Οι μεταρρυθμίσεις δημιουργούν εχθρούς επειδή θίγουν κατεστημένα συμφέροντα της αντιφατικής κατακερματισμένης κοινωνίας. Μεταρρυθμιστές πολιτικοί όπως οι Ελ. Βενιζέλος, Τσώρτσιλ, Γιαννάκου, Διαμαντοπούλου απέτυχαν εκλογικά γι’ αυτόν τον λόγο. Ακόμα και η Αριστερά που ήταν εξ ορισμού εχθρός των κατεστημένων συμφερόντων, έχει μεταλλαχθεί. Τα συντεχνιακά κατεστημένα συμφέροντα χαρακτηρίζονται πλέον γνήσια και προοδευτική «φωνή του λαού».
Μία από τις «φωνές του λαού» είναι η διακομματική συντεχνία των εκπαιδευτικών (ΟΛΜΕ-ΔΟΕ) που περιλαμβάνει ακόμη και την παράταξη της Ν.Δ. Ο ΣΥΡΙΖΑ την υποστήριξε το 2020, όταν το υπ. Παιδείας επέβαλε να γίνεται ηλεκτρονικά η εκλογή αντιπροσώπων στα Υπηρεσιακά Συμβούλια ώστε να ψηφίζουν περισσότεροι. Επειδή η ευρεία συμμετοχή δεν βολεύει τον έλεγχο των ψηφοφόρων από τις ηγεσίες, η «φωνή του λαού» κήρυξε αποχή. Ηταν πετυχημένη και ο ΣΥΡΙΖΑ πανηγύρισε για την «τεράστια πολιτική νίκη» και την «ήττα» της Κεραμέως. Την ύμνησε ως «Μήνυμα υπερηφάνειας, αντίστασης, αξιοπρέπειας, δημοκρατίας».
Με αυτόν τον τρόπο όμως, η «φωνή του λαού» έμεινε δύο χρόνια εκτός νυμφώνος Συμβουλίων. Και είδε ότι τελικά πυροβόλησε τα πόδια της. Και έρχονται νέες εκλογές στις 5 Νοεμβρίου. Και άλλαξε τροπάριο. Τώρα η αποχή από τις εκλογές μεταμορφώθηκε από «μήνυμα υπερηφάνειας» σε «μικροπαραταξιακό τακτικισμό», διότι «δεν έχουμε δικαίωμα να απολέσουμε μια σημαντική δημοκρατική παρακαταθήκη». Το «μήνυμα αξιοπρέπειας και δημοκρατίας» του ΣΥΡΙΖΑ έμεινε σαν το μετέωρο βήμα του πελαργού. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει και πάλι την κωλοτούμπα της «φωνής του λαού», ώστε να ξαναχτυπήσει την κ. Κεραμέως χωρίς να ταυτιστεί με τους (ουκ ολίγους) αριστεριστές που επιμένουν στην αποχή.
Οι μεν μεταρρυθμίσεις Κεραμέως συμβάλλουν στη διεύρυνση της δημοκρατίας, η δε συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ ως δορυφόρου των συντεχνιών, συμβάλλει στον κατακερματισμό και στην οπισθοδρόμηση της κοινωνίας. Για την κ. Κεραμέως η επανεκλογή δεν είναι αυτοσκοπός και γι’ αυτό δεν διστάζει να γίνει δυσάρεστη στις ηγεσίες των συντεχνιών. Αντίθετα, ο κ. Τσίπρας καταφεύγει σε οποιονδήποτε λαϊκισμό επειδή γνωρίζει ότι μια δεύτερη κυβέρνηση Μητσοτάκη θέτει σε κίνδυνο την υπόστασή του ως αρχηγού. Παραβλέπει όμως ότι ο λαϊκισμός είναι σαν τα μεταξωτά βρακιά που θέλουν επιδέξιους «χαρισματικούς» ηγέτες.