Σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα μυστήρια του ΣΥΡΙΖΑ, ο καθηγητής του Παντείου Ξενοφών Κοντιάδης προσέθεσε ακόμη ένα. «Σύμφωνα με το καταστατικό του κόμματος, “σε περίπτωση άρσης της εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής από το 50%+1 των μελών της προς τον πρόεδρο συγκαλείται έκτακτο συνέδριο” (άρθ. 20 παρ. 4). (…) Η άρση της εμπιστοσύνης δεν προκύπτει από το καταστατικό ότι συνεπάγεται έκπτωση του προέδρου, αλλά σύγκληση συνεδρίου για να δρομολογηθεί νέα εκλογική διαδικασία από την κομματική βάση. Ομως εκλήφθηκε ως έκπτωση και ο πρόεδρος Κασσελάκης με τους συνεργάτες του αποχώρησαν» (fb 11.9.2024). Βεβαίως, όπως σημειώνει ο ίδιος, «αν ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε με όρους θεσμικής σοβαρότητας, αμφιβάλλω αν θα είχε ποτέ εκλεγεί πρόεδρος ο Κασσελάκης».
Να προσθέσουμε κάτι: ο κ. Στέφανος Κασσελάκης δεν βρισκόταν στην Κουμουνδούρου ακόμη και όταν ήταν πρόεδρος, θα παρέμενε μετά την έκπτωσή του; Να θυμηθούμε ότι αποκεφάλισε το προεδρείο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας τηλεφωνικώς από τα Χανιά ή επιχείρησε να αλλάξει τη φυσιογνωμία του κόμματος μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας.
Ο έκπτωτος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε εντελώς αναπάντεχα τον πρώτο λαχνό της πολιτικής. Εγινε –κυριολεκτικώς από το πουθενά– αρχηγός του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος της χώρας, δηλαδή πρωθυπουργός εν αναμονή. Ηταν μια εξέλιξη που μέχρι πέρυσι γνωρίζαμε μόνο από ταινίες του στυλ «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», ή «Να είστε εκεί κύριε Τσανς». Το πρόβλημα είναι ότι τα ανεμομαζώματα των εσωκομματικών διαδικασιών έγιναν γρήγορα ανεμοσκορπίσματα. Ο κ. Κασσελάκης δεν είχε την πολιτική και την κομματική εμπειρία για να διαχειριστεί τα κέρδη.
Εχουμε ασχοληθεί επί μακρόν με «τα παιδιά του κομματικού σωλήνα», πολιτικούς που δεν έκαναν τίποτε στη ζωή τους και απλώς ανέβηκαν σιγά σιγά την κομματική ιεραρχία. Δικαίως τους ελεεινολογούμε, διότι κατά κανόνα είναι αποκομμένοι από την πραγματική ζωή και τα προβλήματά της. Δεν είναι ανάγκη όμως να πάμε «με τις πάντες» και η απόρριψη των πούρων κομματικών να γίνει εκλογή των τυχαίων. Ναι, πρέπει οι εκλεγμένοι πολιτικοί να έχουν αντίληψη της κοινωνίας, να έχουν εργαστεί, να έχουν ζήσει αγωνίες της πραγματικής ζωής. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι εντελώς ξεκομμένοι από τα κόμματά τους ή την πολιτική, σαν εχέγγυο μιας τιμιότητας που δεν ξέρουμε αν επαληθευτεί. Οι άνθρωποι πρώτα αναλαμβάνουν θέσεις εξουσίας και μετά γίνονται ή δεν γίνονται διεφθαρμένοι. Ετσι λέει η λογική κι έτσι γίνεται στη ζωή.
Συνεπώς, μεταξύ των «παιδιών του κομματικού σωλήνα» και των άσχετων με την πολιτική, ο ίσιος δρόμος είναι καλύτερος.