Ο τελευταίος σταθμός

3' 15" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Μάργκαρετ Θάτσερ φρόντιζε να μην ταξιδεύει ποτέ με τρένο. Διακήρυττε ότι «τέτοιο πράγμα που να λέγεται Κοινωνία δεν υπάρχει. Υπάρχουν άτομα, άνδρες και γυναίκες, και υπάρχουν και οικογένειες». Η αναφορά υπάρχει σε ένα ολιγοσέλιδο κείμενο του σημαντικού Βρετανού ιστορικού και δοκιμιογράφου Τόνι Τζαντ (1948-2010), που είχε εκδοθεί από το ΜΙΕΤ το 2013 με τίτλο «Η δόξα των σιδηροδρόμων» και επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη. «Αν χάσουμε τους σιδηροδρόμους δεν θα έχουμε χάσει απλώς ένα πολύτιμο πρακτικό εφόδιο, που η αναπλήρωση ή η ανάκτησή του θα ήταν αφόρητα δαπανηρή», γράφει μεταξύ άλλων ο Τζαντ. «Θα έχουμε αποδεχτεί ότι λησμονήσαμε πώς να ζούμε συλλογικά. Εάν αχρηστέψουμε τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και τις σιδηροδρομικές γραμμές που οδηγούν σε αυτούς (…) θα είναι σαν να αχρηστεύουμε τη μνήμη που έχουμε για το πώς μπορούμε να ζήσουμε με αυτοπεποίθηση μέσα στις πόλεις μας». Και συνεχίζει: «Εάν δεν μπορούμε να ξοδέψουμε τους συλλογικούς μας πόρους για τα τρένα και να ταξιδεύουμε ευχάριστα με αυτά, δεν είναι επειδή ανήκουμε πλέον σε περιφραγμένες κοινότητες και χρειαζόμαστε μόνον αυτοκίνητα για να κινηθούμε από τη μία στην άλλη. Θα είναι επειδή έχουμε καταντήσει περιφραγμένα άτομα, που δεν γνωρίζουν πώς να μοιραστούν τον δημόσιο χώρο προς όφελος όλων».

Εκτεταμένο το απόσπασμα που μεταφέρουμε, αλλά πρόσφορο για μια επανασύνδεση με ό,τι τις τελευταίες ημέρες διακόπηκε βίαια και τραγικά μέσα μας. Το σύντομο κείμενο του Τζαντ εκτός από ιστορικό μελέτημα είναι, κυρίως, «συνηγορία πολιτική και γενικότερα πολιτιστική υπέρ των τρένων».

Μετά την τραγωδία στα Τέμπη θα δυσκολευτούμε να επιστρέψουμε ως επιβάτες στα τρένα. Η ανάκτηση εμπιστοσύνης είναι μια διαδικασία που χρειάζεται χρόνο και κυρίως πολύ συγκεκριμένες ενέργειες και πράξεις από την κυβέρνηση και τους αρμόδιους φορείς. Η επούλωση του τραύματος από τις απώλειες νέων ανθρώπων και η διαχείριση του συλλογικού πένθους θα κινούνται παράλληλα με την «τοποθέτηση» των γραμμών στη σωστή (ευρωπαϊκή) τροχιά και την απόδοση των ευθυνών.

Η συνύπαρξη, σιωπηλή ή θορυβώδης, ενός δημόσιου μέσου μεταφοράς είναι και μια εκπαίδευση κοινωνική. Ισχυροποιείται στον συγχρωτισμό το αίσθημα του ανήκειν.

Μέσα από τη μικρή (και εξαιρετική) αυτή έκδοση επανατίθενται σε λειτουργία κάποιες λησμονημένες «διαδρομές». Οπως: ο «δημόσιος χώρος προς όφελος όλων», αφού, βέβαια, έχει προηγηθεί η διαπίστωση ότι η αχρήστευση των σιδηροδρόμων είναι ένα ευθύ πλήγμα στην κοινωνία, σε έναν συλλογικό τρόπο ζωής.

Η αδιαφορία για ό,τι αποκαλούμε «δημόσιο χώρο» στην Ελλάδα έχει πολλές παραμέτρους και εκδηλώνεται κάθε μέρα και κάθε στιγμή. Από τα τετριμμένα (τους κάδους σκουπιδιών, για παράδειγμα, ή την καθαριότητα στα δημόσια κτίρια, στα πάρκα και στους δρόμους) έως τα πιο «χρηστικά» (σταθμοί μετρό – ας μετρήσουμε τα σπασμένα ή αχρηστευμένα ακυρωτικά για αρχή). Οι ερμηνείες δεν λείπουν, η εκτροπή λόγω «θυμού» στην περίοδο της οικονομικής κρίσης ήταν από τις πιο προσφιλείς, όμως δεν βοηθούν· πολιτικές λιτότητας εφαρμόστηκαν και σε άλλες κοινωνίες, χωρίς τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στην εμφάνιση και λειτουργία των πόλεων. Τα δημόσια αγαθά δεν χαίρουν, καθώς φαίνεται, μεγάλης εκτίμησης, αλλά, από την άλλη, η όποια «ιδιωτικοποίηση» είναι κόκκινο πανί. Αυτός ο α λα καρτ, δήθεν, σεβασμός του δημόσιου θέλει πολυμέτωπη προσπάθεια για να αποκοπεί από την υποκρισία και να γίνει μέρος μιας κανονικής καθημερινότητας που θα συμβάλει δραστικά και σε μια καλύτερη Ελλάδα.

Η «περίφραξη» εαυτού στον αντίποδα του «μοιράσματος» είναι ακόμη μία πτυχή του κειμένου του Τζαντ για τους σιδηροδρόμους. Η συνύπαρξη, σιωπηλή ή θορυβώδης, ενός δημόσιου μέσου μεταφοράς είναι και μια εκπαίδευση κοινωνική. Ισχυροποιείται στον συγχρωτισμό το αίσθημα του ανήκειν, ακόμη κι αν συνοδεύεται από δυσφορία κι όχι από ευχαρίστηση.

Για τον Τόνι Τζαντ, που προσβλήθηκε και πέθανε στα 62 του από μια πολύ σπάνια και ανίατη νευροεκφυλιστική νόσο, η πιο αποκαρδιωτική συνέπεια της αρρώστιας του ήταν «η συνειδητοποίηση ότι δεν θα ξαναπάρω ποτέ το τρένο». «Αυτή η απουσία», είχε πει, «είναι κάτι περισσότερο από την απλή απώλεια μιας ευχαρίστησης, τη στέρηση της ελευθερίας ή πολλώ μάλλον τον αποκλεισμό νέων εμπειριών». Ας κρατήσουμε ως επίλογο τη φράση του: «Τέλος πια ο σταθμός του Βατερλώ, τέλος οι στάσεις στην ύπαιθρο, τέλος πια η μοναξιά: όχι άλλο γίγνεσθαι, μόνο το ατέλειωτο είναι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή