H αποκρατικοποίηση της πολιτικής, κεντρικό αίτημα των εκλογών…

H αποκρατικοποίηση της πολιτικής, κεντρικό αίτημα των εκλογών…

5' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το θέμα που θέτουμε στη σημερινή συζήτηση είναι οι εκλογές, οι οποίες μετά την απόφαση του κ. Κώστα Σημίτη να ανοίξει τις διαδικασίες της διαδοχής του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, φαίνεται ότι θα επισπευσθούν και θα διεξαχθούν το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο.

Δεν θα μας απασχολήσει το ερώτημα ποιος θα κερδίσει τις εκλογές. Γενικότερα, εκεί όπου στοιχειωδώς λειτουργεί η κοινοβουλευτική δημοκρατία, το ερώτημα αυτό δεν αποτελεί ποτέ πολιτικό πρόβλημα, γιατί η διαδοχή και η εναλλαγή στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας και της αντιπολίτευσης είναι όρος της λειτουργίας του πολιτεύματος. Οσάκις το ερώτημα ποιος θα κερδίσει τις εκλογές αποκτά ιδιαίτερο πολιτικό περιεχόμενο, τότε η λειτουργία της δημοκρατίας δεν είναι ομαλή.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα δεδομένα (όχι μόνο των δημοσκοπήσεων), τα οποία δεν φαίνεται να έχουν ούτε καν τον αναγκαίο χρόνο να ανατραπούν, τις επόμενες εκλογές θα τις κερδίσει η Νέα Δημοκρατία. Ελπίζουμε ότι η νίκη της δεν θα είναι ούτε «ρεβάνς» για τους οπαδούς και τα στελέχη της ούτε δυστύχημα για τους αντιπάλους. Το πολίτευμά μας εγγυάται ίσα πολιτικά δικαιώματα για τους νικητές και τους ηττημένους των εκλογικών αναμετρήσεων.

Εν τούτοις, η προσεχής εκλογική αναμέτρηση δεν στερείται του ιδιαίτερου πολιτικού περιεχομένου που αφορά στη λειτουργία του πολιτεύματος, η οποία έχει σημαντικά αλλοιωθεί από την πολύχρονη άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας από το ίδιο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, και από τα ίδια πρόσωπα. Στις περιπτώσεις αυτές, όταν οι θεσμοί δεν είναι αρκετά ισχυροί, ιδιαίτερα στη διοίκηση, παρατηρείται εκείνη η ώσμωση μεταξύ κράτους και κυβερνώντος κόμματος που τελικά αλλοιώνει ή και καταστρέφει και το ένα και το άλλο: Κάνει το κράτος κομματικό και το κόμμα κρατικό.

Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ για να ξαναβρεί τον πολιτικό του χαρακτήρα και τις λαϊκές του ρίζες έχει ανάγκη… να χάσει τις εκλογές και να ασκήσει υπεύθυνη αντιπολίτευση. Είναι, ίσως, ο μόνος τρόπος για να ανανεωθεί σε ανθρώπους και ιδέες, να αποκρατικοποιηθεί και να ξαναγίνει δύναμη λαϊκής έκφρασης και βούλησης, να παίξει δηλαδή τον ρόλο του ως πολιτικό κόμμα. H αποκρατικοποίηση της πολιτικής είναι το βαθύτερο πολιτικό νόημα των προσεχών εκλογών, που υπερβαίνει την απλή εναλλαγή στην εξουσία και ταυτόχρονα είναι διάχυτο δημοκρατικό λαϊκό αίτημα αλλαγής. Αίτημα (και ταυτόχρονα ευθύνη) που αποδέχονται η Ν.Δ., η Αριστερά και μεγάλο μέρος του ΠΑΣΟΚ.

Διατυπώνεται συχνά η άποψη, κυρίως από την Αριστερά, ότι οι εκλογές δεν θα σηματοδοτήσουν καμιά ουσιαστική αλλαγή πολιτικής, αφού ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. ακολουθούν την ίδια «δεξιά πολιτική». Αυτή η έμμονη θέση της Αριστεράς, εκτός του ότι παρακάμπτει το αίτημα και την προσδοκία για αποκρατικοποίηση της πολιτικής ή, έστω, για μια απόπειρα ή αγωνιστική προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή, αποτελεί για την ίδια αιτία προβληματικής επαφής με το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον. H ίδια αντίληψη χαρακτηρίζει στο σύνολό της την κομμουνιστική ή κομμουνιστικογενή ευρωπαϊκή Αριστερά επί εξήντα χρόνια, όσον αφορά στη διάκριση μεταξύ φιλελευθέρων και σοσιαλιστικών κομμάτων. Πηγάζει από το σχήμα ότι και οι δύο τύποι κομμάτων υπηρετούν τον καπιταλισμό, άρα είναι τα ίδια στη βαθύτερη ουσία τους.

Το σχήμα αυτό ήταν απαραίτητο όσο η ευρωπαϊκή κομμουνιστική Αριστερά αισθανόταν υποχρεωμένη να υπερασπισθεί τον σοβιετικού τύπου «υπαρκτό σοσιαλισμό». Μετά την κατάρρευσή του και την αποκάλυψη ότι η ιστορία δεν γνώρισε κανενός άλλου τύπου ανάπτυξη εκτός από την καπιταλιστική (όπου επιχειρήθηκε κάτι διαφορετικό, κατέληξε σε καταστρεπτική και ταυτόχρονα καταπιεστική οπισθοδρόμηση), η δογματική εμμονή στον δήθεν αντικαπιταλιστικό κρατισμό… σε περιβάλλον πλήρους και κυρίαρχης καπιταλιστικής ανάπτυξης καταντάει τραγέλαφος που αφαιρεί από τη σοσιαλιστική ιδέα τη δύναμη της ουτοπίας που είχε άλλοτε.

Σε αυτά τα εξήντα χρόνια η οικονομική και κυρίως η κοινωνική ανάπτυξη της Ευρώπης συντελέσθηκε με τη συνεχή εναλλαγή στην εξουσία φιλελεύθερων και σοσιαλιστικών κομμάτων και η πολύχρονη αυτή εμπειρία εδραίωσε τον διαφορετικό πολιτικό τους χαρακτήρα και τη μεταξύ τους διαφορά. Αντιθέτως, η κομμουνιστική Αριστερά, συγχέοντας πάντοτε τον σοσιαλισμό με τον καταπιεστικό κρατισμό, συρρικνώθηκε στο ένα άκρο του πολιτικού φάσματος, σε αντίστιξη με τη φασιστική και ρατσιστική δεξιά στο άλλο άκρο. Ακόμα και στις ΗΠΑ, το λίκνο του καπιταλισμού, η ανάπτυξη συντελέσθηκε με την εναλλαγή στην εξουσία δύο διαφορετικών κομμάτων (ίσως ριζικά διαφορετικών από την άποψη της πολιτικής κουλτούρας), ενός συντηρητικού και ενός φιλελεύθερου, στο οποίο κατά καιρούς, πότε με τον Κένεντι και πότε με τον Κλίντον, αναβιώνει το μεγάλο δημοκρατικό ρεύμα που κάποτε διαμορφώθηκε γύρω από τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ.

Η πολιτική δεν ανέχεται δύο όμοια κόμματα, όπως και η Φύση δεν ανέχεται δύο όμοια είδη. ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. δεν είναι όμοια κόμματα και η μεταξύ τους εναλλαγή στην εξουσία δεν είναι ούτε απλή εναλλαγή προσώπων ούτε «σενάριο αμερικανοποίησης (sic) της πολιτικής ζωής». Είναι πρώτα βούληση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού που τα τελευταία τριάντα χρόνια ψηφίζει εναλλακτικά ΠΑΣΟΚ ή Ν.Δ., και ο δικομματισμός είναι η κεντρική διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, όσο η Αριστερά παραμένει εγκλωβισμένη στους δογματισμούς της και υπερασπιστής παρωχημένων μορφών ζωής και σκέψης.

Ο πρωθυπουργός, ο κ. Κώστας Σημίτης, επισήμως πλέον ανακοίνωσε την πρόθεσή του να παραιτηθεί από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και να παραμείνει πρωθυπουργός ώς τις εκλογές, επειδή ίσως και ο ίδιος προβλέπει ότι ούτως ή άλλως μάλλον έτσι θα συμβεί. Απομένει να αποδειχθεί αν οι αλλαγές αυτές σημαίνουν για το ΠΑΣΟΚ κάτι περισσότερο από μια τελευταία και μάλλον απεγνωσμένη προσπάθεια αντιστροφής του δυσμενούς προεκλογικού κλίματος.

Η «K» είχε προβλέψει πριν από έξι μήνες αυτές τις εξελίξεις μέσα στο ΠΑΣΟΚ και ήταν η μόνη εφημερίδα που ως συμπέρασμα πολιτικής ανάλυσης των πληροφοριών που είχε μέσα από το ΠΑΣΟΚ διατύπωσε με σαφήνεια και σε χρόνο ανύποπτο (όταν στήνονταν αψίδες θριάμβου) την ανάγκη αποχώρησης του κ. Κώστα Σημίτη από την πρωθυπουργία και την ενεργό πολιτική. Σημασία δεν έχει ότι τώρα δικαιώνεται η «K», ενώ τότε ο κ. Κώστας Σημίτης και όλα τα εξαπτέρυγά του τη συκοφαντούσαν ότι συνωμοτεί! Οταν κανείς συγχέει την κριτική ανάλυση και την ταυτίζει με «συνωμοσία», έχει προφανώς πρόβλημα πολιτικής διορατικότητας ή πολιτικής εντιμότητας.

Ωστόσο η αποχώρηση του κ. Κώστα Σημίτη, όταν πρωτοδιατυπώθηκε πριν από έξι μήνες και ενώ μας χώριζε περίπου ένας χρόνος από τη λήξη της τετραετίας, είχε νόημα όχι ως προεκλογικό τέχνασμα, αλλά ως αλλαγή πολιτικής. Τώρα που αποφασίσθηκε είναι απλώς προεκλογικό τέχνασμα, αμφιβόλου αποτελεσματικότητος.

Το αίτημα των επόμενων εκλογών και μετά τις αλλαγές μέσα στο ΠΑΣΟΚ παραμένει το ίδιο: Είναι ο χωρισμός του κόμματος από το κράτος, η διάλυση του «παρακράτους» των διαπλεκομένων, γενικότερα η αποκρατικοποίηση της Πολιτικής, ώστε να βρει την αυτοτέλεια και την αυτονομία, ως έκφραση των λαϊκών τάσεων και συμφερόντων και ουδενός άλλου. Αν η Ν.Δ. λάβει το μήνυμα, η αλλαγή δεν θα είναι απλή εναλλαγή προσώπων και προνομίων. Θα είναι ουσιαστική αλλαγή πολιτικής. Αν δεν το λάβει, η πιθανότατη νίκη της γρήγορα θα εξαντλήσει τη δυναμική της, όπως συνέβη και στο παρελθόν…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή