H Αθήνα στην ανηφόρα

2' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχετε πάει σε καμία χώρα της Ευρώπης, όπου τα μεγάλα μουσεία να ανοίγουν στις 8.30 ή στις 9 το πρωί και να κλείνουν στις 3.30 ή στις 4 το απόγευμα; Συμβαίνει, φυσικά, στην Ελλάδα, όπου τα κρατικά μουσεία λειτουργούν σαν δημόσιες υπηρεσίες κοινής ωφελείας σε απόλυτη, ασφυκτική εξάρτηση από το κράτος και με τους υπαλλήλους να έχουν τη νοοτροπία που έχει ένας εφοριακός σε κάποιο δημόσιο ταμείο. Οσο προχωρούμε βαθύτερα στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα τόσο βαθαίνει το χάσμα ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα στον χώρο της αγοράς του πολιτισμού, παρά τις εξαγγελίες περί εκσυγχρονισμού. Αν πάτε σε ένα πωλητήριο μουσείου που ανήκει στο κράτος έχετε την εντύπωση ότι είστε σε ένα χώρο που έχει σχεδιασθεί χωρίς μελέτη και όπου οι υπάλληλοι είναι τυχαία επιλεγμένοι. H πλήρης απουσία επαγγελματισμού δημιουργεί την επιθυμία στον επισκέπτη να φύγει το ταχύτερο δυνατόν.

Φαίνεται ότι ο εκσυγχρονισμός στην Αθήνα, όπως τουλάχιστον τον φαντάζονται οι γραφειοκράτες της δημόσιας διοίκησης, δεν έχει καμία σχέση με αυτό που έχουν στο μυαλό τους οι πολίτες. Αν σκεφτούμε την περίπτωση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στην οδό Πατησίων, θα θεωρήσουμε φυσικό ότι το αποτέλεσμα της ριζικής ανακαίνισής του θα είναι στο ύψος των μεγάλων προσδοκιών. Το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μουσείο της Ελλάδος είναι κλειστό εδώ και μήνες, προκειμένου να εγκαινιαστεί το 2004 ως ένα σύγχρονο μουσείο διεθνών προδιαγραφών. Θέλουμε πολύ να είναι έτσι. Αλλά θα είναι; Σκέφτεται ο απλός πολίτης που έχει ακούσει πολλά και μεγαλόσχημα για τη νέα πολιτιστική θωράκιση της Αθήνας: είναι δυνατόν να αλλάζει εκ βάθρων το πρώτο Μουσείο της χώρας, με τα μοναδικά εκθέματα, και να μην έχει ανακοινωθεί εδώ και μήνες η αρχιτεκτονική σύλληψη ή η φιλοσοφία της επανέκθεσης;

Φυσικά, δεν είναι μονάχα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Αναρίθμητα κτίρια της νεότερης Αθήνας δεν έχουν περιληφθεί στο Γ΄ ΚΠΣ με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν βέβαιος ο αργός θάνατός τους. Παράδειγμα, η οικία του Ερνέστου Τσίλλερ, ένα από τα λαμπρά νεοκλασικά ιδιωτικά μέγαρα της Αθήνας, στην οδό Μαυρομιχάλη. Αν και έχει παραχωρηθεί με δωρεά στο Βυζαντινό Μουσείο ερειπώνει (χωρίς να ευθύνεται το εν λόγω Μουσείο), διότι το κράτος το διέγραψε από τη λίστα του Γ΄ ΚΠΣ. Μαζί με αυτό και πολλά ακόμη κτίρια του 19ου και 20ού αιώνα, αυτά που υποτίθεται θα έδιναν άλλον αέρα στη νέα Αθήνα του 2004. Είναι γενική η τάση που περιθωριοποιεί τη νεοκλασική Αθήνα εις όφελος των αρχαιολογικών ανασκαφών (που και αυτές χρονοτριβούν και μας παραδίδουν εκτός εξαιρέσεων αρχαιολογικούς χώρους με σκουπίδια και μουσεία – αποθήκες). Κρατικά κονδύλια δεν δίνονται όπως θα έπρεπε για την ανάδειξη της νεότερης Αθήνας. Οδηγούμαστε σε μια Αθήνα όπου θριαμβεύει η νοοτροπία των εργολάβων και των βιαστικών μελετών που με το άγχος του 2004 κάνουν τα όποια έργα όπως όπως χωρίς προοπτική σε βάθος χρόνου (αλήθεια το Εθνικό Αρχαιoλογικό Μουσείο έτσι όπως θα παραδοθεί θα αντέχει το 2020 και το 2030 ή θα χρειαστούν άλλα κονδύλια πολύ πιο πριν;). Το 2004 θα θριαμβεύσουν τα πανό που θα καμουφλάρουν ερειπωμένες προσόψεις και τα μπογιατίσματα που θα δώσουν μια προσωρινά χαρούμενη όψη σε κελύφη εγκαταλελειμμένων κτιρίων. Δεν υπάρχει χρόνος ούτε κονδύλια για σωστές μελέτες αποκατάστασης. Κυρίως δεν υπάρχει ουσιαστικό ενδιαφέρον.

Σε λίγους μήνες θα υπάρχει μια φρενίτιδα εξωραϊσμού της Αθήνας που θα απογειωθεί μετά το Πάσχα του 2004. Ολοι θα βάφουν, θα επισκευάζουν. Θετικά όλα αυτά και καλοδεχούμενα. Απλώς για μια ακόμη φορά θα είναι κινήσεις της τελευταίας στιγμής, με ρηχό σχεδιασμό και απουσία προοπτικής. Είναι κοινώς έργα βιτρίνας και μακάρι να υπάρξει διάψευση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή