Οι σημερινές εκλογές για την ανάδειξη νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ είναι μία καθαρώς εσωκομματική διαδικασία. Μόνον που σ’ αυτό το κόμμα των πολλαπλών συνιστωσών του 3%, το οποίο υπό την ηγεσία του κ. Αλέξη Τσίπρα εκτινάχθηκε στην εξουσία σε διάστημα μικρότερο μίας τετραετίας, σπανίως ισχύουν οι συμβάσεις.
Αυτό συμβαίνει και με την ανάδειξη της νέας ηγεσίας. Οι εσωτερικές κομματικές διαδικασίες της Αριστεράς διαφέρουν και δίδουν αφορμή ενίοτε για σκωπτικό σχολιασμό άλλων πολιτικών σχηματισμών. Πολύωρες συσκέψεις, συνεδριάσεις, πολυφωνία και άλλα παρόμοια.
Ο Ηλίας Ηλιού, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ, πλην όμως σεβαστός από τους πολιτικούς του αντιπάλους, είχε πει χαρακτηριστικά κάποια στιγμή: «Το ρήμα συνεδριάζω είναι αμετάβατο. Οι κομμουνιστές το μετέτρεψαν σε μεταβατικό, ταλαιπωρίας σημαντικό. Τον έβαλα κάτω και τον συνεδρίασα». Αυτά συνέβαιναν τότε και τώρα και εις τον αιώνα.
Ο συντάκτης του κειμένου αυτού δεν έχει εσωτέρα γνώση του ΣΥΡΙΖΑ, των τάσεων και των ισορροπιών που επικρατούν σε αυτό το κόμμα. Τρεις, όμως, από τους διεκδικητές της ηγεσίας έχουν κάποια διακριτά χαρακτηριστικά, εν σχέσει με τα ισχύοντα σε άλλες παρατάξεις. Ισως διότι πρόκειται για νέο κόμμα, δίχως βαρώνους ή κατεστημένο.
Η κ. Εφη Αχτσιόγλου είναι η υποψήφια από την Βόρεια Ελλάδα. Γεννημένη στα Γιαννιτσά, προσφυγικής καταγωγής, από το Τσανάκκαλε των Δαρδανελλίων, έχει τις αντοχές εκείνων των ανθρώπων που υπέστησαν τις οικτρές συνέπειες της εκστρατείας στην Μικρά Ασία.
Ως η πρώτη νεότερη υπουργός διαχειρίσθηκε επαρκέστατα τα χαρτοφυλάκια που ανέλαβε στα χρόνια των μνημονίων. Αυτό όμως θεωρείται πλέον περίπτωση εκ των ων ουκ άνευ. Το γεγονός ότι η κ. Αχτσιόγλου είναι γυναίκα, δημιουργεί κάποια αμηχανία. Ισως όμως αυτό να είναι και το πλεονέκτημά της. Μία γυναίκα πολιτικός στην εξουσία είναι συχνά κακός «μπελάς», κυρίως σε ένα σύστημα ανδροκρατούμενο, όπως της Ελλάδος – και όχι μόνον. Η Μάργκαρετ Θάτσερ είναι ένα κορυφαίο παράδειγμα.
Ο κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι μία άλλη ενδιαφέρουσα υποψηφιότητα. Γεννημένος στην Ολλανδία, μεγαλωμένος στην Βρετανία, είχε την καλύτερη μόρφωση που μπορεί να εξασφαλίσει κάποιος στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αρχικώς στο St Paul, όπου είχε μαθητεύσει ο Τζον Τσώρτσιλ, ο 1ος Δούκας του Μάρλμπορο, και στη συνέχεια στην Οξφόρδη.
Αριστερός, μαρξιστής, καμία σχέση με τους Ελληνες «κούτβηδες» του παρελθόντος ή τους επιγόνους τους. Ως επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδος του ΣΥΡΙΖΑ με την Τρόικα έφερε εις πέρας την αποστολή του, όχι διότι συμφωνούσε ιδεολογικά ή ως οικονομολόγος, αλλά επειδή ήταν «μια δουλειά που ανέλαβε και έπρεπε να τη φέρει εις πέρας».
Και τέλος ο υποψήφιος-έκπληξη, ο κ. Στέφανος Κασσελάκης, που κυριολεκτικώς προέκυψε από το πουθενά. Αλλά όπως κι αν το κάνουμε, είναι μία αυθεντική ενσάρκωση του «αμερικανικού ονείρου» ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στις μέρες μας. Είναι τρεις υποψηφιότητες που αναιρούν το αφήγημα περί του ΣΥΡΙΖΑ ως ενός κόμματος άξεστων και πρωτόγονων. Οι πάσης φύσεως ανατροπές είναι ο κανόνας πλέον στις μέρες μας.