Πώς πεθαίνουν οι Δημοκρατίες;

Πώς πεθαίνουν οι Δημοκρατίες;

2' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε αντίθεση με τη «λαϊκή σοφία», που λέει ότι «το κακό δεν αργεί να γίνει», το μεγάλο κακό θέλει πολύ χρόνο για να καλλιεργηθεί και να σκάσει σαν θανατηφόρος νεοπλασία. Οπως (δεν) διδασκόμαστε από την Ιστορία, η χούντα της 21ης Απριλίου δεν ήταν μια κακιά στιγμή. Ηταν το αποκορύφωμα μιας χρόνιας πολιτικής διαδικασίας, που ξεκίνησε ως δημοκρατική απάντηση στον φόβο μιας κομμουνιστικής δικτατορίας.

Αποτελεί, δε, ειρωνεία της Ιστορίας πως οι θεμελιώδεις διατάξεις που έκαναν ανάπηρη τη μετεμφυλιακή Δημοκρατία είχαν την υπογραφή κεντρώων, ήτοι φιλελεύθερων, πολιτικών. Ο δημοκράτης στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, π.χ., δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το άρθρο 27 του Συντάγματος που υπέγραψε («η εκτελεστική εξουσία ανήκει εις τον Βασιλέα, ενεργείται δε διά των παρ’ αυτού υπευθύνων διοριζόμενων υπουργών») θα είχε ως τελικό αποτέλεσμα τα Ιουλιανά του 1965. Ηταν μυριάδες οι αντιδημοκρατικές διατάξεις, από δημοκράτες πολιτικούς, που όργωσαν το χωράφι της εκτροπής του 1967.

Σήμερα, φυσικά, δεν κινδυνεύουμε από τους συνταγματάρχες. Ομως η Δημοκρατία πρέπει να θωρακιστεί έναντι πιθανών αυταρχικών ηγετών όπως ο Τραμπ ή ο Ορμπαν. Ας φανταστούμε λοιπόν έναν τέτοιο πρωθυπουργό στις επόμενες, μεθεπόμενες, παραμεθεπόμενες εκλογές· έτσι κι αλλιώς, επιρρεπείς είμαστε. Κατ’ αρχάς αυτός ο ηγέτης θα μπορεί να παρακολουθεί όποιους θέλει (και πρωτίστως τους πολιτικούς του αντιπάλους), δίχως «να το πει ούτε του εισαγγελέα», αν βαφτίσει «εθνικούς» τους λόγους της επισύνδεσης. Το ελάχιστο μέσο αποτροπής, που ήταν η δυνατότητα κάποιου να πληροφορηθεί ότι ήταν στόχος, καταργήθηκε από τη νυν κυβέρνηση.

Κάποιος δημοσιογράφος μυρίζεται την υπόθεση και θέλει να δημοσιεύσει για «το σκάνδαλο των υποκλοπών». Φυσικά δεν θα μπορεί, διότι αφενός ο Ελληνας Τραμπ θα το χαρακτηρίσει «fake news», ενώ –όπως όλοι οι λαϊκιστές– θα έχει μεγάλη βάση υποστηρικτών ικανή να προκαλέσει διαδηλώσεις κατά των «συστημικών ΜΜΕ» που λένε ψέματα στους πολίτες. Το άρθρο 191 του Ποινικού Κώδικα, που πέρασε τούτη η κυβέρνηση, προβλέπει πρόστιμο και φυλάκιση για όποιον «δημόσια ή μέσω του Διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες».

Τα παραπάνω ακούγονται υπερβολικά, αλλά εξίσου φανταστικό έμοιαζε πριν από δέκα χρόνια ένα σενάριο που έλεγε ότι εκδότες και δημοσιογράφοι θα περνούσαν Σαββατοκύριακο στο κρατητήριο διότι υπήρχε ένα ξεχασμένο άρθρο περί προσωποκράτησης δημοσιογράφων, άρθρο που όλοι νομίζαμε ότι έχει περιπέσει σε αχρηστία.

Φυσικά δεν ασπαζόμαστε τη ΣΥΡΙΖΑϊκή μυθοπλασία ότι ζούμε σε «καθεστώς» ή «χούντα Μητσοτάκη». Πιο ακριβές θα ήταν να λέγαμε ότι έχουμε μια απερίσκεπτη για τους δημοκρατικούς θεσμούς διακυβέρνηση, σε μεγάλες φούριες. Παραβλέπει, στο όνομα μιας αμφισβητούμενης αποτελεσματικότητας, τη συμβουλή του Λίντον Τζόνσον: «Δεν πρέπει να εξετάζουμε τη νομοθεσία υπό το πρίσμα των καλών που θα επιφέρει αν εφαρμοστεί σωστά, αλλά υπό το πρίσμα των δεινών που θα επιφέρει αν εφαρμοστεί λάθος».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή