Ουραγοί και στην οικονομία της γνώσης

Ουραγοί και στην οικονομία της γνώσης

4' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την 1.10.2002 ο πρωθυπουργός, μιλώντας στην τελετή έναρξης της λειτουργίας του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών είπε, ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής: «Γνώση σημαίνει αναζήτηση, γνώση σημαίνει έρευνα. Και η έρευνα στην Ελλάδα, κυρίως η εφαρμοσμένη έρευνα, αλλά και η θεωρητική υστερούν. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει στη χώρα μας και στον τομέα έρευνας σημαντικά βήματα». Θα ήταν ευχής έργον να έχουν τα πράγματα έτσι. Δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι διαφορετική και απογοητευτική για τη χώρα μας.

Κατά σύμπτωση την ίδια μέρα (στο φύλλο της 1.10.2002) η γαλλική εφημερίδα Le Monde δημοσίευσε μια ανταπόκριση ειδικού απεσταλμένου της στο Salzbourg της Αυστρίας, σχετικά με τα αποτελέσματα μιας συγκριτικής μελέτης που έγινε από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ και το Κέντρο Μελετών για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, η οποία παρουσιάστηκε στο Salzburg στις 16.9.2002, σχετικά με την πρόοδο που επιτεύχθηκε τόσο στην Ευρωπαϊκή Ενωση (E.E.), ως σύνολο σε σύγκριση με τις ΗΠΑ όσο και στις επιμέρους χώρες-μέλη της, δυόμισι χρόνια μετά τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί στη σύνοδο κορυφής της Λισσαβώνας στις 23/24.3.2000 για την οικονομία της γνώσης. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της συνόδου αυτής:

«Στην οικονομία της γνώσης η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να γίνει η πιο ανταγωνιστική και η πιο δυναμική του κόσμου, ικανή για μια διαρκή οικονομική ανάπτυξη, συνοδευόμενη από μια ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της απασχόλησης και μια μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή».

Τα 8 κριτήρια τα οποία έλαβε υπόψη η συγκριτική μελέτη που προαναφέρθηκε (τα κριτήρια της Λισσαβώνας) και με βάση τα οποία έγινε η κατάταξη τόσο της E.E. ως σύνολο σε σύγκριση με τις ΗΠΑ όσο και των επιμέρους χωρών-μελών μέσα στην E.E. ήταν: α) Κοινωνία της γνώσης β) Καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη γ) Απελευθέρωση των αγορών δ) Οικονομία στο Δίκτυο ε) Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στ) Περιβάλλον ζ) Κοινωνική ένταξη και η) Διαρκής ανάπτυξη. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της μελέτης που παρουσιάστηκε στο Salzburg η E.E. υστερεί έναντι των ΗΠΑ σε όλα τα κριτήρια «με εξαίρεση τις προσπάθειες που έχουν αναληφθεί ενάντια στον κοινωνικό αποκλεισμό».

Η κατάταξη

Οι επιμέρους χώρες-μέλη της E.E. (με την εξαίρεση του Λουξεμβούργου, λόγω του μικρού μεγέθους της χώρας αυτής) κατατάσσονται στη σειρά για τον καθένα από τα 8 κριτήρια και μετά υπολογίζεται ο μέσος όρος. Οσο μικρότερο μέσο όρο έχει μια χώρα τόσο καλύτερη είναι η θέση της στην κατάταξη σε ό,τι αφορά την οικονομία της γνώσης. H κατάταξη αυτή δίνεται στον πίνακα παρακάτω. Οπως φαίνεται σ’ αυτόν, οι σκανδιναβικές χώρες βρίσκονται στην κορυφή με βάση τα κριτήρια της Λισσαβώνας. Π.χ. η Φινλανδία κατέχει την 1η θέση ανάμεσα στις 14 χώρες στα 6 από τα 8 κριτήρια, τη 2η θέση στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την 3η θέση στην κοινωνική ένταξη. Αντίθετα η χώρα μας βρίσκεται στη 14η (και τελευταία θέση).

Μια αναλυτικότερη εικόνα της κατάταξης των 4 χωρών του Ταμείου Συνοχής (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας, Ισπανίας και Ελλάδας) και της Ιταλίας στο καθένα από τα 8 κριτήρια δίνεται στον πίνακα πάνω δεξιά. Στην καλύτερη θέση από τις 5 χώρες βρίσκεται η Ιρλανδία, η οποία κατέχει την 3η θέση στο περιβάλλον, την 6η θέση στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την 8η θέση στην απελευθέρωση των αγορών, ανάμεσα στις 14 χώρες. Αντίθετα στη χειρότερη (14η) θέση βρίσκεται η χώρα μας και στα 8 κριτήρια της Λισσαβώνας.

Είναι σαφές, επομένως, ότι στον κρίσιμο για την ανάπτυξη της χώρας τομέα της γνώσης η χώρα μας υστερεί απέναντι σε όλες τις χώρες-μέλη της E.E. H δυσμενής αυτή θέση αντανακλάται στην πολύ χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η Ελλάδα κατέχει την τελευταία (15η) θέση στην αγοραστική δύναμη του κατά κεφαλήν Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).

Διάθεση πόρων

Η βελτίωση της θέσης της χώρας σε ό,τι αφορά τα 8 κριτήρια της Λισσαβώνας απαιτεί, όπως είναι φυσικό, τη διάθεση πολύ μεγαλύτερων πόρων από όσους διατίθενται σήμερα σε πολλούς και βασικούς τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου. O βασικότερος από τους τομείς αυτούς είναι η εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες της (προσχολικής, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας). Για να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση στον τομέα της εκπαίδευσης απαιτείται γενναία αύξηση (ως ποσοστό του ΑΕΠ) των πιστώσεων που διατίθενται για την εκπαίδευση, τόσο από τον Τακτικό Προϋπολογισμό όσο και από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων. Οι πιστώσεις αυτές θα πρέπει να διατεθούν για την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων και τη βελτίωση τόσο της κτιριακής όσο και της υλικοτεχνικής υποδομής των σχολείων, των TEI και των AEI. Δεδομένου, όμως, του διεθνούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος στο οποίο μετέχει ως μέλος της E.E. η χώρα μας, δεν αρκεί η αύξηση των πιστώσεων για την εκπαίδευση. Θα πρέπει, ταυτόχρονα, να εντατικοποιηθεί και η προσπάθεια που απαιτείται από τους εκπαιδευτικούς για τη μετάδοση και από τους μαθητές για την αφομοίωση των αναγκαίων γνώσεων, καθώς και η προσπάθεια που πρέπει να καταβάλουν όλοι (γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές) για τη διαμόρφωση και ανάπτυξη της προσωπικότητας των νέων.

«Διαρροή εγκεφάλων»

Η Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, πάσχει από μια χρόνια «διαρροή εγκεφάλων». Για να παραμείνουν στην Ελλάδα ή να επανέλθουν από το εξωτερικό οι ταλαντούχοι επιστήμονες μας θα πρέπει να δημιουργηθούν οι θέσεις εκείνες εργασίας, οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να αξιοποιηθούν οι γνώσεις και οι ικανότητές τους και να υπάρξει το περιβάλλον εκείνο που θα τους συγκρατήσει στη χώρα. Για τον σκοπό αυτό πρέπει: α) να αυξηθούν οι δημόσιες επενδύσεις για τη δημιουργία των αναγκαίων υποδομών, β) να αυξηθεί το ποσοστό του ΑΕΠ που αφιερώνεται στην έρευνα τόσο στα ερευνητικά ιδρύματα, κέντρα και ινστιτούτα όσο και στα AEI και TEI και γ) να υπάρξει σημαντική αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων για την ίδρυση ή επέκταση των παραγωγικών εκείνων μονάδων, οι οποίες θα προσφέρουν αυτές τις θέσεις εργασίας. Για όλα τα παραπάνω απαιτούνται τόσο ένας βραχυπρόθεσμος και μεσοπρόθεσμος όσο και ένας μακροπρόθεσμος κοινωνικός και οικονομικός προγραμματισμός, ο οποίος, δυστυχώς, απουσιάζει σήμερα από όλους σχεδόν τους τομείς και τους κλάδους της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή