2007. 2012. 2023

3' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν είναι 2012. Οσοι είδαν τις διαδηλώσεις από κοντά, περιγράφουν ένα πλήθος που θυμίζει περισσότερο το 2008. Ενα ρεύμα με σαφή ηλικιακά χαρακτηριστικά, σαν εκείνο που είχε εκδηλωθεί στο τέλος του μεγάλου εγκλεισμού στη Νέα Σμύρνη. Τα ξεσπάσματα αυτά συνήθως δεν έχουν εκλογικό καταστάλαγμα. Οι ηλικίες αυτές εκδηλώνονται ηχηρά στον δρόμο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα εκφραστούν και στην κάλπη.

Δεν είναι 2012 κυρίως επειδή δεν υπάρχουν σήμερα οι υλικές συνθήκες του 2012. Παρά τις καθηλώσεις που ανέδειξε το δυστύχημα, η χώρα δεν είναι χρεοκοπημένη. Δεν έχει 27% ανεργία. Τα εισοδήματα δεν μειώνονται. Αυξάνονται. Το ότι η βελτίωση αυτή δεν κατανέμεται αναλογικά σε όλες τις ηλικίες, αλλά αφορά κυρίως αυτούς που έχουν ήδη εισοδήματα –τους ήδη ενταγμένους στο «σύστημα»–, είναι ένας επιπλέον λόγος που εξηγεί τα δημογραφικά χαρακτηριστικά του ξεσπάσματος. (Εχει ενδιαφέρον ότι αυτοί που συμμερίζονται τα τελευταία εικοσιτετράωρα την οργή της νέας γενιάς είναι οι ίδιοι που προπαγανδίζουν από τον τηλεοπτικό τους άμβωνα όλες τις πολιτικές –φορολογικές και ασφαλιστικές– που την κρατούν στο περιθώριο της οικονομικής ζωής. Οι φιλοθεάμονες «πελάτες» των πρωινάδικων δεν είναι, άλλωστε, οι νέοι.)

Το 2023 δεν είναι όμως ούτε 2007. Κανείς δεν πιστεύει (πια) ότι γαλαντομίες της τελευταίας στιγμής μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά την εκλογική συμπεριφορά. Αλλά και κανείς δεν μπορεί να αποπροσανατολίσει τη θεμιτή μήνιν της κοινής γνώμης για τα συστημικά ελλείμματα που επέτρεψαν στο δυστύχημα να συμβεί, αποδίδοντάς το σε «ασύμμετρους» δαίμονες.

Το 2023 ο θυμικός βρασμός εκδηλώνεται πολύ κοντά στις κάλπες. Οι κάλπες όμως είναι διπλές. Οσοι υποτιμούσαν την πρώτη εκλογή, απλώς σαν ενδιάμεση στάση προς την τελική ετυμηγορία, δεν μπορούν σήμερα παρά να αναγνωρίσουν τη σημασία της. Για το απόθεμα συναισθήματος που συσσωρεύτηκε αυτές τις ημέρες υπάρχει εκλογική διέξοδος. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον εκείνο το μέρος του εκλογικού σώματος που ψηφίζει «στρατηγικά» –περισσότερο με έλλογη στάθμιση του συμφέροντος παρά με παρόρμηση– θα έχει την ευκαιρία να ζυγίσει τα εκλογικά προϊόντα του θυμού, προτού ξαναψηφίσει. Θα έχει δει τα πολιτικά απότοκα του πένθους και της απελπισίας· και θα έχει την ευχέρεια στη δεύτερη κάλπη να τα αλλάξει.

Αυτή η εκλογική συζήτηση επιχειρείται ενώ το χώμα των Τεμπών είναι ακόμη ζεστό από τη φωτιά της 28ης Φεβρουαρίου· ενώ η καθημερινή και μαζική διαμαρτυρία μπορεί να προκαλέσει στους δρόμους νέα «απρόβλεπτα» γεγονότα με πολιτική βαρύτητα.

Κάποιοι, αδυνατώντας να οικονομήσουν την πολλή ευαισθησία τους, λένε ότι δεν πρέπει να μιλάμε τώρα για πολιτική. Αλλά, αν δεν αναζητήσουμε στην πολιτική τη διέξοδο από τις καταστροφικές τροχιές που οδήγησαν και στα Τέμπη, πού θα την αναζητήσουμε; Στις μολότοφ; Ή στις ανεμοδούρες του καθωσπρέπει τηλε-λαϊκισμού;

Το δίλημμα δεν άλλαξε μετά το δυστύχημα. Αντιθέτως. Το δυστύχημα φόρτισε με υπαρξιακή ένταση το ίδιο εκλογικό ζητούμενο: Αν αυτή είναι όντως η Ελλάδα, τότε ποιος μπορεί να την κάνει άλλη;

Οι απέτσωτοι 

Την είδες την έκρηξη; Δεν μπορεί, το εμπορικό μετέφερε επικίνδυνο πολεμικό φορτίο. Τις είδες τις ανακοινώσεις για τους νεκρούς; Δεν μπορεί, κάτι μας κρύβουν πάλι. Σαν να μην ήταν το γεγονός από μόνο του «αρκετά» τραγικό. Σαν να χρειαζόταν συγκινησιακή ενίσχυση από τη συνωμοσιολογική φαντασία. Οι περσόνες που κατάφεραν να πρωταγωνιστήσουν τα τελευταία εικοσιτετράωρα στην αγορά της συγκίνησης σπέρνουν αυτή την καχυποψία: Οτι τα media –που είναι, βεβαίως, τα ίδια media στα οποία και οι διασπορείς εργάζονται– κάτι προσπαθούν να συγκαλύψουν. Κάτι να μαγειρέψουν. Οι επαγγελματίες της ενημέρωσης δικάζονται από τους επαγγελματίες της διασκέδασης –είτε της καθαρής μορφής είτε της υβριδικής διασκέδασης, που δανείζεται τη φόρμα της ενημέρωσης– διεκδικώντας για τους εαυτούς τους το μονοπώλιο της αμεροληψίας. Δεν συμβαίνει για πρώτη φορά. Κάποτε, ας πούμε, είχαμε φτάσει να διαμορφώνει το κλίμα που οδήγησε στην πρόωρη διάλυση της Βουλής ο Λαζόπουλος με τον Χαϊκάλη – όχι από το «Τσαντίρι» του πρώτου, αλλά από διπλανά, φιλόξενα «παράθυρα». Μπορούμε να το δοκιμάσουμε και τώρα: να αποκαθηλώσουμε τους Πετσωμένους. Και να βάλουμε διευθυντή ενημερώσεως στο ένα κανάλι τον Μουτσινά. Και στο άλλο τον Λιάγκα και τον Κανάκη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή