Πώς κλείναμε χθες; Με τη σημείωση ότι οι μακρινοί μας πρόγονοι κοίταξαν κάποτε την πέτρα και είδαν σε αυτήν κάτι πολύ περισσότερο από έναν άχρηστο πετρώδη όγκο. «Μέχρι σήμερα», γράφει ο ανθρωπολόγος Αγκουστίν Φουέντες στο «Γιατί πιστεύουμε. Η εξέλιξη και ο ανθρώπινος τρόπος ύπαρξης» (μτφρ.: Θεόδωρος Παραδέλλης, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), «η κατασκευή λίθινων εργαλείων είναι ένα επίτευγμα που καμία άλλη εξελικτική γραμμή στον πλανήτη δεν μπόρεσε ποτέ να κατακτήσει».
Ο Φουέντες παραθέτει τη σκέψη του ψυχολόγου Μάικλ Τομασέλο: «Τα ψάρια γεννιούνται αναμένοντας να βρουν νερό και οι άνθρωποι γεννιούνται αναμένοντας να βρουν πολιτισμό». Και προσθέτει: «Τα τελευταία 2 εκατ. χρόνια, η ανάπτυξη του ανθρώπου εξελίχθηκε ως ένα σύστημα άρρηκτα συνδεδεμένο με τις γλωσσικές, κοινωνικά διαμεσολαβημένες και κατασκευασμένες δομές, θεσμούς και πεποιθήσεις που συνιστούν την ανθρώπινη οικοθέση».
Οικοθέση: «ο δυναμικός και πολυδιάστατος χώρος μέσα στον οποίο υπάρχει ένας οργανισμός – το σύνολο των βιολογικών και υλικών παραγόντων που συγκροτούν τον οικολογικό χώρο τον οποίο καταλαμβάνει ένα είδος· το πώς ζει στον κόσμο».
Πώς ζει ο άνθρωπος στον κόσμο· κρίσιμο σημείο. Διότι πολλά θηλαστικά (από τους γορίλες έως τις όρκες και τις φάλαινες που επικοινωνούν τραγουδώντας) έχουν σύνθετη κοινωνική ζωή – συνθέτουν ακόμα ακόμα και ένα είδος πρωτόγονου πολιτισμού αν θέλετε, αλλά μόνον ο άνθρωπος φιλοσοφεί, βιώνει υπαρξιακές κρίσεις, «συχνά δε», γράφει εύστοχα ο Φουέντες, «υποθέτουμε πως ορισμένες όψεις της ζωής περιλαμβάνουν μια υπερβατική συνιστώσα».
Ο συγγραφέας αναφέρει πως, ακόμη και πριν από την εμφάνιση της ολοκληρωμένης γλώσσας, η φωτιά ενδέχεται να διευκόλυνε την ανάδυση του υπερβατικού μέσω των αφηγήσεων· όχι μόνον ιστορίες από το κυνήγι, αλλά και αφηγήσεις ονείρων. Με τη φωτιά μέσα στην τρομακτική νύχτα, με τις φωτοσκιάσεις που προέκυψαν, η φαντασία άρχισε να οργιάζει. Χάρη στη φωτιά γεννήθηκε η τέχνη των σπηλαίων, το παλαιότερο δείγμα της οποίας, αν θυμάμαι καλά, έχει βρεθεί στην έρημο Ατακάμα της Χιλής.
Γενικά, είναι μια βαθιά ριζωμένη ικανότητα στον άνθρωπο να αναπαριστά πράγματα που ΔΕΝ υπάρχουν στον κόσμο «και να μετατρέπει αυτές τις “νοερές σκέψεις” σε υλικές πραγματικότητες». Οσο ζωτικής σημασίας κι αν είναι, δεν μας αρκεί η επιβίωση· κυνηγάμε το μεδούλι της ζωής. Και αυτό μένει πάντοτε κρυμμένο.
Αυτή η ικανότητα πάντως βρήκε την αποθέωσή της στην ανάπτυξη της γλώσσας («ο ανθρώπινος πολιτισμός και η ανθρώπινη γλώσσα είναι ισοσθενείς») και βοήθησε στην εξέλιξη του «υπερβατικού στοιχείου»: να αναγνωρίζουμε αυτό που βρίσκεται πέρα από τα όρια κάθε δυνατής εμπειρίας (ορισμός του Ιμάνουελ Καντ, τον οποίο μνημονεύει ο Φουέντες).
Είναι πραγματικά αδιανόητη η ανθρώπινη διαδρομή από το οντικό (τα πρακτικά ζητούμενα της κάθε μέρας) στο οντολογικό (τα υπαρξιακά, μεταφυσικά ερωτήματα). Μέσα σε αυτή τη διαδρομή χιλιετηρίδων εντάσσεται και η ακόμα πιο ιδιαίτερη ικανότητα του ανθρώπου να πιστεύει σε κάτι που με τις αισθήσεις του δεν μπορεί να συλλάβει.