Οι κυβερνήσεις πέφτουν και οι σταθμάρχες μένουν

Οι κυβερνήσεις πέφτουν και οι σταθμάρχες μένουν

2' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν δεν κάνω λάθος, τον όρο «βαθύ κράτος» τον μεταφέραμε στα καθ’ ημάς από την Τουρκία. Αν δεν κάνω λάθος, επίσης, το «βαθύ κράτος» ήταν ιεραρχημένο και δρούσε με σχεδόν στρατιωτική πειθαρχία. Ηταν ένας γίγαντας με κεφάλι, χέρια και πόδια. Ο Ερντογάν κατάφερε να συγκρουσθεί μαζί του και να εγκαταστήσει το δικό του κράτος στη θέση του. Οταν στην Ελλάδα μιλάμε για βαθύ κράτος εννοούμε κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι ένα ασπόνδυλο μαλάκιο, διάσπαρτο σε όλους τους τομείς της διοίκησης. Το αποτελούν μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες οι οποίες δεν είναι απαραίτητο να επικοινωνούν μεταξύ τους. Δεν έχουν συγκεκριμένο στόχο και ως επί το πλείστον δρουν αντανακλαστικά. Ο υπουργός μπορεί να αποφασίζει, σωστά ή λάθος δεν έχει σημασία, όμως η απόφασή του χάνει τον δρόμο της στους διαδρόμους του υπουργείου του. Η Βουλή μπορεί να ψηφίζει νόμους, οι οποίοι όμως δεν εφαρμόζονται ποτέ γιατί έχουν πνιγεί στην κολλώδη ουσία του βαθέος κράτους. Η διασπορά του και η απουσία οργάνωσης δυσκολεύουν την αντιμετώπισή του, όσο ισχυρή κι αν είναι η πολιτική βούληση. Η αντιμετώπισή του γίνεται ακόμη δυσκολότερη από το γεγονός ότι δεν έχει πολιτικό προσανατολισμό. Λειτουργεί πέραν του καλού και του κακού των πολιτικών συγκρούσεων, τις οποίες δικαιούται να κοιτάζει αφ’ υψηλού. Οι κυβερνήσεις αλλάζουν, όμως οι σταθμάρχες μένουν, όπως και οι καθηγητές ή οι δικαστές. Οι πολιτικοί στην πραγματικότητα υπηρετούν τις ορέξεις του Δημοσίου, για το οποίο έχουν υποτίθεται την πολιτική ευθύνη. Ομως ο ρόλος τους είναι προδιαγεγραμμένος. Είναι εκεί για να μη συγκρουσθούν με το βαθύ κράτος. Αλλιώς θα πνιγούν στην κολλώδη ουσία του μαλακίου.

Είναι εντυπωσιακό πώς ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια εξουσίας βρήκε τόσα ερείσματα στο βαθύ κράτος. Είναι αποτέλεσμα του μεταναστευτικού ρεύματος που παρατηρήθηκε όταν το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε και δεν μπορούσε να διεκδικήσει την πολιτική εξουσία που θα άφηνε το βαθύ κράτος στη μακαριότητα της αδράνειάς του. Η Νέα Δημοκρατία δεν πάει πίσω. Οι ρίζες της είναι βαθιές. Εξ ου και η αποτυχία του «επιτελικού κράτους». Ο Κυρ. Μητσοτάκης έριξε όλο του το βάρος στην εξωτερική πολιτική και στην αντιμετώπιση της πανδημίας, έχοντας την ψευδαίσθηση πως τα στελέχη της κυβέρνησής του θα αναλάμβαναν τη σύγκρουση με το βαθύ κράτος. Ηταν το μεγαλύτερο λάθος της τετραετίας του, του οποίου το τίμημα υπήρξε τραγικό. Η τραγωδία των Τεμπών. Η διαφορά του από τον Τσίπρα είναι ότι αντιλαμβάνεται το πρόβλημα, ενώ ο Τσίπρας δεν το θεωρεί καν πρόβλημα. Η Αριστερά του πιστεύει ότι έτσι πρέπει να λειτουργεί το Δημόσιο. Το δίλημμα των εκλογών είναι ποια από τις αντίπαλες παρατάξεις θα μας πείσει ότι μπορεί να πετάξει το μαλάκιο στα σκουπίδια του παρελθόντος όπου ανήκει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή