Η παρεξήγηση περί επιτελικού κράτους

Η παρεξήγηση περί επιτελικού κράτους

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο πλαίσιο ανατροφοδότησης του διαλόγου σχετικά με τον ρόλο του επιτελικού κράτους ως βασικού πυλώνα της κυβερνητικής λειτουργίας τίθεται το κρίσιμο ερώτημα: Tο πολιτικό σύστημα ενδιαφέρεται για το περιεχόμενο του κουτιού –ανεξαρτήτως περιτυλίγματος– ή άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε; Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, το επίδικο αφορά την αντιμετώπιση μιας μακρόχρονης παθογένειας – συστημικής ανεπάρκειας. Ορατής διά γυμνού οφθαλμού. Την αποτελεσματική λειτουργία μόνιμων και θεσμικά κατοχυρωμένων δομών που αφορούν τους νευραλγικούς μηχανισμούς άσκησης της πρωθυπουργοκεντρικής εξουσίας. Ικανών να συμβάλουν στη βέλτιστη απόδοση του τρισυπόστατου κινητήρα της κυβερνητικής μηχανής. Ητοι, σχεδιασμός, συντονισμός και έλεγχος του έργου της.

Εισερχόμενος στο Μέγαρο Μαξίμου, ο «βασιλιάς» και μάνατζερ της πολιτικής διαδικασίας παρέμενε πανίσχυρος στα συνταγματικά χαρτιά, αλλά τζούφιος στην εργαλειοθήκη που είχε στη διάθεσή του. Παραλαμβάνοντας αταξία, έλλειψη κανόνων και αναιμικές δομές. Από κοινού με την απουσία ισχυρής δημόσιας διοίκησης –την είχαμε έως τη χούντα– που διατηρεί θεσμική μνήμη και συνέχεια στον τρόπο άσκησης της εκτελεστικής εξουσίας (στο επίσης πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο μιας πρώην αυτοκρατορίας, το γραφείο του Βρετανού πρωθυπουργού στελεχώνεται κυρίως από τη διοίκηση και δευτερευόντως από μετακλητούς). Σε ένα ακραία υπουργοστρεφόμενο περιβάλλον με διευρυμένο πεδίο αυτονόμησης και ό,τι ζημιά αυτό συνεπάγεται στο έργο της κυβέρνησης. Από πριμαντόνες με προσωπική ατζέντα έως πρόσωπα ειδικού πολιτικού βάρους, αλλά ανεπαρκή διαχειριστικά. Για να μην αλλάξουμε μερικά βαγόνια εκτροχιάσαμε ολόκληρο το τρένο. Λαμπρά. Επί της ταμπακιέρας, λιγότερο ή περισσότερο ικανοί πρωθυπουργοί πλήρωσαν όλοι τους ανεξαιρέτως το τίμημα. Σε εκείνους κατέληξαν οι ευθύνες και στη χώρα ο λογαριασμός (ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι ο πρώτος που το διέγνωσε, αλλά ο πρώτος που επιχειρεί να το θεραπεύσει).

Ολα λάθος δηλαδή προκειμένου ο εκάστοτε, έστω και Superman πρωθυπουργός να παραγάγει πολιτική σε στρατηγικό επίπεδο. Παραγωγή πολιτικής «από τα πάνω» σημαίνει πως το γραφείο του θα θέτει τους στόχους και το στρατηγικό πλαίσιο, και στη συνέχεια θα καλούνται τα μέλη της κυβέρνησης να τους εξειδικεύουν και να τους υλοποιούν. Συντονίζοντας τη διυπουργική συνεργασία, έτσι ώστε να εξυπηρετηθούν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο το στρατηγικό πλαίσιο και οι προτεραιότητες που θέτει ο πρωθυπουργός, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνουν τα συλλογικά κυβερνητικά όργανα αλλά και ο ίδιος. Αυτό συνεπάγεται τον μετασχηματισμό του ξεπερασμένου Μαξίμου σε μια «Προεδρία της Κυβέρνησης» ή όπως αλλιώς θέλουμε να την ονομάσουμε, που δρα ως ισχυρό επιτελικό κέντρο με συντονιστικό χαρακτήρα.

Ο τόπος το είχε ανάγκη και του ταιριάζει ως μοτίβο. Οσοι επιθυμούμε να συνεισφέρουμε επ’ ωφελεία του πρώτου και όχι χαϊδεύοντας τα πάθη μας, προσηλωνόμαστε στη θωράκιση έναντι της αποδόμησης. Ενισχύοντάς το με μόνιμες διοικητικές δομές. Σε συνθήκες ματωμένες –εντός και εκτός συνόρων– η επιστροφή στο «business as usual – πάμε κι όπου βγει» υπομαρτυρά αλλοίωση πολιτικού αισθητηρίου και άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας. Οταν φτάσουμε εκεί που πρέπει, οδηγώντας τη χώρα στα όρια του εφικτού, ευχαρίστως να το ξανασυζητήσουμε.

Αν και η αναζήτηση συναινέσεων παραμένει πολιτικά επιθυμητή, το ζητούμενο για έναν πρωθυπουργό δεν μπορεί να είναι διαφορετικό από την επίτευξη συμφωνίας για τη λήψη καλών αποφάσεων.

Καταληκτικά, ως προς τη βελτίωση του κινητήρα, επιλέγω να εστιάσω στο σημείο που είχε σταθεί σε άρθρο του το 2020 ο Αλέξης Παπαχελάς. Το μοντέλο διακυβέρνησης «δεν μπορεί να δουλέψει χωρίς υπουργούς που θα νιώθουν ως μέλη μιας ομάδας, με ιδιοκτησία επιτυχιών και αποτυχιών. Στο κράτος μας είναι εύκολο να συμβεί αυτό που έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής: “Οι εντολές μου συχνά χάνονται μέσα σε μια γκρίζα μάζα”». Ορθή η παρατήρηση. Ειδικότερα, αν και «χρειάζονται δύο για ταγκό», οι πρώτοι που καλούνται να εργαστούν προς αυτή την κατεύθυνση διά της «αθόρυβης διπλωματίας» είναι οι «έντιμοι διαμεσολαβητές» της Προεδρίας της Κυβέρνησης. Αφιερώνοντας πολύ χρόνο μέσα στο περιβάλλον των υπουργών της κυβέρνησης. Το οποίο και πάντοτε θα περιλαμβάνει προσωπικότητες με ειδικό πολιτικό βάρος και επιρροή. Πέρα από το να μεταφέρουν επακριβώς τη γνώμη και τις απόψεις τους ενώπιον του πρωθυπουργού, φροντίζουν να λειτουργούν και με την ιδιότητα του συμφιλιωτή μεταξύ των εμπλεκομένων. Διασφαλίζοντας πως όλοι κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Επιχειρώντας να βρουν κοινά σημεία και να διευκολύνουν τον αρμονικό βηματισμό μεταξύ Μαξίμου και κυβερνητικών στελεχών. Προσπαθώντας να ενώσουν όλους τους συμμετέχοντες. Κατά συνέπεια, μέρος του έργου ενός έντιμου διαμεσολαβητή είναι να επιχειρεί και τελικά να διαμορφώνει τον «μέγιστο κοινό παρονομαστή».

Στο διά ταύτα, αν και η αναζήτηση συναινέσεων παραμένει πολιτικά επιθυμητή, το ζητούμενο για έναν πρωθυπουργό δεν μπορεί να είναι διαφορετικό από την επίτευξη συμφωνίας για τη λήψη καλών αποφάσεων. Ιστορικά, είναι οι μορφές συναινέσεων στον «ελάχιστο κοινό παρονομαστή» των κακών αποφάσεων που συναθροίστηκαν σε μεταστατικό κυβερνητικό καρκίνο. Οδηγώντας τη χώρα στα άκρα του ανέφικτου.

Ο κ. Σωτήριος Κ. Σέρμπος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Πρώην σύμβουλος Εξωτερικής Πολιτικής στην Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή