Μετά τις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου κατέστη σαφές ότι για τον χώρο της αποκαλούμενης «Κεντροαριστεράς» δεν υπήρχε πλέον ένας σαφής κληρονόμος, αλλά δύο, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Το συμπέρασμα αυτό προέκυψε τότε από την καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ και την άνοδο (αν και όχι τόσο θεαματική μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου) του ΠΑΣΟΚ. Εκτοτε στον χώρο επικράτησε μια σχετική πλήξη, αίσθημα το οποίο δεν κατόρθωσαν Κουμουνδούρου και Χαριλάου Τρικούπη να μειώσουν, παρά το γεγονός ότι η χώρα ούτως ή άλλως οδεύει σε έναν ακόμη γύρο εκλογών, τις περιφερειακές και δημοτικές του Οκτωβρίου. Αντιθέτως, όλες οι εξελίξεις και σε αυτόν τον τομέα προέκυψαν από εσωτερικές διαμάχες της κυρίαρχης Ν.Δ.
Αυτό το αίσθημα πλήξης περί τον πάλαι ποτέ δεύτερο σημαντικότερο πολιτικό πόλο στην Ελλάδα κατόρθωσε να μεταβάλει σε ενδιαφέρον ένα αουτσάιντερ, ο Στέφανος Κασσελάκης, που από το βράδυ της Κυριακής είναι το φαβορί για την ανάδειξη στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην Εφη Αχτσιόγλου. Αποτελεί γενική παραδοχή ότι, είτε αρέσει είτε όχι, ο Κασσελάκης παρείχε κάποιο οξυγόνο στα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πριν από την απότομη εμφάνισή του όδευε σε εκλογική διαδικασία αμφιβόλου πολιτικού ενδιαφέροντος. Ο Κασσελάκης, λοιπόν, μετέτρεψε τις εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ σε πολιτικό γεγονός κάποιας αξίας, μόλις τρεις μήνες μετά τη σοβαρή ήττα του κόμματος.
Ασχετα με το αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με την πλατφόρμα Κασσελάκη (άραγε υπάρχει κάτι τέτοιο;), μπορεί να φτάσει τουλάχιστον σε ένα εύκολο συμπέρασμα: Η εικόνα μετράει, ενώ η αριστερή συνθηματολογία, βγαλμένη από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, είναι πλέον ένα μουσειακό είδος. Προφανώς κάθε χώρος φιλοδοξεί να επιτύχει τη μετεξέλιξή του. Η Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη τι σχέση έχει με εκείνη του Κώστα Καραμανλή; Ή ακόμη και με εκείνη του πατρός του, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, προ 30 ετών; Μάλλον ελάχιστη.
Σε λίγες ημέρες θα ξέρουμε κατ’ αρχάς ποιον αρχηγό θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ και μαζί με αυτό σε ποιο βαθμό παλαιότερα στελέχη του κόμματος θα αποστασιοποιηθούν ή όχι από το νέο εγχείρημα. Πέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, υπάρχει και ένα ευρύτερο ζήτημα. Με εξαίρεση την πρώτη τριετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με όλο το ιστορικό βάρος που αυτή μετέφερε, στην Ελλάδα του περίπου μισού μεταπολιτευτικού αιώνα, ουδέποτε υπήρχε τέτοια απόσταση ανάμεσα στο κυβερνών κόμμα και σε εκείνο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί να είναι και αυτή μια νέα ιστορική φάση. Μπορεί και όχι. Σε κάθε περίπτωση, κάτι κινείται σε ένα χώρο που μετά τον Ιούνιο παρουσίαζε χαρακτηριστικά πολιτικής νεκροφάνειας.