«Τι θα έλεγε η Πηνελόπη Δέλτα αν έβλεπε τον εγγονό της να ασπάζεται το φέρετρο ενός Κωνσταντίνου;»: Αυτός είναι ο πιο παραπειστικός και επικίνδυνος τρόπος για να διαβάσει κανείς το δημοκρατικό μας παρόν. Να θεωρήσει δηλαδή ότι οι πολιτικές ταυτότητες θα έπρεπε να κληρονομούνται, προορίζοντας τους πολίτες (και τους πολιτικούς) να ανήκουν εσαεί σε φατρίες – ανακυκλώνοντας τα ίδια μίση.
Η πρόοδος όμως στον μακρύ χρόνο –στον χρόνο με τον οποίο καλούμαστε να αναμετρηθούμε συνήθως στις κηδείες– μετριέται και με αυτό: με τη στάθμιση όσων επιλέγουμε να διαιωνίσουμε, έναντι εκείνων που αναθεωρούμε ή απορρίπτουμε. Υπ’ αυτήν την έννοια, θα ήταν μυωπία να στενέψει κανείς τη χθεσινή τελετή στην παραπολιτική παρουσία ενός πρώην πρωθυπουργού, ο οποίος πήγε στη Μητρόπολη, συνοδεία ακολούθων του βουλευτών, για να «διαχειριστεί», κατά δήλωσή του, «τα σύμβολα».
Τι συμβολίζει, πέρα από τις σκοπιμότητες των επιτηδειότερων ανάμεσα στους τεθλιμμένους, ο χθεσινός αποχαιρετισμός; Οι συμπαθούντες, βλέποντας το πλήθος, ένιωσαν ανάταση – ένα αίσθημα επικράτησης της αόρατης Ελλάδας που δεν εκπροσωπείται στα mainstream media, κι ωστόσο υπάρχει και διατηρεί, έστω και μειοψηφική, την προ-μεταπολιτευτική της κουλτούρα. Στον αντίποδα, οι αντιβασιλικοί αντιμετώπισαν με αποτροπιασμό το θέαμα της μεγάλης ουράς, των σημαιών με την κορώνα και του εθνικού ύμνου, στην κηδεία «ενός ιδιώτη». «Μα, σε τι χώρα ζούμε;» ήταν η πιο κοινή έκφραση απαξίας στα κοινωνικά δίκτυα.
Αλήθεια, σε τι χώρα ζούμε;
Η δημοκρατική οικονομία μνήμης και λήθης.
Ζούμε μάλλον σε μια πλουραλιστική χώρα όπου ο καθένας έχει δικαίωμα να εκδηλώνει το φρόνημά του, όπως έκαναν χθες όσοι κατέκλυσαν το πεζοδρόμιο της οδού Μητροπόλεως. Ζούμε σε μια μετανεωτερική χώρα όπου δεν εκπλήσσει να διατηρεί κάποιος, ανεξαρτήτως ηλικίας, μια κληρονομημένη ταυτότητα, σαν οικογενειακό φολκλόρ, χωρίς απαραίτητα να την αφήνει να μεταβολιστεί σε ψήφο ή σε πολιτική συμπεριφορά.
Ζούμε σε μια χώρα που έχει καλλιεργήσει δημοκρατικά την οικονομία της δημόσιας μνήμης: Μπορεί να θυμάται, χωρίς να μισεί. Μπορεί να διατηρεί ιστορική επίγνωση για το ποιον ρόλο είχε παίξει ο εκλιπών, και ωστόσο να περιλαμβάνει όσους αποκλίνουν από αυτήν την αποτίμηση. Σοβαρά; Μπορεί;
Οι απόπειρες χρήσης της κηδείας έδειξαν ότι κάποιοι προτιμούν να ζουν στην παλιά Ελλάδα – την Ελλάδα που συνέτασσε τον εαυτό της με τη διχαστική διάζευξη του «ή εμείς ή αυτοί». Στο συντακτικό εκείνης της Ελλάδας ανήκει ο θεσμός που ενταφιάστηκε πριν από μισό αιώνα. Ανήκουν όμως κι εκείνοι που εξακολουθούν είτε να τον ξορκίζουν είτε να τον «διαχειρίζονται συμβολικά» σαν να ήταν ζωντανός.
Η χώρα όπου ζούμε συντάσσεται από μνήμη και λήθη. Από σήμερα δουλεύει πάλι η λήθη.