Ελληνικό παράδοξo παραγωγικότητας

Ελληνικό παράδοξo παραγωγικότητας

1' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν το μακρινό 1987, όταν ο διάσημος οικονομολόγος Ρόμπερτ Σόλοου διαπίστωσε ότι «σήμερα μπορείς να βρεις την πληροφορική εποχή παντού, εκτός από τους δείκτες παραγωγικότητας». Το επονομασθέν «παράδοξο της παραγωγικότητας» έγινε ακόμη πιο σκοτεινό όταν το 1993 ένας άλλος Αμερικανός οικονομολόγος μέτρησε ότι μεταξύ 1970 και 1980 η εγκατεστημένη υπολογιστική ισχύς στις ΗΠΑ εκατονταπλασιάστηκε, αλλά η παραγωγικότητα της εργασίας μειώθηκε από το 3% τη δεκαετία του ’60 στο 1% τη δεκαετία του ’80.

Οπως είναι φυσικό, το παράδοξο του Σόλοου συζητήθηκε εκτενώς μεταξύ των οικονομολόγων, πριν το διαψεύσει η ζωή. Τις επόμενες δύο δεκαετίες (1990-2010) παρατηρείται έκρηξη της παραγωγικότητας μαζί με την αλλαγή του εργασιακού τοπίου. Καταργήθηκαν χιλιάδες θέσεις μεσαίων στελεχών, οδηγώντας τον Τζέρεμι Ρίφκιν να γράψει «Το τέλος της εργασίας» (1995), ενώ σταδιακά με τις νέες ηλεκτρονικές πλατφόρμες άρχισε να κερδίζει έδαφος το μοντέλο του εργαζομένου-επιχειρηματία· πληροφορικάριοι που πληρώνονται ανά έργο, οδηγοί Uber κ.ά.

Δεν θα αναφερθούμε στα πολλά προβλήματα που δημιουργεί στους εργαζομένους η εξέλιξη της τεχνολογίας – ανεργία, ανασφάλεια κ.λπ. Οπως συνέβη και με το «παράδοξο της παραγωγικότητας», υπάρχει υστέρηση μεταξύ της υιοθέτησης μιας τεχνολογίας και των τελικών της αποτελεσμάτων. Θα υπάρξει μια νέα ισορροπία που όμως θα είναι αποτέλεσμα πολιτικής διεκδίκησης. Στην άλλη πλευρά της εξίσωσης, η υιοθέτηση νέων παραγωγικών εργαλείων δημιουργεί ένα παράθυρο κερδοφορίας στις επιχειρήσεις, αλλά μετά –λόγω ανταγωνισμού– το όφελος διαχέεται στους καταναλωτές, είτε με μείωση της τιμής του προϊόντος είτε με μηδενισμό του κόστους των συναλλαγών, όπως γίνεται διά της ηλεκτρονικής τραπεζικής (web banking).

Το «ελληνικό παράδοξο της παραγωγικότητας» είναι διαφορετικό από εκείνο του Σόλοου. Στη χώρα μας «μπορείς να βρεις την πληροφορική εποχή παντού, εκτός από την τσέπη μας». Οι τράπεζες, για παράδειγμα, έχουν τεράστια μείωση κόστους από το web banking, μείωση την οποία οι πελάτες τους όχι μόνο δεν βλέπουν, αλλά αντιθέτως την πληρώνουν. Συναλλαγές οι οποίες γίνονταν δωρεάν στο γκισέ (φορτώνοντας τις τράπεζες με ενοίκια, φως, νερό, τηλέφωνο, μισθούς υπαλλήλων, εισφορές κ.λπ.) τώρα τις κάνει μόνος του ο καταναλωτής και επιβαρύνεται γι’ αυτές! Μάλιστα, κατ’ αποκοπήν: 0,50 ευρώ για λογαριασμό ρεύματος 40 ευρώ, 0,50 και για 2.000 ευρώ. Είναι κατ’ ουσίαν ένας «φόρος έλλειψης καταναλωτικού κινήματος» ή «φόρος στενής διασύνδεσης κράτους – τραπεζών», ενός κράτους –ας μην το ξεχνάμε– που έχει ένα σκασμό Αρχές για την «προστασία του καταναλωτή».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή