Η συνέντευξη που δεν έδωσε ποτέ ο Γιάννης Μόραλης είναι η έκθεση «Αγγελοι – Μουσική – Ποίηση» στο Μουσείο Μπενάκη. Λιγόλογος, μακριά από το πλήθος, προσιτός μόνο στους μαθητές του και σε λίγους διαλεγμένους φίλους ζωής, ο Γιάννης Μόραλης προτιμά να μιλάει γι’ αυτόν το έργο του, κυρίως το ζωγραφικό.
Γι’ αυτό η έκθεση που έχει για θέμα της τον δημιουργό Γιάννη Μόραλη σε άλλες εκφράσεις και πτυχές του αστείρευτου ταλέντου, μπορεί και μιλάει για τον ίδιο, για τη ζωή του, και για τους φίλους του καλλιτέχνες με τους οποίους συνοδοιπόρησε σε μιαν Αθήνα σε ακμή δημιουργίας, όπως ήταν οι δεκαετίες του ’50, του ’60, του ’70.
Μετά ο Γιάννης Μόραλης απορροφάται από τη ζωγραφική του που εκφράζει πλούτο συναισθημάτων με λιτές γραμμές και χρώματα από τη δική του παλέτα. Δύο αντιπροσωπευτικά έργα ζωγραφικής κοσμούν, σε περίοπτη θέση, την έκθεση στο Μπενάκη.
Τα άλλα εκθέματα έχουν μπει και στη δική μας ζωή και μεταφέρουν ώς σήμερα, γοητευτικό και απαράλλαχτο, με ισχυρή δόση νοσταλγίας, το ηχόχρωμα της Αθήνας στα χρόνια εκείνα που σφράγισαν οι ποιητές μας Σεφέρης, Ελύτης με τις συλλογές τους, ο Μάνος Χατζηδάκις με τη μουσική του και τους δίσκους του, η Ραλλού Μάνου με το Χορόδραμα, οι παραστάσεις στην Επίδαυρο. Απαλή, σαν αναπνοή αγαπημένου προσώπου τη νύχτα, η μουσική του Μάνου Χατζηδάκι υποδέχεται τον επισκέπτη που μπαίνει μέσα στο ολόφωτο Μουσείο Μπενάκη για να συναντήσει, και να γνωρίσει από κοντά, τον Γιάννη Μόραλη μέσα από τα έργα του, τα άλλα, εκτός από τους πίνακες. Γιατί ζωγραφική είναι και οι εικονογραφήσεις που έκανε για τις ποιητικές συλλογές των Σεφέρη και Ελύτη και τα εξώφυλλα δίσκων για τους κοσμαγάπητους δίσκους του Μάνου Χατζιδάκι.
Ολα αυτά είναι εκεί, τον περιμένουν να πλησιάσει, να τα δει, να θυμηθεί, να κατανοήσει με την απόσταση του χρόνου που μεσολάβησε την αγάπη που είχε ο Μόραλης για τα ποιήματα και τη μουσική των ακριβών του φίλων.
Είναι οι θεατρικές μακέτες από σκηνικά και κοστούμια που έκανε για τη Ραλλού Μάνου στην ακμή του Χοροδράματος, όταν το υπηρετούσαν με το ταλέντο τους οι Χατζηκυριάκος – Γκίκας, Γιάννης Τσαρούχης και εκείνος.
Είναι, τέλος, τα αγαλματίδια, οι μορφές με τα φτερά, οι Αγγελοι που μένουν ασάλευτοι, ενώ ολόγυρα η μουσική φτεροκοπά. Το Μουσείο Μπενάκη μας δίνει τον τρόπο να γνωρίσουμε τον Γιάννη Μόραλη από πολύ κοντά, με τον τρόπο που εκείνος θέλει – μέσα από το έργο ζωής, που είναι η ζωή του…
Η γραφομηχανή κρατάει το ίσο στο εμβατήριο της μετακόμισης
Ο πιο εκκωφαντικός ήχος είναι αυτός της σιωπής. Ο ήχος της παραδοσιακής γραφομηχανής αντηχεί ιδιαίτερα δυνατός, στο άδειο γραφείο, στον διάδρομο τον γεμάτο χαρτοκιβώτια με τα βιβλία και με τα υπάρχοντα της «Καθημερινής» δημοσιογραφικής μας ζωής, στη Σωκράτους 57 που, όπως μαθαίνετε σήμερα μετακομίζει. Μετακομίζει η «K» στο Νέο Φάληρο, σε νέα ιδιόκτητα σύγχρονα γραφεία, με θέα στη θάλασσα. Μετακομίζει και συνεχίζει, όμοια και δριμύτερη, γιατί η πρόοδος αυτό απαιτεί.
Δεν λέει «αντίο» η γραφομηχανή, ούτε έχει την παραμικρή διάθεση να σωπάσει. Με τον τρόπο της, καθώς περνούν οι μεταφορείς από μπροστά από την ανοιχτή πόρτα του άδειου γραφείου, με τα άδεια ράφια και τα καρφιά στους τοίχους, η γραφομηχανή φωνάζει στα ήδη αμπαλαριασμένα «κομπιούτερ» των συναδέλφων: «Ερχομαι κι εγώ»!
Τα «ζωγραφικά σχόλια» του Μόραλη στα Ποιήματα του Σεφέρη σε δεύτερη έκδοση από τον «Ικαρο»
«Σπάνια μου πέτυχαν τα ζευγαρώματα των τεχνών», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης, σε ένα ενθουσιώδες κείμενό του στις «Δοκιμές», γ’ τόμος, που μας το υπενθύμισε η φίλη Κατερίνα Καρύδη του «Ικαρου».
«Ηταν πάντα για μένα κάτι σαν δύο άλογα ζεμένα στο ίδιο αμάξι, που ξαφνικά τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Ετσι άκουσα με πολύ δισταγμό την ιδέα του «Ικαρου» να ζητήσει από τον Γιάννη Μόραλη να εικονογραφήσει τα ποιήματά μου», γράφει ο Σεφέρης το 1965, αμέσως μετά την πρώτη έκδοση που θεωρείται, και είναι, ιστορική.
Και συνεχίζει: «Ωστόσο όταν, ύστερα από αρκετούς μήνες ο Μόραλης μού έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα πως μπορεί κάποτε να μην υπάρχουν διόλου αμάξι, παρά μόνο δύο ελεύθερα άλογα καλπάζοντας ανεξάρτητα σε ένα πράσινο λιβάδι. Κατάλαβα πως είχε κάνει μια εργασία που προκαλούσε τον διάλογο ενός νεώτερου καλλιτέχνη που δεν αγνόησε το έργο της ποίησης με έναν κατά μισή γενεά παλαιότερό του».
Με αυτό το «ζωγραφικό σχόλιο» του Γιάννη Μόραλη πάνω στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, κλεισμένο μαζί με τα άπαντα Ποιήματα από τον εκδοτικό οίκο «Ικαρο» σε ένα βαθυκύανο βιβλίο, κλείνει και το τελευταίο «Σημειωματάριο» που γράφτηκε στην έδρα της εφημερίδας, στη Σωκράτους 57, στον πέμπτο όροφο, που συχνά επισκεπτόταν στη δεκαετία του ’60 ο Γιάννης Μόραλης. Ο Τήλεφος από Δευτέρα, όπως όλοι μας εδώ, της Σωκράτους, πηγαίνει «μια βόλτα στο Φαληράκι», κι από εκεί θα γράφει το «Σημειωματάριο». Γιατί η ζωή συνεχίζεται και η «Καθημερινή» είναι ζωή, δική σας, των αναγνωστών και δική μας. Μια «Καθημερινή» ζωή που δεν την αλλάζουμε με τίποτα.
Στροφή
Στιγμή, σταλμένη από ένα χέρι
που είχα τόσο αγαπήσει
με πρόφταξες ίσια στη δύση
σα μαύρο περιστέρι.
Ο δρόμος άσπριζε μπροστά μου,
απαλός αχνός ύπνου
στο γέρμα ενός μυστικού δείπνου…
Στιγμή σπυρί της άμμου…
Γιώργος Σεφέρης
(Ποιήματα, Αννα Λόντου,
Ικαρος 1965, 2001)
Αυτό το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Στροφή» εικονογραφεί το Ζωγραφικό Σχόλιο του Γιάννη Μόραλη. Και να τι γράφει ο Σεφέρης στο κείμενό του, στις «Δοκιμές»: «Μ’ έκαναν να τις προσέξω αυτές οι ζωγραφιές. Αυτά τα γκρίζα, τα γαλάζια και τα μαύρα φωτερά χρώματα: ένας «κεραμεικός» όπου κάθησε ένα απειλητικό περιστέρι ένα περιβόλι φυτεμένο κάκτους μπροστά σε «πομπηιανό» σπίτι μια πλώρη που κόβει ένα πέλαγο από πέτρινα συντρίμμια…».Τηλεφος