Στων δικαιωμάτων την πορεία…

3' 33" χρόνος ανάγνωσης

Πρόσφατα ο υπουργός Υγείας έκανε έκκληση σε ορισμένες ειδικότητες γιατρών να προσφέρουν εθελοντική εργασία μερικές ώρες την εβδομάδα, προκειμένου να συμπληρωθούν τα κενά σε νοσοκομεία, όπου οι διαγωνισμοί για προσλήψεις έμεναν άγονες. Η έκκληση δεν βρήκε ανταπόκριση και η υπόθεση εξελίσσεται συγκρουσιακά.

Η υπόθεση αυτή με σαστίζει. Φυσικά, είναι περίπλοκη και η ανάλυσή της θα απαιτούσε ειδικές γνώσεις, τις οποίες δεν έχω. Αλλά πουθενά δεν ακούω να αναφέρονται η ευσπλαχνία, η φιλαλληλία, το έλεος. Μεγάλωσα με τέτοιες λέξεις να κουδουνίζουν στ’ αυτιά μου. Στην επαρχιακή πόλη όπου γεννήθηκα, ο δήμος λειτουργούσε ένα νοσοκομείο, ένα βρεφοκομείο και ένα γηροκομείο, με έσοδα από τα δημοτικά τέλη, αλλά και με την ουσιαστική συμμετοχή σε χρήμα και εργασία των πιο εύρωστων δημοτών του. Τους ταχτικούς εράνους, που έκανε ο δήμος, τους στελέχωναν καλοστεκούμενοι έμποροι και επαγγελματίες, επιτυχημένοι γιατροί προσέφεραν δωρεάν τις υπηρεσίες τους, γυναίκες είτε μέσω της Εκκλησίας είτε μέσω διαφόρων συλλόγων οργάνωναν γιορτές και μπαζάρ για συγκέντρωση χρημάτων – κανείς δεν αμφισβητούσε την υποχρέωση να ευσπλαχνείσαι τον πιο αδύναμο, τον ασθενέστερο, τον ατυχέστερο από εσένα, και να μεταφράζεις το αίσθημά σου σε πράξη.

Ηταν αυτό ένα φαινόμενο της εποχής εκείνης; Οχι καθόλου. Το καθήκον της φιλαλληλίας εμπεριέχεται σε θρησκείες και σε φιλοσοφίες. Λύνονται με την ευσπλαχνία όλα τα προβλήματα; Δεν μου φαίνεται. Ηταν τότε παράδεισος; Οχι βεβαίως! Υπήρχαν και πάμπλουτοι τσιγγούνηδες, και αδιάφοροι, και αρπακτικοί, και άδικοι και Ταρτούφοι, και πάρα πολλοί ήταν οι αδύναμοι που έμεναν απροστάτευτοι. Καμία, μα καμία αντίρρηση δεν έχω στο κοινωνικό κράτος, με τις οργανωμένες υπηρεσίες του, το κράτος που μπορεί πολύ περισσότερα. Αλλά μπορεί τα πάντα; Μου φαίνεται πως όχι. Τον καιρό του πολέμου του 1940, δεν ήταν ούτε ένας ούτε δύο οι γιατροί που έκλεισαν τις κλινικές τους στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις, και πήγαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα Γιάννενα και σε άλλα σημεία κοντά στα αλβανικά κυρίως σύνορα, σε περιοχές μάλιστα που οι Ιταλοί βομβάρδιζαν συστηματικά. Ανάλογα είχαν συμβεί σε παλαιότερους πολέμους ή θεομηνίες, και αργότερα, στους σεισμούς του 1953, και σε άλλες καταστροφές ή σε γιορτές, όπως στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Πολύ πρόσφατα, δε, στον καιρό της πανδημίας του κορωνοϊού, οι γιατροί και οι νοσηλευτές μας έδωσαν αφιλοκερδώς ατέλειωτες ώρες σκληρότατης δουλειάς.

Σαν να μου φαίνεται, λοιπόν, πως τη ζωή μας δεν μπορούμε να τη ρυθμίσουμε με τον προσδιορισμό και τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας αποκλειστικά. Κάποια ώρα, οι καταστάσεις θα μας καλέσουν να προσφέρουμε από ευσπλαχνία κάτι πολύτιμο – ένα μέρος από τον χρόνο μας, από τις απολαβές μας, από την ασφάλειά μας. Και κάποια ώρα θα βρεθούμε εμείς στη θέση του αδύναμου, που κρέμεται από την ευσπλαχνία του άλλου.

Το λέει τόσο υπέροχα η Πόρτσια, στον «Εμπορο της Βενετίας». Ο πάμπλουτος και ισχυρότατος Αντόνιο υπογράφει προς χάριν ενός αγαπημένου φίλου του ένα εγγυητικό προς τον έμπορο Σάυλοκ, με ποινή μια ουγγιά κρέας από δίπλα από την καρδιά του. Ο Σάυλοκ είναι βαριά αδικημένος γιατί ο φίλος του Αντόνιο έχει αρπάξει τη μοναχοκόρη του και μαζί την περιουσία του – γι’ αυτό ζητάει αυτό το απάνθρωπο τίμημα. Η τύχη τον βοηθά να εκδικηθεί, φέρνοντας στον Αντόνιο τη μια οικονομική καταστροφή μετά την άλλη. Λήγει το συμφωνητικό και ο Αντόνιο δεν μπορεί να πληρώσει. Ο Σάυλοκ διεδικεί τη λίβρα το κρέας, που σημαίνει θάνατο για τον Αντόνιο. Το δικαστήριο δεν μπορεί να του την αρνηθεί – το δίκιο είναι με το μέρος του.

«Ναι, είναι δικαίωμά σου», του λέει η σοφή Πόρτσια, που έχει έρθει στο δικαστήριο μεταμφιεσμένη σε νομομαθή, «αλλά πρέπει να δείξεις έλεος».

«Και τι με βιάζει να δείξω έλεος;» εξανίσταται ο Σάυλοκ.

«Το έλεος», του λέει εκείνη, «έρχεται αβίαστα· πέφτει σαν την απαλή βροχούλα από τα ουράνια, ευεργετώντας εκείνον που παίρνει αλλά και εκείνον που δίνει· είναι το σπουδαιότερο κόσμημα των βασιλιάδων· είναι ανώτερο κι απ’ τη δικαιοσύνη· είναι ιδιότητα του ίδιου του Θεού. Και γι’ αυτό η γήινη εξουσία μοιάζει πιο πολύ με θεία, μόνον όταν το έλεος συνοδεύει τη δικαιοσύνη.

»Γι’ αυτό, Σάυλοκ», συνεχίζει η Πόρτσια, «μολονότι δικαιοσύνη μόνον ζητάς, σκέψου καλά πως στης δικαιοσύνης την πορεία, δεν θα ‘βρισκε κανείς μας σωτηρία. Ολοι μας για έλεος παρακαλιόμαστε».

Αυτή είναι μια άχαρη και λειψή περίληψη, αλλά οι στίχοι του Σαίξπηρ είναι αθάνατοι, όπως μου φαίνεται πως είναι και η γνησιότητα της κοινωνικής του ευαισθησίας. Και μάλιστα για γιατρούς.

*Η κ. Αθηνά Κακούρη είναι συγγραφέας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT