Τον Τύπο δεν τον εμπιστευόμαστε. Ο,τι γράφεται στα ελληνικά λογίζεται σημαδεμένο. Πετσωμένο. Τον ξένο Τύπο, όμως; Ο,τι γράφεται στα ξένα media για την Ελλάδα έχει στην εγχώρια πολιτική αντιπαράθεση περιωπή αδιάσειστου τεκμηρίου. Δεν το λέμε εμείς. Το λένε οι New York Times.
Ακόμη και ο τόνος των αντιδράσεων, όταν θίγεται το εγχώριο αφήγημα, μαρτυρεί το ασύμμετρο κύρος που έχει η δημοσιογραφική ύλη, μόνο όταν είναι εισαγόμενη. Ο τόνος της κυβέρνησης όταν στιγμάτιζε για τα εικαζόμενα φρονήματά τους τούς ίδιους τους υπογράφοντες τα δημοσιεύματα για τις παρακολουθήσεις· ο τόνος του βουλευτή της αντιπολίτευσης που είπε προχθές ότι ο δημοσιογράφος των FT «ή θα τα είχε πάρει ή θα είχε πάρει ναρκωτικά» δείχνουν, από την ανάποδη, την ακαταμάχητη αίγλη που έχει το έξω βλέμμα.
Συχνά όμως το δημοσιογραφικό είδος που ονομάζουμε «ανταπόκριση» πρέπει να πηδήξει μια πολιτισμική τάφρο. Πρέπει σε λίγες λέξεις να μεταδώσει αυτό που συμβαίνει τώρα, χωρίς να το απογυμνώσει από τα ιστορικά του συμφραζόμενα. Πουθενά δεν ήταν αυτή η δυσκολία πιο έκδηλη απ’ ό,τι στο θέμα των πανεπιστημίων. Το ρεπορτάζ των ΝΥΤ πιάνεται από το επίκαιρο –την εγκατάσταση αστυνομίας στα campus– προσπαθώντας να μεταδώσει και τις συνθήκες που το κατέστησαν αναγκαίο.
Κοιτώντας από έξω την αστυνομία των ΑΕΙ.
Είναι πράγματι μεγάλη η πρόκληση να προσπαθήσει κανείς να διαβάσει αυτές τις γραμμές σαν απροκατάληπτος ξένος. Είναι πρόκληση να φανταστείς τι εντύπωση κάνει στον αναγνώστη η φωτογραφία από τους αστυνομικούς να ψεκάζουν τα «παιδιά» με τις κόκκινες σημαίες δίπλα στην ασπρόμαυρη φωτογραφία από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, μαζί με τα σχόλια ενός καθηγητή του Παντείου που διαπιστώνει «διολίσθηση προς τον αυταρχισμό». (Προφανώς, το γεγονός ότι το τελευταίο βιβλίο του καθηγητή το παρουσίασε ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν θα χρησίμευε ως πλαίσιο αναφοράς στον Αμερικανό αναγνώστη.)
Το σύνολο –επιλογή θέματος και τίτλου, εικόνες, αλίευση σχολιαστή– δημιουργεί αυτό που στην Αμερική ονομάζεται sensation – μια ισχυρή συγκίνηση που δεν ισοφαρίζεται από τις δηλώσεις του έτερου καθηγητή του Παντείου, Αγγελου Συρίγου, ο οποίος υπερασπίζεται από καθήκον το μέτρο της πανεπιστημιακής αστυνομίας, ως υφυπουργός Παιδείας. Ο αδαής αναγνώστης έχει ήδη αποκομίσει την εντύπωση της υπανάπτυκτης δημοκρατίας, που βάζει τους μπάτσους να δέρνουν ανήσυχους φοιτητές.
Αν προσφέρει κάτι εδώ το έξω βλέμμα είναι μία ακόμη ένδειξη ότι η ιδέα ενός ειδικού Σώματος για τα ΑΕΙ έχει κάνει μόνο ζημιά στον σκοπό που υποτίθεται ότι υπηρετεί. Την υπονόμευσαν απρόθυμες πανεπιστημιακές ηγεσίες και αμφίθυμοι κυβερνητικοί παράγοντες. Αντί να εισαχθεί ως ένα Σώμα με πιο ψιλή εξάρτυση και λιγότερες επεμβατικές δυνατότητες από την «κανονική» δημόσια δύναμη, προσφέρθηκε απλώς ως καύσιμο για τις μειοψηφίες, που βρήκαν πάλι ίσκιους να σκιαμαχήσουν.
Αντε μετά να εξηγήσεις στον ξένο ποιος είναι η βία στα ελληνικά πανεπιστήμια.