ανέφερε ο χρησμός της μάντιδος Πυθίας.

Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο χρησμός δεν ήταν παρά τέχνασμα μεταγενέστερο Βυζαντινών λογίων. Ενδεχομένως έχουν δίκαιο. Αλλά και εάν ακόμη πρόκειται περί αυτού, η ακρίβεια και η δραματικότητα της εκφοράς του είναι αναμφίβολα αξεπέραστη.

Ούτως ή άλλως μία νέα αντίληψη περί ζωής και προορισμού του ανθρώπου είχε αρχίσει να κυριαρχεί μετά τη διδασκαλία, τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Ηταν η ύψιστη ανατροπή.

Αξιο μνείας ασφαλώς ότι η νέα πανανθρώπινη θρησκεία, που στην κυριολεξία σάρωσε τις δοξασίες του αρχαίου κόσμου, πέρασε στην Ευρώπη από τον ενδιάμεσο χώρο που συνδέει την Ανατολή με τη Δύση. Από το έδαφος δηλαδή της σημερινής Ελλάδος, με όχημα επικοινωνίας τη γλώσσα την ελληνική.

Η ιστορία έχει εν ολίγοις ως εξής: Το έτος 50 μ.Χ. ο Παύλος και ο Σίλας, ορμώμενοι από τους Φιλίππους, όπου ετελέσθη η πρώτη βάπτιση στον χριστιανισμό μιας εύπορης εμπόρου πορφύρας της Λυδίας, και έπειτα από μια κοπιαστικότατη πορεία έξι ημερών, έφθασαν στη Θεσσαλονίκη.

Στη σημερινή συγκυρία, όπως και πάλι είχε γράψει ο Παύλος, κυρίαρχο είναι το αίσθημα ότι «έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι», αφού η Ορθοδοξία και εκκλησιαστικώς σπαράσσεται.

Σύμπτωση ασφαλώς, αλλά ίσως όχι μόνον, ότι η πρώτη επιστολή που έγραψε ο Παύλος –στην ελληνική, όπως και όσες ακολούθησαν– εστάλη προς τους Θεσσαλονικείς.

Σε μια εποχή που τα τρία συνοπτικά ευαγγέλια και το Κατά Ιωάννην δεν είχαν καν οριστικώς διαμορφωθεί και ούτε φυσικά κυκλοφορήσει, οι επιστολές του Παύλου προς τις διάφορες Εκκλησίες ήταν τα μόνα κείμενα, γραμμένα στην ελληνική κοινή, που αναφέρονταν στο κήρυγμα του Ιησού και ταυτοχρόνως διαμόρφωναν και τη δογματική της νέας θρησκείας.

Στην Α΄ Επιστολή προς Θεσσαλονικείς ο Παύλος αναφέρεται στη σημασία της Αναστάσεως και της Δευτέρας Παρουσίας. Περίφημο είναι το χωρίο της όπου ο Παύλος γράφει: «Ει γαρ πιστεύομεν ότι Ιησούς απέθανεν και ανέστη, ούτω και ο Θεός τους κοιμηθέντας διά του Ιησού άξει συν αυτώ».

Πέρασαν κάποιοι αιώνες πριν κάποιοι εμβριθέστατοι περί τα ελληνικά Πατέρες της Εκκλησίας αξιοποιήσουν την αρχαιοελληνική σοφία και τη διαλεκτική της μέθοδο για να διερευνήσουν το μήνυμα της νέας θρησκείας.

Την εποχή του Παύλου, η Σταύρωση του Ιησού και η Ανάστασή Του ήταν για μεν τους Ιουδαίους «παράδοξον» και για τους εθνικούς σοφούς «μωρία», όπως ο ίδιος διαπίστωσε λίγο αργότερα, όταν απηύθυνε το κήρυγμα της Αναστάσεως στους σοφούς των Αθηνών.

Αυτά συνέβαιναν τότε. Στη σημερινή συγκυρία, όπως και πάλι είχε γράψει ο Παύλος, κυρίαρχο είναι το αίσθημα ότι «έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι», αφού η Ορθοδοξία και εκκλησιαστικώς σπαράσσεται. Καλή Ανάσταση, λοιπόν, σε όλους, όπως και εάν την εννοεί κανείς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή