Ιστορία ενός πολωνικού αγροκτήματος

Ιστορία ενός πολωνικού αγροκτήματος

5' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα γεγονότα προμήνυαν μια δυσάρεστη κατάσταση, καθώς ο Αλόις Μάντεϊ και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του οδηγούσαν την αγωνιστική τους Μερσεντές στην αυλή του αγροκτήματος του Ζμπίγκνιεφ και της Μαρίας Σιέτζακ στην ήσυχη πολωνική κωμοπόλη της Γκοστόμια. Από τη μια πλευρά στέκονται οι αδελφοί Μάντες, υπό την ηγεσία του εξηνταεξάχρονου ταξιδιωτικού πράκτορα, Αλόις, ο οποίος δεν κρύβει την πεποίθησή του ότι το τριακοσίων τριάντα στρεμμάτων αγρόκτημα τούς ανήκει δικαιωματικά. Από την άλλη, οι συνταξιούχοι Σιέτζακ έχουν περάσει τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής τους εκεί. Τι πρέπει να πουν σε μια ομάδα πλούσιων Γερμανών που υποστηρίζουν ότι υπήρξαν θύματα αδικίας στο παρελθόν και ότι αν ο κόσμος ήταν δίκαιος το αγρόκτημα θα έπρεπε να περάσει και πάλι στα χέρια τους;

Περιέργως, όμως, η σοβούσα αντιπαράθεση δεν επέρχεται. Καμιά φορά, κάτι που ξεκινάει με μια δήλωση αρχής καταρρέει όταν η ίδια αρχή προσκρούσει στα γεγονότα της πραγματικής ζωής. Αυτό συνέβη και κατά τη διάρκεια του συναισθηματικά φορτισμένου ταξιδιού των Μάντεϊ στην όμορφη Γκοστόμια, καθώς κάτι νέο αναδύθηκε στο πλαίσιο αυτής της ιστορίας στην οποία εμπλέκονται Πολωνοί, Γερμανοί, Ιστορία, γη, χρήματα και η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Ο Αλόις Μάντεϊ είναι ένας από τους καλύτερους εκπροσώπους της οργισμένης ευαισθησίας που χαρακτηρίζει πολλούς Γερμανούς και η οποία βασανίζει πολλούς ανθρώπους στην Πολωνία. Μια ευαισθησία, την οποία απορρίπτουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Είναι ο ηγέτης της τοπικής οργάνωσης της Γερμανικής Ενωσης των Εκδιωχθέντων στην περιοχή όπου κατοικεί. Πρόκειται για μια οργάνωση η οποία εκπροσωπεί δεκατρία εκατομμύρια Γερμανούς, που εκδιώχθησαν από την Πολωνία και άλλες χώρες μετά το τέλος του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου. O Μάντεϊ υποστηρίζει ότι οι μαζικές απελάσεις των συμπατριωτών του μετά το τέλος του πολέμου συνοψίζει τη μαζική ενοχοποίηση ενός ολόκληρου έθνους, ακριβώς όπως το ναζιστικό καθεστώς ενοχοποίησε μαζικά τους Πολωνούς και τους Εβραίους. Οι ιδέες του οργανισμού που εκπροσωπεί ο Μάντεϊ δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στη Γερμανία και θεωρούνται μάλλον αποκρουστικές από τους Πολωνούς. Παρά ταύτα, η ύπαρξη και μόνο της εν λόγω οργάνωσης αποτελεί σύμβολο της πίστης όσων έχασαν τα σπίτια τους πριν από αρκετές δεκαετίες.

«Τα εγκλήματα του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν δύο», λέει ο Μάντεϊ. «Το Ολοκαύτωμα και οι βίαιες απελάσεις». «Αποτέλεσμα της πολιτικής των βίαιων απελάσεων ήταν ο θάνατος τριών εκατομμυρίων Γερμανών και για τον λόγο αυτόν νομίζω ότι δικαιούμαστε ένα μνημείο στο Βερολίνο», υποστηρίζει. «Ισως θα έπρεπε να ανεγερθεί δίπλα σ’ αυτό των Εβραίων». Οταν του ζητήσαμε να μας υποδείξει την πηγή των στοιχείων που παρέθεσε, αρκέστηκε να μας παρουσιάσει μια μπροσούρα που τύπωσε η Ενωσή του.

Ωστόσο, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει τη δική του προσωπική ιστορία. Μετά τη λήξη του πολέμου, η περιοχή αυτή που κάποτε άνηκε στη Γερμανία παραχωρήθηκε από τους Συμμάχους στην Πολωνία και οι Γερμανοί που ζούσαν εκεί υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν δυτικά. Πολλοί από αυτούς δολοφονήθηκαν, άλλοι κακοποιήθηκαν και άλλοι έπεσαν θύματα βιασμού.

Τα τελευταία χρόνια, ο Μάντεϊ ειδικεύεται στην οργάνωση ταξιδιών ηλικιωμένων Γερμανών που επιθυμούν να ξαναδούν τις πρώην πατρίδες τους στην ανατολική Ευρώπη. Δεν είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεται την Γκοστόμια ή Αρνσφέλντε, όπως την αποκαλεί. Οι Μάντεϊ θα περάσουν αρκετές ημέρες στην περιοχή επιθυμώντας να ακολουθήσουν τη διαδρομή που πήρε η οικογένειά τους το 1945 στην προσπάθειά της να αποφύγει τις διώξεις του σοβιετικού στρατού. Θα επισκεφθούν το μνημείο που οι ίδιοι έχτισαν πριν από τρία χρόνια προς τιμήν του πατέρα τους, Πολ, ο οποίος δολοφονήθηκε από Πολωνούς στρατιώτες στα τέλη του 1945. Λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του πατέρα τους μια οικογένεια Πολωνών (όχι οι Σιέτζακ) τους ενημέρωσε ότι το αγρόκτημα πλέον δεν τους ανήκει. «Ηρθαν στο αγρόκτημα και μας είπαν ότι πρέπει να φύγουμε το συντομότερο δυνατόν», λέει ο Μάντεϊ. «Για μας δεν υπήρξε αποζημίωση», λέει ο Χανς, μεγαλύτερος αδελφός του Αλόις, αναφερόμενος στις αποζημιώσεις που έλαβαν οι Εβραίοι και τα υπόλοιπα θύματα της θηριωδίας των ναζί.

Το πρωί, οι Μάντεϊ επισκέφθηκαν το δημαρχείο της Βαλκτζ, δεκατρία χιλιόμετρα μακριά από την Γκοστόμια και συζήτησαν με τους τοπικούς αξιωματούχους κατά πόσο η πολωνική νομοθεσία τούς δίνει το δικαίωμα να αγοράσουν το παλιό τους αγρόκτημα. Στο σημείο αυτό της ιστορίας μας, όλοι άρχισαν να συμπεριφέρονται βάσει κάποιου άγραφου σεναρίου.

Στην Πολωνία δεν είναι λίγοι αυτοί που φοβούνται ότι όταν η χώρα γίνει και επίσημα μέλος της E.E., χιλιάδες εκδιωχθέντες Γερμανοί θα καταθέσουν αιτήσεις προκειμένου να ανακτήσουν τις περιουσίες που απώλεσαν μετά το τέλος του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου ή ότι πλούσιοι Γερμανοί θα αγοράσουν χιλιάδες στρέμματα πολωνικής γης. Εξαιτίας των παραπάνω φόβων, η πολωνική κυβέρνηση έχει επιβάλει περιορισμούς στην αγορά γης από αλλοδαπούς. Οι τοπικές αρχές εξήγησαν τους περιορισμούς στους Μάντεϊ. Οι τελευταίοι δυσανασχέτησαν, αλλά αφού οι αξιωματούχοι της Βαλκτζ τους διαβεβαίωσαν ότι μπορεί να υπάρξουν εξαιρέσεις, έφυγαν με προορισμό το παλιό τους αγρόκτημα.

Οι Σιέτζακ, που αγόρασαν το κτήμα από τους ανθρώπους που το κατέλαβαν μετά την εκδίωξη των Μάντεϊ, τους υποδέχτηκαν καλοπροαίρετα, τους κέρασαν καφέ και τους ευχήθηκαν, μάλιστα, να βρεθεί τρόπος να αγοράσουν το κτήμα. Οι Πολωνοί συνταξιούχοι θέλουν να μετακομίσουν στις ακτές τις Βαλτικής, αλλά δεν έχουν καταφέρει να βρουν αγοραστή για το αγρόκτημά τους. Ζητάνε 78.000 δολάρια, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται ο Μάντεϊ δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει. «Το αγρόκτημα θα μπορούσε να γίνει ένα υπέροχο κυνηγετικό καταφύγιο για σας», είπε η Μαρία Σιέτζακ. «Γιατί να πληρώσω για κάτι που μου ακήκει», απάντησε ο Αλόις, ο οποίος, πάντως σε μια πρποσπάθεια να μη διαταράξει το φιλικό κλίμα πρόσθεσε: «Δεν νομίζω, πάντως, ότι η περιοχή προσφέρεται για κυνήγι».

Δεν είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι οι Μάντεϊ θέλουν πραγματικά πίσω τη γη τους και όπως όλα δείχνουν υπάρχει ένα μάθημα για όλους έδω. Οι Σιέτζακ είχαν και αυτοί με τη σειρά τους εκδιωχθεί από τα πολωνικά εδάφη που σήμερα ανήκουν στη Λευκορωσία, όταν ο Στάλιν τα προσάρτησε στη Σοβιετική Ενωση μετά το τέλος του πολέμου. Είναι φυσιολογικό να δείχνουν κατανόηση προς τους Μάντεϊ. «Ημουν μάρτυρας της εκδίωξης των Γερμανών το 1945 και ήξερα ότι κάποια στιγμή αυτοί οι άνθρωποι θα επέστρεφαν για να δείξουν τη γη που γεννήθηκαν στα παιδιά τους», τονίζει ο Ζμπίγκνιεφ Σιέτζακ.

Οι Σιέτζακ δεν κάνουν λόγο για αποζημίωση. Οντας πολίτες μιας χώρας που εξαφανίστηκε παντελώς από τον χάρτη για αιώνες ολόκληρους και τα σύνορα της οποίας έχουν υποστεί δεκάδες μεταβολές, αντιλαμβάνονται ότι οι αδικίες του παρελθόντος είναι αδύνατο να διορθωθούν στο σύνολό τους. Με τον τρόπο τους και οι Μάντεϊ, όντας κατά πολύ πιο πλούσιοι από τους ανθρώπους που σήμερα ζουν στο αγρόκτημα, καταλαβαίνουν ότι αυτή είναι η αλήθεια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή