Τον έχουν χρίσει διάδοχο του Ντέιβιντ Ατένμπορο· ο ίδιος, βέβαια, δεν θέλει ούτε να το ακούσει. Είναι 15 χρόνια νεότερος και για τους Βρετανούς αποτελεί έναν ζωντανό θρύλο της φυσικής τους ιστορίας. Είναι άλλωστε ο συγγραφέας της Flora Britannica, μιας συναρπαστικής εγκυκλοπαίδειας που καταγράφει το σύνολο της χλωρίδας της Μεγάλης Βρετανίας, αλλά και δεκάδων άλλων βιβλίων που αποκαλύπτουν τον πλούτο των ενδιαφερόντων και της μοναδικής ιδιοσυγκρασίας του Ρίτσαρντ Μέιμπι. Περισσότερο λάτρης της φύσης και της ζωής και λιγότερο επιστήμονας, περισσότερο συγγραφέας και παραγωγός ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών παραγωγών στο BBC και λιγότερο μονήρης φυσιοδίφης, ο Μέιμπι συμπυκνώνει μια μεγάλη βρετανική παράδοση αιώνων.
Σε λίγες εβδομάδες ο Μέιμπι θα γιορτάσει τα ογδοηκοστά δεύτερα γενέθλιά του και έχει πολλούς λόγους να το κάνει. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι μετά τα 60 ζει μια δεύτερη ζωή· πρώτα ο θάνατος της μητέρας του, μετά η μάχη με την κατάθλιψη και στη συνέχεια η πρώτη συντροφική του σχέση με κάποια διάρκεια. Ναι, ο Μέιμπι ήταν ένας εξηντάρης που ζούσε με τη μητέρα του. «Οταν η ζωή κυλούσε ανέμελα και η δουλειά πήγαινε καλά, δεν ήθελα να είναι αλλιώς – δεν ήμουν με κανέναν τρόπο παγιδευμένος στο σπίτι», είχε πει το 2021 σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό New Statesman. «Αλλά όταν προέκυψαν σημαντικές προκλήσεις στην πορεία κι έπρεπε να χτίσω μια διαφορετική ζωή απέτυχα παταγωδώς. Ανακάλυψα ότι έπασχα από μια πραγματική φοβία συναισθηματικής δέσμευσης, φοβόμουν να ξεκινήσω τη δική μου ζωή».
Ο Βρετανός φυσιολάτρης και η μάχη με τα «φυσικά» εμπόδια της ζωής.
Το 1993 πέθανε η μητέρα του που έπασχε από Πάρκινσον και την οποία φρόντιζε μέχρι την τελευταία της ημέρα. Την επομένη του θανάτου της, ο Μέιμπι έκανε μία από τις συνηθισμένες βόλτες του και σκέφθηκε: «Θεέ μου, δεν πρέπει να επιστρέψω σπίτι». Και θυμάται να τον κατακλύζει ντροπή. «Οι άνθρωποι που υπήρξαν φροντιστές των γονιών τους έχουν πολύ περίπλοκα συναισθήματα όταν αποφυλακίζονται».
Από την κατάθλιψη που ακολούθησε προέκυψε ένα από τα πιο εμβληματικά του βιβλία, το «Νature Cure», ένας τίτλος που υπονοεί ξεκάθαρα ότι η φύση θεραπεύει. Ομολογεί πως δεν ήταν έτσι ακριβώς τα πράγματα. «Οταν άρχισα να γράφω το βιβλίο ήμουν ήδη σχεδόν καλά. Και είμαι έτοιμος να αναγνωρίσω ότι η φύση είναι εντελώς αδιάφορη για εμάς. Και αυτό πληγώνει πολύ κόσμο, τους “τρελούς” φυσιολάτρες που πιστεύουν ότι εκεί έξω υπάρχει ένα είδος “πράσινης ζεστασιάς” που μας περιμένει». Και προχωρεί σε μια ενδιαφέρουσα επισήμανση: «Κοιτάξτε τη μεγάλη αύξηση του ενδιαφέροντος του κοινού για τον φυσικό κόσμο κατά τη διάρκεια της πανδημίας: ήταν μια απόλυτη χαρά, μια έκπληξη, το ότι η φύση φαινόταν να συνεχίζει τους κύκλους της, ενώ εμείς βρισκόμασταν στη θανατηφόρο περιδίνησή μας».