Πώς αντιμετωπίζουμε το φυσικό κακό;

Πώς αντιμετωπίζουμε το φυσικό κακό;

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το πρωί της 1ης Νοεμβρίου 1775, ανήμερα τη γιορτή των Αγίων Πάντων, ενώ οι πιστοί ήταν στις εκκλησίες, τρομερός σεισμός 8,5 Ρίχτερ χτύπησε τη Λισσαβώνα, πρωτεύουσα της θαλασσοκράτειρας Πορτογαλικής Αυτοκρατορίας κι ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα της εποχής. Τον σεισμό ακολούθησε φοβερό τσουνάμι και θηριώδης πυρκαγιά. Μέχρι το τέλος της ημέρας, η Λισσαβώνα είχε σχεδόν ισοπεδωθεί – το 85% των κτιρίων καταστράφηκε, 40.000-60.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν, ενώ η καταστροφική δύναμη του σεισμού και, κυρίως του τσουνάμι, έγινε αισθητή από την Ιβηρική Χερσόνησο και τη Βόρεια Αφρική μέχρι τη Βρετανία, την Καραϊβική, ακόμη και τη Βραζιλία. Χάθηκε πάνω από το ένα τρίτο του ΑΕΠ της Πορτογαλίας. Δείγματα της βιβλικής καταστροφής σώζονται ακόμη και σήμερα στο κέντρο της πόλης.

Η καταστροφή της Λισσαβώνας συγκλόνισε την Ευρώπη. Με τα τότε μέσα επικοινωνίας, τα νέα ταξίδεψαν σε όλη την ήπειρο σε μερικές εβδομάδες. Χώρες (Ισπανία, Βρετανία, Γαλλία), αλλά και πόλεις (Αμβούργο), συνέδραμαν οικονομικά την Πορτογαλία. Για πρώτη φορά, έγινε αντιληπτό ότι τα κράτη είναι αλληλένδετα και πρέπει να αλληλοβοηθούνται. Μπορεί η διεθνής βοήθεια να μην ήταν αμιγώς ανιδιοτελής (το Αμβούργο, λ.χ., ήθελε να διατηρήσει τη θέση του δεύτερου μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου της Λισσαβώνας), αλλά θα ήταν εξωπραγματικό να απουσιάζει το ίδιον συμφέρον από τις διακρατικές σχέσεις. (Στον πρόσφατο καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία, η Ελλάδα απέστειλε αμέσως βοήθεια όχι μόνο λόγω αυθόρμητης αλληλεγγύης, αλλά και κατόπιν πολιτικού υπολογισμού – αγοράζει πολιτικό κεφάλαιο.) Τα κίνητρα είναι, συνήθως, ανάμεικτα και, τελικά, αδιάφορα. Το μείζον είναι ότι εγκαινιάστηκε η διεθνής βοήθεια, πρακτική που θεωρείται αυτονόητη σήμερα.

Μια σημαντική συνέπεια της καταστροφής της Λισσαβώνας ήταν διανοητική. Μέχρι τότε, η κυρίαρχη μορφή εξήγησης του φυσικού κακού (απρόθετες φυσικές καταστροφές) ήταν υπερφυσική – η φυσική καταστροφή εθεωρείτο αποτέλεσμα θεϊκής οργής. Παρόμοιες ερμηνείες προτάθηκαν για την καταστροφή της Λισσαβώνας από θρησκευτικούς ηγέτες της εποχής. Διαμαρτυρόμενοι ιερωμένοι (μεταξύ των οποίων και ο Τζον Γουέσλι, ιδρυτής του Μεθοδισμού στη Βρετανία) απέδωσαν την καταστροφή σε τιμωρία του Θεού για αμαρτίες των καθολικών, ιδιαίτερα την Ιερά Εξέταση. Για καθολικούς ιερωμένους, η Εκκλησία ήταν υπερβολικά επιεικής με τους «αιρετικούς», επισύροντας την οργή του Θεού.

Ωστόσο, το σοκ της καταστροφής της Λισσαβώνας πυροδότησε έντονο προβληματισμό για τις υπερφυσικές εξηγήσεις. Τι είδους Θεός είναι αυτός που καταστρέφει μια χριστιανική πόλη και φέρνει τόση δυστυχία στους ανθρώπους; Γιατί να καταστραφούν οι εκκλησίες και να μείνουν όρθιοι οι οίκοι ανοχής; Η αντίληψη ότι, για τις φυσικές καταστροφές, τα αίτια πρέπει να αναζητούνται σε φυσιοκρατικές εξηγήσεις –αιτιακές αλληλουχίες φυσικών δυνάμεων– άρχισε να κερδίζει υποστηρικτές. Η σεισμολογία αναδύθηκε ως επιστήμη.

Η ευγνωμοσύνη και ο πόνος, βιωματικά, δεν ανήκουν στην επικράτεια του Ορθού Λόγου αλλά της ποίησης και της μεταφυσικής, ίσως και της σιωπής.

Στην περίφημη σάτιρά του «Ο Αγαθούλης» (Candide), ο Βολταίρος, έχοντας συγκλονισθεί από την καταστροφή της Λισσαβώνας, διακωμώδησε τη φιλοσοφία του Λάιμπνιτς, σύμφωνα με την οποία ο Θεός δημιούργησε τον «καλύτερο δυνατό κόσμο». Πώς είναι δυνατόν ένα φρικτό κακό να συμβεί στον «καλύτερο δυνατό κόσμο»; Για τους Διαφωτιστές, όπως ο Βολταίρος, οι φυσικές καταστροφές είναι φυσικά φαινόμενα και ως τέτοια πρέπει να κατανοούνται. Ο άνθρωπος οφείλει να χρησιμοποιήσει τις διανοητικές του ικανότητες για να δαμάσει την απρόβλεπτη φύση και, περαιτέρω, να σχεδιάσει ορθολογικά την κοινωνία.

Ως νεωτερικοί άνθρωποι, είμαστε τέκνα του Διαφωτισμού – δεν αναζητούμε τα αίτια του φυσικού κακού στον Θεό αλλά σε φυσικές διεργασίες. Στην απρόβλεπτη οργή της φύσης, αντιτάσσουμε την (εύθραυστη) ορθολογικότητα των θεσμών της πολιτείας: ακολουθούμε τις υποδείξεις της επιστημονικής έρευνας, νομοθετούμε και ρυθμίζουμε, θεσπίζουμε ελέγχους. Οταν, όμως, η πολιτεία κυριαρχείται από τα ανθρώπινα πάθη –την απληστία και την «ύβριν»– η ορθολογικότητα παρακάμπτεται, η ποιότητα των θεσμών φθίνει και τα συναφή δημόσια αγαθά καταπατούνται. Τότε, καταβάλλουμε το τίμημα της ανορθολογικότητας, όπως η Τουρκία σήμερα. Τιμωρία υπάρχει, αλλά δεν είναι θεϊκή· είναι ανθρωπογενής. Ενα διεφθαρμένο και αυταρχικό πολιτικό σύστημα, που χρονίως ανεχόταν και επιβράβευε την οικοδομική αυθαιρεσία και διευκόλυνε κολλητούς απατεώνες εργολάβους, κάποια στιγμή θα ερχόταν αντιμέτωπο με τις συνέπειες της αφροσύνης του.

Ως αναστοχαστικοί νεωτερικοί άνθρωποι, γνωρίζουμε, όμως, τα όρια του ορθολογικού σχεδιασμού. Η θεσμική μηχανική δεν εξαλείφει την έκθεσή μας στο ενδεχομενικό και στο ά-λογο. Είμαστε ευάλωτα όντα – «σκόνη στον αέρα» (Kansas). Η φυσιοκρατική προσέγγιση είναι χρήσιμη, αλλά αδυνατεί να παράσχει υπαρξιακό προσανατολισμό. Οταν ένα παιδί βγαίνει ζωντανό από τα χαλάσματα του σεισμού στην Τουρκία, οι παρευρισκόμενοι αναφωνούν: «Ο Θεός είναι μεγάλος». Δεν είναι δεισιδαιμονία, όπως θα πίστευαν οι Διαφωτιστές. Το πλήθος εκφράζει, με υπερβατική γλώσσα, τη συγκίνηση του ανθρώπου που στέκεται με ευγνωμοσύνη μπροστά στο αδιανόητο δώρο, όπως στέκεται συντετριμμένα βουβός στον πόνο του άλλου. Η ευγνωμοσύνη και ο πόνος, βιωματικά, δεν ανήκουν στην επικράτεια του Ορθού Λόγου αλλά της ποίησης και της μεταφυσικής, ίσως και της σιωπής. «Το νόημα του κόσμου βρίσκεται έξω από αυτόν» (Βίτγκενσταϊν) – οι ένθεοι το αντιλαμβάνονται. Η οργάνωση του δημόσιου βίου είναι ανθρώπινη υπόθεση – οι ορθολογιστές το γνωρίζουν.

Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή