Στο βάθος, η ένταξη της Τουρκίας…

Στο βάθος, η ένταξη της Τουρκίας…

5' 55" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι γεγονός ότι στην Κοπεγχάγη προκάλεσε ιδιαίτερο εκνευρισμό σε ορισμένες ευρωπαϊκές ηγεσίες το ότι η τουρκική πλευρά χωρίς να τηρήσει προσχήματα έβαλε «μέσον» τις ΗΠΑ, μια χώρα μη μέλος της E.E., για να πετύχει την απόσπαση ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Κατανοητός ο εκνευρισμός, καθώς μάλιστα ήταν αγενής και θρασεία η συμπεριφορά της τουρκικής ηγεσίας στη δανική πρωτεύουσα. Αλλά, πόση αξία έχει η ανεπίσημη, παρασκηνιακή εκδήλωση θυμού για το αμερικανικό «μέσον» της Αγκυρας, όταν δυστυχώς για τους Ευρωπαίους της E.E., αλλιώς έχουν επισήμως τα πράγματα;

Η ουσία βρίσκεται στο ότι ουδείς διαμαρτυρήθηκε για το σκανδαλώδες γεγονός, ότι στη διάρκεια των σκληρών, «καυτών» διαβουλεύσεων για το θέμα της λύσης του Κυπριακού, που γίνονταν στην Κοπεγχάγη, την περασμένη Παρασκευή, μετείχε και ένας… απεσταλμένος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο κ. Ουέστον. Κοντά σε αρχηγούς κρατών και πρωθυπουργούς, συγκεντρωμένους σε μια Σύνοδο Κορυφής, ένας υπάλληλος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ μετείχε σε συζητήσεις που αφορούσαν ένα εξαιρετικής σημασίας θέμα της Συνόδου.

Οταν, λοιπόν, στην Ευρωπαϊκή Ενωση υπάρχει χώρος για μια τέτοια συμμετοχή, γιατί να μην χρησιμοποιεί απροκάλυπτα και ο κ. Ερντογάν το «μέσον» του, εκεί όπου του χρειάζεται;

Σημασία έχει, ότι οι σχέσεις Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρωπαίων της E.E., διαμορφωμένες σήμερα στη μεγάλη διαφορά ισχύος, υπέρ των πρώτων, δίνουν στην αμερικανική ηγεσία την άνεση να παρεμβαίνει ξεκάθαρα στα ευρωπαϊκά πράγματα, όποτε το κρίνει αναγκαίο και βεβαίως, να παρακάμπτει το ίδιο άνετα τις όποιες εκδηλώσεις «δυσφορίας», παρασκηνιακές ή και δημόσιες από την πλευρά της Ε.Ε.

Στην άκρη του «συστήματος»

Το ότι η τουρκική ηγεσία δεν έφυγε ευχαριστημένη από την Κοπεγχάγη, αυτό είναι κάτι που αφορά δική της ευθύνη. O τρόπος με τον οποίο ζήτησε να της δοθεί ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων και με την υπερβολική απαίτηση να αποφασιστεί από τους «15» ημερομηνία το επόμενο έτος, 2003, δεν άφησε περιθώριο στην E.E. να λυγίσει κάτω από την αμερικανική πίεση. Και μπορούμε να υποθέσουμε ότι «εργαζόμενος σκληρά προς όφελος της Τουρκίας» (όπως δήλωσε την περασμένη Τετάρτη) ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους τζ., μάλλον δεν συμβούλευσε σωστά την Αγκυρα, για το πώς θα έπρεπε να προβάλει τα αιτήματά της στην Ε.Ε.

Ισως η Ουάσιγκτον, παρά τη μεγάλη δύναμή της, δεν είναι ακόμη σε θέση να καταλάβει, ότι όσο και αν η E.E. δεν είναι (ακόμη τουλάχιστον) σε θέση να έρθει σε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, δεν μπορεί εν τούτοις να έχει την ίδια ακριβώς άποψη με τις ΗΠΑ σχετικώς με το τι είναι η Ευρώπη σε σχέση με την Τουρκία.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Τουρκία είναι η πολύτιμη άκρη του οργανωμένου στρατιωτικού συστήματος της Δύσης και έτσι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι οφείλουν να την κρατούν όσο γίνεται πιο κοντά τους, στη γεωγραφία τους.

Για τους Ευρωπαίους της E.E. δεν υπάρχει διαφωνία ως προς την αμερικανική εκτίμηση της στρατηγικής πολυτιμότητας της Τουρκίας στο δυτικό σύστημα ασφάλειας. Αλλά το να είναι ενταγμένη στην E.E. ως πλήρες μέλος της η Τουρκία, αυτό είναι μια διαφορετική ιστορία, διότι μια τέτοια ένταξη συνδέεται με πολύ ισχυρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές παραμέτρους. Επιπλέον, ορισμένοι εταίροι της E.E. – που ήδη βλέπουν με απαισιοδοξία το μέλλον της Ενωσης σε ό,τι αφορά τη συνοχή της στον πολιτικό τομέα (εξωτερικά και άμυνα) εκτιμούν ότι ως χώρα-μέλος της E.E. η Τουρκία θα είνια μια (μεγάλη) δύναμη αμερικανικής πολιτικής επιρροής. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η τουρκική υποψηφιότητα, όντως διακρίνεται από άλλες και η ένταξη της Τουρκίας στην E.E. προβληματίζει τώρα σοβαρά την πλειοψηφία των εταίρων που δεν βιάζονται να προχωρήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Τι τρομάζει τους Ευρωπαίους;

Από την πλευρά της, η Τουρκία έχει λόγους να διαμαρτύρεται σήμερα για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση ξεχωρίζει τη δική της υποψηφιότητα από αυτές άλλων χωρών και δεν δείχνει καμιά προθυμία για ένταξή της στο αμέσως προσεχές μέλλον. Οι ευρωτουρκικές σχέσεις αναπτύχθηκαν σε μια ευθεία από το 1992 έως σήμερα και με σαφή ενταξιακή προοπτική για την Τουρκία. Παρά το γεγονός, ότι στη γείτονα χώρα η εθνική κατάσταση δεν είχε τίποτε το «ευρωπαϊκό» σε κανέναν τομέα της, η E. Ενωση ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας ’90 μια πορεία προώθησης των ευρωτουρκικών σχέσεων, κατά ουσιαστικό τρόπο.

Η αρχή έγινε το 1992 με την έγκριση από τους εταίρους του βρετανικού σχεδίου «Ντάγκλας Χερντ», ως πλαισίου ανάπτυξης των σχέσεων με την Τουρκία, ακολούθησε η συμφωνία για Τελωνειακή Ενωση Κοινότητας – Τουρκίας το 1995, η σύνταξη (στο Κάρντιφ), το 1998, του σχεδίου «ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Τουρκία» και η απόφαση του Ελσίνκι, το 1999. Τα σταθερά αυτά βήματα πραγματοποιήθηκαν παρότι η κατάσταση στην Τουρκία συνέχισε να είναι εξόχως προβληματική σε επίπεδο σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των πολιτικών ελευθεριών, των δημοκρατικών θεσμών και της οικονομίας. H «μεγάλη αγορά» της Τουρκίας των 65 εκατομμυρίων κατοίκων γοήτευσε, προφανέστατα, τους ισχυρούς Ευρωπαίους εταίρους και παραλλήλως οι «ατλαντιστές» της E.E. έβλεπαν θετικά την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας στη βάση των «στρατηγικών» αναλύσεων των ΗΠΑ.

Σήμερα, η ένταξη της Τουρκίας παρουσιάζει δυσκολίες. Οι εταίροι στην E.E. δείχνουν κάπως σαν σαστισμένοι στη σκέψη ότι αυτή η ένταξη μπορεί να έχει φέρει τους Τούρκους «προ των πυλών» της Ευρώπης. Και προσωπικότητες, όπως ο πρώην πρόεδρος, Ζισάκρ ντ’ Εστέν φωνάζουν για λογαριασμό και άλλων ότι αν η Τουρκία ενταχθεί στην E.E., αυτή θα πάψει να είναι ευρωπαϊκή…

Ομως την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας την έχουν αποφασίσει και υπογράψει όλοι οι εταίροι της E.E. Θυμωμένη τώρα η τουρκική ηγεσία χαρακτηρίζει την E.E. «χριστιανική λέσχη» και δεν διστάζει μάλιστα να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο σημείο αυτό, υποστηρίζοντας (πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ερντογάν) ότι η άρνηση της E.E. να εντάξει την Τουρκία είναι «προσβολή για τον μουσουλμανικό κόσμο»…

Ζητάει πολλά σήμερα η Αγκυρα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Και διατυπώνει «απαιτήσεις» κατά τρόπο δυσάρεστο, πολλές φορές, συμπεριφερόμενη απέναντι στους εταίρους ως περιφερειακή «υπερδύναμη», ικανή ακόμη και να εκτοξεύει απειλές εις βάρος τους. Ομως θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς, ότι αυτές τις συμπεριφορές και τις εκδηλώσεις αλαζονείας, είναι οι Ευρωπαίοι που τις τροφοδότησαν με τη δική τους αδράνεια, αλλά και με το δικό τους κυνισμό, ιδιαιτέρως σε θέματα εμπορίου.

Οπως και αν έχουν πάντως ακριβώς τα πράγματα, βέβαιο είναι ότι οι ευρωτουρκικές σχέσεις μετά την Κοπεγχάγη είναι πιο δύσκολες, αλλά πολύ πιο ενδιαφέρουσες από ό,τι ήταν προηγουμένως.

Εντός «πακέτου»

Το πολιτικό παιχνίδι που έγινε προχθές πριν από την έκδοση των Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Κορυφής) δεν έλυσε όλα τα θέματα του «πακέτου» των θεμάτων που βρέθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ούτε και διέλυσε όμως το «πακέτο». Το θέμα της ένταξης της Κύπρου ήταν το μόνο που είχε σαφή εξέλιξη, αλλά η σχετική διατύπωση (εξαιρετικής διπλωματικής τεχνικής, πλην κατανοητή) αφήνει περθώρια στην Αγκυρα να «παζαρέψει» για ένα διάστημα ακόμη με την E.E. στο ζήτημα της ημερομηνίας που ζητεί, σε συνδυασμό με τη στάση της και στην υπόθεση επίλυσης του Κυπριακού.

Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Ενωση ασχέτως της πίεσης που δέχεται από τις ΗΠΑ για ταχεία διευθέτηση του θέματος της «ημερομηνίας», είναι υποχρεωμένη να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες των όσων έχει έως τώρα υπογράψει στην υπόθεση των σχέσεων E.E. – Τουρκίας.

Δεν είναι έτοιμη η Τουρκία για να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με τα αντικειμενικά «κριτήρια» που έχουν τεθεί από την Ενωση για κάθε υποψήφια χώρα. Αλλά είναι σαφές ότι η τουρκική ηγεσία θέτει το ζήτημα ξεκάθαρα σε πολιτική βάση, υπολογίζοντας και στα γνωστά «στρατηγικά» πλεονεκτήματά της.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή