Μαθαίνει η Αστυνομία από τα λάθη της;

Μαθαίνει η Αστυνομία από τα λάθη της;

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν και το περιστατικό έλαβε αρκετή δημοσιότητα όταν συνέβη, προκάλεσε ακόμη και ταραχές, έχει ήδη λησμονηθεί. Στον αμείλικτο χρόνο της τηλεοπτικής επικαιρότητας, ο φόνος ενός νεαρού Ρομά από αστυνομικό επισκιάσθηκε από σκάνδαλα με υψηλότερη μιντιακή αξία («Κιβωτός», Καϊλή). Θυμίζω, εν τάχει: στις 5 Δεκεμβρίου 2022, στα Διαβατά Θεσσαλονίκης, αστυνομικοί σε μοτοσικλέτες καταδίωξαν τον εποχούμενο δεκαεξάχρονο Ρομά Κώστα Φραγκούλη, ο οποίος προσπαθούσε να ξεφύγει, έχοντας αποφύγει να πληρώσει πρατήριο καυσίμων. Ενας αστυνομικός τον πυροβόλησε εν κινήσει, τραυματίζοντάς τον θανάσιμα.

Το περιστατικό είναι σπάνιο, αλλά όχι πρωτοφανές. Ολέθρια λάθη γίνονται, ιδιαίτερα σε δυναμικές συνθήκες καταδίωξης υπόπτων. Το πιο γνωστό λάθος διεθνώς συνέβη τον Ιούλιο 2005 στο Λονδίνο, όταν αστυνομικοί σκότωσαν σε βαγόνι του μετρό τον νεαρό Βραζιλιάνο Ντε Μενέζες, ο οποίος θεωρήθηκε πιθανός βομβιστής αυτοκτονίας. Είχαν προηγηθεί, λίγες μέρες πριν, ισλαμιστικές τρομοκρατικές επιθέσεις σε μέσα μαζικής μεταφοράς στο Λονδίνο, οι οποίες προκάλεσαν τον θάνατο 52 ανθρώπων. Ο φόνος του Ντε Μενέζες ήταν ένα κολοσσιαίο σφάλμα. Ο νεαρός ήταν αθώος – δεν είχε σχέση με τρομοκράτες.

Τι θέλω να πω; Στατιστικά μιλώντας, η ανάθεση της βίας στα σώματα ασφαλείας κάποιες φορές θα έχει αστοχίες – πιθανότατα θα ασκηθεί βία με λάθος τρόπο, ενδεχομένως σε λάθος ανθρώπους. Πρέπει να μας απασχολεί; Φυσικά. Στο κράτος δικαίου δεχόμαστε τη δυνητική άσκηση βίας από κατηγορία κρατικών λειτουργών, υπό τον όρο ότι η βία που ενδέχεται να ασκήσουν οριοθετείται αυστηρά και υπόκειται σε ουσιαστικό έλεγχο. Οταν συμβαίνουν λάθη, εκτός από την απόδοση δικαιοσύνης, το ερώτημα είναι: ως οργανωμένη πολιτεία τι μπορούμε να μάθουμε από αυτά για να μην ξανασυμβούν; Οι φόνος του Ντε Μενέζες ερευνήθηκε από ανεξάρτητη επιτροπή και το πόρισμά της οδήγησε σε αναδιοργάνωση της αντιτρομοκρατικής.

Δεν έχουμε, δυστυχώς, τέτοια παράδοση στην Ελλάδα. Στο πολιτικό σύστημα, περιστατικά αστυνομικής αυθαιρεσίας πολιτικοποιούνται με λάθος τρόπο. Αντί η κριτική να εστιάσει στη θεσμική διάσταση της αυθαιρεσίας (πώς και γιατί λειτουργεί η Αστυνομία όπως λειτουργεί;), ένα φαινόμενο σχετικά αυτοτελές και διαχρονικό στη λειτουργία του, η κριτική επικεντρώνεται ρηχά και εντυπωσιοθηρικά στον εκάστοτε πολιτικό προϊστάμενο του αρμόδιου υπουργείου. Οι υπουργοί έχουν, βεβαίως, ευθύνες, και γι’ αυτό, στις ώριμες δημοκρατίες, συνήθως παραιτούνται όταν οι υπηρεσίες που καθοδηγούν παρεκτρέπονται θεαματικά. Αν όμως θέλουμε την Αστυνομία να μαθαίνει από τα λάθη της, πρέπει οι αρμόδιοι να λογοδοτούν ουσιαστικά: τι μηχανισμούς θεσμικής μάθησης διαθέτει η Αστυνομία, πώς λειτουργούν και πώς εποπτεύονται πολιτικά;

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει οργανισμός αντίστοιχος του υψηλού κύρους Ανεξάρτητου Γραφείου για τη Συμπεριφορά της Αστυνομίας (IOPC), όπως υπάρχει στη Βρετανία. Υπάρχει, όμως, από το 2011, ο έγκριτος Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, ο οποίος υπάγεται στον Συνήγορο του Πολίτη. Αν η Ελλάδα διέθετε ώριμη πολιτική κουλτούρα, οι ετήσιες εκθέσεις του Συνηγόρου θα ήταν αντικείμενο ευρείας συζήτησης και ορθολογικής πολιτικής αντιπαράθεσης.

Η αρμοδιότητα του Μηχανισμού είναι, κυρίως, η διερεύνηση καταγγελιών για πράξεις βίας των σωμάτων ασφαλείας. Μεγάλο μέρος των ερευνών αφορά τον έλεγχο αρτιότητας και αμεροληψίας των πειθαρχικών διαδικασιών για αστυνομικούς που φέρονται να εμπλέκονται σε περιστατικά αυθαίρετης βίας. Εδώ υπάρχει μείζον πρόβλημα.

Το 2021, ο Συνήγορος εξέδωσε πορίσματα για 139 υποθέσεις, οι πλείστες από τις οποίες αφορούσαν περιστατικά αστυνομικής κακομεταχείρισης πολιτών. Η έκθεση για το 2021 επισημαίνει την «αυξητική τάση [υποθέσεων] για βασανιστήρια και εξευτελιστική συμπεριφορά» εκ μέρους της Αστυνομίας. Ανησυχητικά, 41 πορίσματα αναπέμφθηκαν στη Διοίκηση ως «ελλειμματικά». Χαρακτηριστική είναι η καταγγελία σύμφωνα με την οποία νεαρός σπουδαστής, ενώ βρισκόταν σε στάση λεωφορείων στην οδό Μπουμπουλίνας, περικυκλώθηκε από διμοιρία των ΜΑΤ και υποβλήθηκε σε εξευτελιστικό σωματικό έλεγχο (τον ανάγκασαν να γδυθεί), δεχόμενος ύβρεις. Η πειθαρχική έρευνα της Αστυνομίας αρνήθηκε το συμβάν. Ωστόσο, έρευνα του πειθαρχικού φακέλου εκ μέρους του Μηχανισμού «διαπίστωσε σειρά παραλείψεων, που σχετίζονται με την πλημμελή αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων» (π.χ. μη αναζήτηση βιντεοληπτικού υλικού, μη αναζήτηση μαρτύρων, μη κλήτευση και μη ταυτοποίηση εμπλεκομένων αστυνομικών κ.λπ.). Η έκθεση τεκμηριώνει παρόμοιες προβληματικές πειθαρχικές διαδικασίες για διάφορα περιστατικά.

Αν η πολιτική κριτική λειτουργούσε ορθολογικά, ο αρχηγός της Αστυνομίας και ο αρμόδιος υπουργός θα έδιναν κάθε χρόνο εξηγήσεις: και για τα περιστατικά αυθαίρετης αστυνομικής βίας και για τη συγκάλυψή της. Το διπλό αυτό φαινόμενο, επισημαίνει η έκθεση, είναι διαχρονικό, έτσι ώστε να υπάρχουν «εύλογες ανησυχίες» για τη «διάσταση νόμου στην πράξη και νόμου στα χαρτιά». Περαιτέρω, αρχηγός και υπουργός θα καλούνταν να αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις βελτίωσης, για τις οποίες θα λογοδοτούσαν κοινοβουλευτικά.

Με βάση την έκθεση του Συνηγόρου και την ψευδολόγο ανακοίνωση της Αστυνομίας για το περιστατικό Φραγκούλη (απέκρυψε το γεγονός του θανατηφόρου πυροβολισμού – σε μια θεσμικά ώριμη χώρα ο αρχηγός θα είχε παραιτηθεί για παραπλάνηση της κοινής γνώμης), εικάζω ότι η συναφής πειθαρχική έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη μάλλον θα αποδειχθεί «ελλειμματική». Πιθανότατα, ακόμη μία συγκάλυψη θα επιχειρηθεί, ακόμη μία ευκαιρία θεσμικής μάθησης θα χαθεί, αλλά, βεβαίως, ακόμη μία εντυπωσιοθηρική κοκορομαχία των κομμάτων θα έχει διεξαχθεί.

* Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή