Οι συμπάθειες ενός αγάλματος

Οι συμπάθειες ενός αγάλματος

6' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Του Χριστόφ. X. Ματιάτου

«Φαίνεται λοιπόν πως, ως αποτέλεσμα δύο νικηφόρων εκστρατειών, της χρησιμοποίησης μιας τεράστιας στρατιωτικής δύναμης και της δαπάνης μεγάλων χρηματικών ποσών, ό,τι επιτεύχθηκε μέχρι τώρα είναι μόνο η αποσύνθεση ενός κράτους που ευκταίο ήταν να δούμε ισχυρό, φιλικό και ανεξάρτητο, η ανάληψη νέων και ανεπιθυμήτων υποχρεώσεων σε σχέση με μιαν από τις περιοχές του και μία κατάσταση αναρχίας απ’ άκρη σ’ άκρη της υπόλοιπης χώρας».

Τα παραπάνω αναφέρονται στο Αφγανιστάν. Δεν προέρχονται όμως από απόρρητη έκθεση κάποιας υπηρεσίας των ΗΠΑ, που διαπίστωσε πως οι εξελίξεις στη χώρα αυτή δεν δικαιολογούν απεριόριστη αισιοδοξία. Είναι επιστολή Βρετανού λόρδου προς Βρετανό λόρδο. O ένας ήταν υπουργός για τις Ινδίες, ο άλλος αντιβασιλέας τους. Ημερομηνία, η 21 Μαΐου 1880, στη διάρκεια του B΄ Αφγανικού Πολέμου. (Ευχές για ένα ισχυρό, φιλικό και ανεξάρτητο Αφγανιστάν πρέπει να αντιμετωπίζονται με μια σχετικά κριτική διάθεση, χθες όπως και σήμερα.)

Ο Αφγανοί δεν ήταν τότε ιδιαίτερα δημοφιλείς. Ηταν κάπως επιφυλακτικοί απέναντι στους Αγγλους, ίσως επειδή οι τελευταίοι είχαν εισβάλει στον τόπο τους μερικές δεκαετίες πριν. Ετσι, έδειξαν περιορισμένο ενθουσιασμό για να δεχθούν την εγκατάσταση βρετανικής διπλωματικής αντιπροσωπείας στη χώρα τους. Οι Αγγλοι εθίγησαν, ακολούθησαν στρατιωτικά μέτρα και το Αφγανιστάν εδέησε να καλωσορίσει τον αντιπρόσωπο της Μεγάλης Βρετανίας στην Καμπούλ.

Δυστυχώς, στις 3 Σεπτεμβρίου του 1879 και ενώ την προηγουμένη ο κάπως αισιόδοξος αντιπρόσωπος της βασίλισσας Βικτωρίας είχε αναφέρει στους προϊσταμένους του ότι «όλα πάνε καλά», μέγα πλήθος Αφγανών, στρατιωτών και πολιτών, με μέγα πάθος, κατευθύνθηκε προς το κτίριο των Βρετανών με μάλλον κακές διαθέσεις. O Βρετανός διπλωμάτης (αλλά και ταγματάρχης) έκρινε σκόπιμο να απευθύνει μια προσλαλιά από το μπαλκόνι του μεγάρου στους απρόσκλητους επισκέπτες του. Δεν πρέπει να υπήρξε ιδιαίτερα πειστικός. Μερικές ώρες αργότερα και ύστερα από ηρωική αντίσταση, ο ίδιος, οι συνεργάτες του και οι 75 Ινδοί στρατιωτικοί της φρουράς είχαν εκμετρήσει το ζην.

Η αγέρωχη Αλβιών, τότε υπερδύναμη και εξαιρετικά βικτωριανή, δεν ευχαριστήθηκε καθόλου, μα καθόλου. Αμεση συνέπεια ήταν νέα εκστρατεία κατά του Αφγανιστάν. H τεχνική όμως υπεροχή των Αγγλων δεν τους εξασφάλισε πάντα από δυσάρεστες εκπλήξεις. Στις 27 Ιουλίου 1880 ηττήθηκαν κοντά στο χωριό Μαϊβάντ, όπου μια Αφγανή, ονόματι Μαλαλάι, ενθουσίασε τους συμπατριώτες της στο πεδίο της μάχης, μετατρέποντας το πέπλο της σε σημαία και ενθαρρύνοντάς τους με στίχους. (Ετσι καταλαβαίνουν οι αναγνώστες της «Καθημερινής» γιατί το περιοδικό που διάβαζαν οι δύο Αφγανές κυρίες της φωτογραφίας που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της Τετάρτης 27 Φεβρουαρίου 2002 λέγεται «Μαλαλάι».) Αλλά κυρίως ο πόλεμος αυτός χαρακτηρίστηκε από τα εξαιρετικά σκληρά μέτρα που έλαβαν οι Αγγλοι κατά των Αφγανών. Μέτρα που ελάχιστα κάλυπτε μικρότατο φύλλο συκής δικαιοσύνης, και αυτής στρατιωτικής. Τα μέτρα αυτά υλοποιήθηκαν με τη συστηματική χρήση, ή μάλλον κατάχρηση, της αγχόνης.

Στην ίδια όμως τη Μεγάλη Βρετανία υψώθηκε μία αυστηρή φωνή, «η φωνή της αγγλικής συνείδησης», που καταδίκασε τη συμπεριφορά αυτήν προς τους Αφγανούς: «Θυμηθείτε πως η ιερότητα της ζωής στα ορεινά χωριά του Αφγανιστάν, μέσα στα χιόνια του χειμώνα, είναι εξίσου απαραβίαστη στα μάτια του Παντοδύναμου Θεού με τη δική σας». Ηταν η φωνή ενός ανθρώπου που ήθελε η πολιτική να σέβεται και να ακολουθεί κάποιους ηθικούς κανόνες και για τον οποίο η θρησκευτική πίστη ήταν κάτι περισσότερο από έναν χρήσιμο εξωτερικό τύπο. Μιλούσε δε έτσι, απευθυνόμενος στους ψηφοφόρους του, στη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας. O άνθρωπος αυτός ήταν ο Γουλιέλμος Εβαρτ Γλάδστων. Και είναι προς τιμήν των Βρετανών εκλογέων της εποχής, ενδιαφέρον δε φαινόμενο διά πολιτική ανάλυση, το ότι τελικά του επέτρεψαν να γίνει πρωθυπουργός και να συντελέσει στον τερματισμό του πολέμου στο Αφγανιστάν.

Συμπαθείς όμως δεν του ήταν μόνον οι Αφγανοί, αλλά και οι Ζουλού στην «προσπάθειά τους να υπερασπίσουν με τα γυμνά τους κορμιά τις εστίες και τα σπίτια τους, τις γυναίκες και τις οικογένειές τους κατά του πυροβολικού σας», όπως έλεγε πάντα στους ψηφοφόρους του. Συμπαθή του ήταν ακόμη και τα κατά καιρούς θύματα της οθωμανικής αγριότητας, από τους Βουλγάρους μέχρι τους Αρμενίους.

Συμπάθεια είχε επίσης και για τις κυρίες που ασκούσαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα στα πεζοδρόμια του Λονδίνου. Σε προχωρημένη ηλικία και σε προχωρημένες ώρες, προσπαθούσε να τις πείσει να αλλάξουν ζωή, με άγνωστα αποτελέσματα. Λέγεται, πάντως, πως η βασίλισσα Βικτωρία δεν έβλεπε με ιδιαίτερα καλό μάτι τις προσπάθειες αυτές.

Η μεγάλη όμως συμπάθεια του Γλάδστωνα ήταν η Ελλάδα. (Είχε, άλλωστε, απέραντη κλασική παιδεία.) Μας υποστήριξε κατά τον ναυτικό αποκλεισμό από τον βρετανικό στόλο του ναυάρχου Πάρκερ στα 1850. Στα 1858/59 στάλθηκε στα Επτάνησα, με την ελπίδα να καταστήσει την αγγλική προστασία λιγότερο αντιπαθή στους κατοίκους. Μια τέτοια προσπάθεια δεν ήταν δυνατόν παρά να αποτύχει, μια και μόνον η Ενωση μπορούσε να ικανοποιήσει τους Επτανησίους. O Γλάδστων όμως «αφήκε… όνομα περίκλυτον και γεραρόν παρά τοις Ιονίοις, διά την ειλικρίνειαν και το θάρρος των ιδεών του, την πολιτικήν ευθύτητα, όσον και την ευλάβειαν προς τα εθνικά ιδεώδη».

Αφησε πάντως και κάποιες εύθυμες αναμνήσεις: επισκεπτόμενους τους Παξούς, έσκυψε να φιλήσει το χέρι του ορθοδόξου επισκόπου, σκανδαλίζοντας τους παρευρισκομένους ομοεθνείς του. Παρέμενε δε σε αυτήν τη στάση περιμένοντας την αρχιερατική ευλογία. O καημένος ο επίσκοπος, όμως, έμεινε αμήχανος, άναυδος και αποσβολωμένος μπροστά σε μία τέτοια εκδήλωση σεβασμού, στην οποία δεν τον είχαν συνηθίσει άλλοι Βρετανοί επίσημοι. Χρειάσθηκε κάποιον χρόνο για να συνέλθει. Οταν τελικά έσκυψε για να τον ευλογήσει, ο Γλάδστων είχε αρχίσει να επανέρχεται στην ορθία θέση. O ετεροχρονισμός προκάλεσε σύγκρουση της αρμοστειακής κεφαλής με το ευτυχώς γενειοφόρο επισκοπικό πηγούνι.

Στην επίσκεψη και την υποδοχή του Γλάδστωνα στη Ζάκυνθο αναφέρονται οι ακόλουθοι χαρακτηριστικοί στίχοι του Γιάννη Τσακασιάνου από τις «Γεροντοπαραξενάδες του Σπουρίτη», που γράφτηκε στα 1886:

«Στον ερχομό του Γλάστωνα – ο Θεός ‘σχωρέσε Σέρρα –

(Πρόκειται μάλλον για τον Γεώργιο Σέρρα, καθολικό ιερέα, εξαίρετο άνθρωπο και φλογερό πατριώτη)

μ’ έκαμες κι’ επαράτρεχα μουρλός με μια παντιέρα,

και «Ζήτω, ζήτω η Ενωσι!» φούγιαζα, «Προχωρείτε!»

κι όταν μας είπε ο Γλάστωνας – «Μη σούσουρα, σκεφθήτε…/

«Ενωσι!» του ξανάπαμε, «Ενωσι, ετσελέντσα!»

κι ανάψανε τα Ζήτω μας κάτου’ς τη ρεσιντέντσα.

(Η έδρα του Αγγλου τοποτηρητή του νησιού)

Και τώπε ο κακορροίζικος, τώπε – «Πενσάτε μέλιο»,

(Σκεφθείτε καλύτερα)

γιατί θα μετανώσετε…» κι έλεγε το βαγγέλιο!

Ο Γλάδστων είχε γίνει εξαιρετικά δημοφιλής στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα, όταν η έξωση του Οθωνα άφησε τον θρόνο της κενό και το στέμμα της χωρίς κεφάλι από κάτω, να βολιδοσκοπηθεί σχετικά. O συνήθως αυστηρός Γλάδστων έσκασε στα γέλια και αποθάρρυνε κάθε τέτοια σκέψη. Ας σημειωθεί πως αρνήθηκε τίτλο ευγενείας στη χώρα του.

Για καλή μας τύχη, ήταν πρωθυπουργός το 1870, όταν ληστές, είδος διαδεδομένο και διαπλεκόμενο με την πολιτική την εποχή εκείνη στην Ελλάδα, συνέλαβαν και κατόπιν θανάτωσαν στο Δήλεσι άτυχους ξένους τουρίστες, μεταξύ των οποίων και σημαντικούς Βρετανούς. «Ευρέθη δε τότε εν τη προεδρία της αγγλικής κυβερνήσεως πρωθυπουργός φιλέλλην οίος ο Γλάδστων και υπουργός εν τω υπουργείω των Εξωτερικών οίος ο λόρδος Γράμβιλλ, ίνα μετριάσωσι τον φοβερόν εναντίον της Ελλάδος εξάψαλμον και σμικρύνωσι την ευθύνην του ελληνικού λαού και αποστρέψωσι την ξένην κατοχήν από της Ελλάδος», έγραψε ιστορικός μας.

Τυχεροί, συγχρόνως με τους Αφγανούς, υπήρξαμε που ο Γλάδστων έγινε πάλι πρωθυπουργός το 1880. H συμβολή του ήταν αποφασιστική στην προσάρτηση της Θεσσαλίας και του διαμερίσματος της Αρτας στην Ελλάδα. O ίδιος δήλωσε τότε:

«Ουδέποτε εν τω βίω μου ησθάνθην χαράν μείζονα της επί τη αναιμάκτω ενώσει της Θεσσαλίας μετά της Ελλάδος».

Με πρωτοβουλία του Πανεπιστημίου και πανελλήνιο έρανο έγινε το άγαλμα που βρίσκεται στον χώρο μπροστά στο Εθνικό και Καποδιστριακό, έργο του Γεωργίου Βιτάλη. O Γλάδστων κάνει μια εμπνευσμένη χειρονομία με το δεξί χέρι, η παλάμη είναι ανοικτή αλλά σε γωνία που αποκλείει κάθε παρεξήγηση. Επιγραφή στα αρχαία απευθύνεται σ’ αυτόν, αναφέροντας πως έδωσε σε τμήμα της Ηπείρου και στη Θεσσαλία το ιερό φως της ελευθερίας, διώχνοντας τη σκλαβιά, η δε Ελλάδα που δεν ξεχνά το καλό που της έγινε του έστησε αυτό το άγαλμα και η δόξα του θα είναι αθάνατη.

Οι Ελληνες μπορούν να κοιτάζουν με κάποια συμπάθεια τον ανδριάντα του ανθρώπου που δεν ήθελε να γίνει βασιλιάς και προσέφερε όχι ασήμαντες υπηρεσίες στον τόπο τους. Το ίδιο και οι Αφγανοί, οικονομικοί πρόσφυγες ή λαθρομετανάστες, τον αδριάντα του ανθρώπου που θεωρούσε πως οι ζωές των προγόνων τους δεν ήταν χωρίς αξία. Είναι κρίμα που συνήθως ηγέτες υπερδυνάμεων, μεγάλων δυνάμεων κ.λπ. αποστρέφουν το δικό τους βλέμμα από τέτοια παραδείγματα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή