Και γιατί να προσβάλλουμε τα ζωντανά του Θεού, φτερωτά ή ερπετά; Γιατί να μιλάμε για όρνια, ύαινες και όχεντρες; Ετσι τους όρισε η φύση τους, έτσι ζουν. Δεν φταίνε για τον προγραμματισμό τους ούτε μπορούν να τον ξεπεράσουν. Το μυαλουδάκι τους δεν επαρκεί και η ψυχή τους μόνο να πενθεί για το χαμένο ταίρι τους μπορεί· και για το μωρό τους, που γίνεται βορά άλλου ζωντανού.
Γιατί λοιπόν να λέμε «θηρία», «λύκοι» ή «γύπες»; Ας λέμε «κορωνίδα της φύσεως». Οπλισμένη με μυαλό γερό. Και με «ενσυναίσθηση», μην ξεχνάμε την «ενσυναίσθηση». Τώρα που τη βρήκαμε, ας βάζουμε και στο βραδινό ουισκάκι μας. Οταν αναπολούμε τη μέρα που πέρασε και λέμε στον καθρέφτη «καλά τα πήγαμε και σήμερα, σκυλέψαμε ό,τι ήταν να σκυλευτεί, μαγαρίσαμε ό,τι ήταν να μαγαριστεί, πουλήσαμε ό,τι ήταν να πουληθεί, μια χαρά». Μια χαρά η τηλεθέαση και οι διαφημίσεις στο κανάλι, μια χαρά ο λογαριασμός στην τράπεζα, μια χαρά αβγατίζει η πελατεία του δικηγορικού μας γραφείου· μας βλέπει να σκίζουμε στο γυαλί και τρέχει να εκμισθώσει τη χυδαία καπατσοσύνη μας.
Το πολύμορφο έγκλημα στον Κολωνό έχει θύματα τη δωδεκάχρονη και τ’ αδέλφια της και δράστες πολλούς, κάθε λογής. Μαστροπούς με στοίβα τα ένσημα του πατριωτισμού και της χριστιανοσύνης. Ευυπόληπτους πολίτες που είδαν σκοτάδι στο Ιντερνετ, κατάμαυρο σαν την ψυχή τους, και όρμησαν να κατασπαράξουν το κοριτσόπουλο. Σωματέμπορους που έκλειναν ραντεβού, έπαιρναν τη μίζα τους κι έπειτα, σαν καλοί πατεράδες, πήγαιναν ν’ αγοράσουν δώρα των παιδιών τους ή έτρεχαν στο σχολείο, να χειροδικήσουν κατά του δασκάλου που τόλμησε να υψώσει φωνή στο αγγελούδι τους. Αστυνομικούς που μπαινόβγαιναν στο μαγαζί του Μίχου και χαμπάρι δεν έπαιρναν, ή έπαιρναν και δεν νοιάζονταν· κι άλλους αστυνομικούς που νοιάστηκαν για το κοριτσάκι: για να το μολέψουν και αυτοί.
Κι έπειτα ήρθαν δημοσιογράφοι και δικηγόροι. Ποιοι οι χειρότεροι, δύσκολο να το πεις, αφού και οι μεν και οι δε δικαιούνται τον τίτλο του χείριστου. Δεν μιλάω, βέβαια, για όλους τους δημοσιογράφους και όλους τους δικηγόρους. Αρκούν, όμως, μερικές ντουζίνες αγύρτες για να λερώσουν τα δύο «λειτουργήματα». «Θεέ μου, τι βλέπουν τα μάτια μου στο κινητό», ο ένας, λάιβ. «Λόγω του εξαναγκασμού, η δωδεκάχρονη έμοιαζε δεκαεφτάχρονη, πού να το καταλάβει ο πελάτης μου;» ο άλλος, επίσης λάιβ. Βούρκος το δέλτα που σχηματίζουν από κοινού δημοσιογραφία και δικηγορία, συμπράττοντας. Μόνο βούρκος.