Αναφέρομαι στους πρώην πρωθυπουργούς διότι, με αφορμή τις πρόσφατες διαφοροποιήσεις του Αντώνη Σαμαρά, ουσιαστικά τους αμφισβητήθηκε αυτό το δικαίωμα. Εκτός αν το δικαίωμα να έχουν άποψη ή όχι εξαρτάται από το αν συμφωνούμε με αυτά που υποστηρίζουν. Τότε δεν απέχουμε πολύ από αυτό που είχε δηλώσει το 1976, αν θυμάμαι καλά, ο αείμνηστος ηγέτης της παραδοσιακής και ορθόδοξης Αριστεράς, πως «στο Κόμμα μας όλοι μπορούν να λένε την άποψή τους, αρκεί να είναι η σωστή».
Στην Ελλάδα, ευτυχώς όλοι μπορούν να λένε ό,τι θέλουν, διότι αυτή είναι η δημοκρατία. Και φυσικά, αυτό το δικαίωμα το έχουν κατακτήσει και οι πρώην πρωθυπουργοί, οι οποίοι, χωρίς καμιά εξαίρεση, το άσκησαν και καλώς έπραξαν και πράττουν. Μάλιστα, ένας εξ αυτών, επειδή εξέφρασε τη γνώμη του, διαγράφηκε από τον διάδοχό του, που αυτός όρισε. Μπορεί οι πρώην να εγκατέλειψαν τον πρωθυπουργικό θώκο, αλλά δεν αποστρατεύθηκαν πολιτικά. Η αποστρατεία στην πολιτική είναι μια περίπλοκη διαδικασία, ειδικά στην Ελλάδα, καθώς υπεισέρχονται πολλοί παράγοντες με κυριότερο την υστεροφημία. Είναι μια ανθρώπινη ανάγκη να υπερασπιστούν το έργο τους. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα πράγματα είναι πιο απλά, διότι εκεί δεν υπάρχει ο ρόλος του λαοπρόβλητου ηγέτη. Δεν υπάρχουν οι αμφίδρομες σχέσεις εξάρτησης και αγάπης του ηγέτη με τους πολίτες.
Αλίμονο αν τη διαφωνία ή τη διαφορετική άποψη τη βαφτίσουμε υπονόμευση και δολιοφθορά, ιδίως αν εκφέρεται από έναν πρώην πρωθυπουργό, που υπηρέτησε και αγάπησε και την πατρίδα του και την παράταξη.
Προσωπικά, βλέπω με θετική ματιά τις παρεμβάσεις τους. Εμπλουτίζουν την πολιτική σκηνή με τις θέσεις τους και, το κυριότερο, εκφράζουν ένα μέρος της παράταξής τους, μικρό ή μεγάλο, που θέλει να ακούσει τη δική του φωνή από ψηλά. Αυτές οι παρεμβάσεις, όμως, δεν λειτουργούν υπονομευτικά προς το κόμμα και την κυβέρνηση; Οι παρατάξεις δεν υπονομεύονται λόγω, αλλά μόνον έργω. Αλίμονο αν τη διαφωνία ή τη διαφορετική άποψη τη βαφτίσουμε υπονόμευση και δολιοφθορά, ιδίως αν εκφέρεται από έναν πρώην πρωθυπουργό, που υπηρέτησε και αγάπησε και την πατρίδα του και την παράταξη. Πολύ δε περισσότερο, αν έχασε και το ένα μάτι σε αυτήν την προσπάθεια. Στο κάτω κάτω, ο πλουραλισμός απόψεων δείχνει έναν υγιή οργανισμό που προβληματίζεται. Οι ομοφωνίες και κυρίως οι σιωπές προβεβλημένων στελεχών, ενώ είναι γνωστές οι διαφωνίες τους, δεν τιμούν και τους ίδιους, απογοητεύουν τους εσωκομματικούς φίλους τους, οι οποίοι μάλλον θα αναζητήσουν σε άλλα κόμματα την έκφραση των θέσεών τους. Δηλαδή, η ζημία είναι διπλή. Επί του συγκεκριμένου θέματος είχα γράψει στην «Καθημερινή» της 3/12/2023, πως είναι προτιμότερο για την ευστάθεια του πολιτικού μας συστήματος η ακραιφνής Δεξιά να εκφράζεται μέσα από τη Νέα Δημοκρατία.
Συνεπώς, ας μην αναζητούμε δόλιους σχεδιασμούς και να μην προσπαθούμε να ανακαλύψουμε ύποπτα σενάρια πίσω από τις παρεμβάσεις πρώην πρωθυπουργών. Ούτε να ψυχαναλύουμε τις προσωπικότητές τους για να αιτιολογήσουμε τις διαφωνίες τους. Τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Κάνουν αυτό που επιτάσσει η συνείδησή τους. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.