Ανεμοδεικτης

5' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με έναν υπερτονισμό (για πρώτη φορά χρησιμοποίησε τόσες πολλές φορές τη λέξη «εγώ» σε ομιλία του) της προσωπικής «σφραγίδας» του στην πολιτική σκηνή της τελευταίας 8ετίας, και με ευθείες αναφορές στο πρόσωπό του ως «ηγέτη» (κάτι που, επίσης, για πρώτη φορά κάνει…), ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, με το χθεσινό διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό, επισημοποίησε και δρομολόγησε τις φημολογούμενες, εδώ και μέρες, εξελίξεις στο εσωκομματικό και εθνικό πεδίο, με καταληκτική ημερομηνία την 7η Μαρτίου, που, όπως ανακοίνωσε, θα διεξαχθούν οι εκλογές. Στις οποίες το ΠΑΣΟΚ θα κατέβει με σχήμα διαρχίας: Γιώργος Παπανδρέου πρόεδρος -αν και απέφυγε να τον «ονοματίσει» ο κ. Σημίτης…- και με τον ίδιο ως πρωθυπουργό, επιβεβαιώνοντας τις σχετικές πληροφορίες και μη επιχειρώντας, όπως κάποιοι ανέμεναν, την «ύστατη έκπληξη» από πλευράς του, δηλαδή την παραίτησή του από την πρωθυπουργία, για να επισπευσθούν ακόμη περισσότερο οι εκλογές, προκειμένου το κυβερνών Κίνημα να εκμεταλλευθεί στο έπακρο τον αιφνιδιασμό της αλλαγής και την αναμενόμενη, υπέρ του, σε κάποιο βαθμό αντιστροφή του κλίματος…

Με το διάγγελμα – απολογισμό του, ο κ. Σημίτης προσδιόρισε, περίπου δεσμευτικά, το πλαίσιο δράσης και προεκλογικής «ανάπτυξης» του διαδόχου του από τον οποίο στερεί την ευχέρεια του «απογαλακτισμού» (με τρόπο και μέτρο που αυτός θα επέλεγε) του από το μέχρι σήμερα κυβερνητικό έργο του «εκσυγχρονισμού», έτσι ώστε να εκπέμψει πειστικά το μήνυμα της «αλλαγής» επί της ουσίας και όχι απλώς ενός προεκλογικού τακτικίστικου «τρικ» που αποβλέπει ακριβώς στην «αίσθηση» της αλλαγής, προκειμένου να αυξηθεί η χαμηλή συσπείρωση στο κυβερνών Κίνημα και να κινητοποιηθούν «αντανακλαστικά» κάποιας μερίδας του εκλογικού σώματος που βρίσκονται εν υπνώσει ή ακόμη και πλήρη αντίθεση με ό,τι το υπό τον κ. Σημίτη ΠΑΣΟΚ σηματοδοτεί.

Κι επιμένουν (ψιθυριστά, όμως…) αρκετά στελέχη του Κινήματος, πως αν ο κ. Γιώργος Παπανδρέου αναγκασθεί απλώς να υπερασπισθεί τον απολογισμό Σημίτη χωρίς να επιχειρήσει καμιά επί της ουσίας αυτοκριτική και αποστασιοποίηση από τις αρνητικές καταγραφές της κυβέρνησης με μόνη «άνεση» τις «ευχάριστες» και φιλολαϊκές υποσχέσεις για το «από ‘δώ και εμπρός», υπό τη δική του ηγεσία ως ενδεχόμενου επόμενου πρωθυπουργού εποχή, τότε το πιθανότερο θα είναι η «αλλαγή» να μην αγγίξει τον σκληρό πυρήνα των δυσαρεστημένων από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ (ιδίως στα θέματα της «γκρίζας καθημερινότητας») και να μη σημειωθεί η προσδοκώμενη «μεγάλη ανατροπή».

Και… απολύτως λογικά (και αναμενόμενα!) σ’ αυτόν ακριβώς τον στόχο επικεντρώνει ήδη (όπως φάνηκε και από τη χθεσινή ομιλία Καραμανλή, ως «απάντηση» στο διάγγελμα Σημίτη) η Ν.Δ. την κριτική της και σε ό,τι αφορά τις ενδοκομματικές εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ και στην προσπάθεια «επικοινωνιακού αποπροσανατολισμού», που επιχειρεί ο πρωθυπουργός με τις διαδοχολογικές εξελίξεις. Και μάλιστα, η διαρχία και η αναγκαστική δέσμευση που αποδέχεται ο κ. Παπανδρέου να υπερασπισθεί «πάση δυνάμει» τον κυβερνητικό απολογισμό Σημίτη, κάνει την προσπάθειά της ευκολότερη, αφού θα έχει το περιθώριο να επιμένει για «αλλαγή βιτρίνας, προσώπων και εντυπώσεων, και όχι για ουσιαστική αλλαγή πολιτικής, με το λογικοφανές πρόσθετο επιχείρημα, πως ο νέος ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, ουδέποτε διαφοροποιήθηκε ή αντέδρασε στα όσα επί 8 χρόνια έκανε η κυβέρνηση…

Ο κ. Σημίτης προσπάθησε χθες σαφέστατα να δημιουργήσει την αίσθηση πως όλα αυτά που ξαφνικά και σωρευτικά συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες στο κυβερνών Κίνημα, δεν συνιστούν τακτικίστικο ελιγμό εξαιτίας της αδυναμίας της κυβέρνησης με τα «πακέτα», τις «χάρτες» κ.λπ., να αντιστρέψει το κλίμα και να μειώσει το διαρκώς, μέχρι τώρα, διευρυνόμενο «άνοιγμα» της ψαλίδας, όπως καταγραφόταν στις δημοσκοπήσεις, αλλά από μακρού «προγραμματισμένη» εξέλιξη. Γι’ αυτό έκανε τις αναφορές -χρονολογικά- των «αλλαγών» από τον Ιούλιο του 2003 (αλλαγή προσώπων στο κόμμα), στον Σεπτέμβριο (εμφάνιση του «κοινωνικού προσώπου» του κυβερνώντος Κινήματος), στον Νοέμβριο με τη «γενναία» ανανέωση των ψηφοδελτίων, για να φθάσει στο σήμερα και να μιλήσει για το επόμενο βήμα της ανανέωσης, τη δική του παραίτηση και την ανάδειξη (του «ορισμού», επί το ακριβέστερον!) νέας κομματικής ηγεσίας…

Δύσκολα, όμως, μπορεί να πείσει ο κ. Σημίτης. Οχι μόνο επειδή… «ξεχνά» την επιμονή τόσο του κυβερνητικού εκπροσώπου όσο και των πρωτοκλασάτων υπουργών και στελεχών του στο ότι «θα πάμε με τον Σημίτη στις εκλογές – πάρ’ τε το απόφαση!», όχι επειδή κάνει σαν να μη γνωρίζει πως ολόκληρος ο κομματικός και κυβερνητικός μηχανισμός είχαν αποδώσει τις πληροφορίες του τελευταίου καιρού περί αλλαγής ηγεσίας στο Κίνημα σε «συνωμοσίες της Δεξιάς και των εφημερίδων της!», αλλά κυρίως επειδή δεν μπορεί παρά να γνωρίζει ως ευφυής πολιτικός, πως τέτοιες κινήσεις «φορσέ» σε προεκλογική περίοδο και δη αρνητικά φορτισμένη για τον ίδιο και το κόμμα του, κατ’ ανάγκην περιβάλλονται τον πρόδηλο μανδύα της σκοπιμότητος, που καμιά απολύτως σχέση (πέρα κι άσχετα με τα «επιχειρήματα» που διατυπώνονται καταιγιστικά τα τελευταία 24ωρα!) δεν έχει με την πραγματική πρόθεση εκσυγχρονισμού και ανανέωσης – κυρίως σε θεσμικό επίπεδο…

Η χθεσινή διαγγελματική ομιλία του κ. Σημίτη είχε ορισμένα σημεία που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να συγκινήσουν, να πείσουν, να καταδείξουν ότι ο ίδιος διαθέτει χαρίσματα και οράματα πέραν του «πολιτικώς τετριμμένου», πως όντως πρόκειται για ένα βαθιά εκσυγχρονιστή πολιτικό, που θέλει να αφήσει το αποτύπωμά του στην ελληνική πολιτική σκηνή. Μίλησε για τον (πόσο γνωστό μας!) «εγωισμό της μονιμότητας», για το πάθος της «διατήρησης των θέσεων», που πράγματι συνιστούν κατεξοχήν συντηρητική συμπεριφορά.

Και δεν είναι λίγοι αυτοί που θα συμφωνήσουν στο ότι (όπως και σε άλλες χώρες) οι ηγεσίες, και δη οι κατέχουσες δημόσια εξουσία, θα πρέπει να αλλάξουν σε τακτά χρονικά διαστήματα, θεσμικά και πέρα από τις όποιες πρόσκαιρες καταστάσεις ή «ευκαιρίες» – ο ίδιος, άλλωστε, σε ανύποπτο χρόνο είχε πει πως «δύο τετραετίες είναι αρκετές για έναν πρωθυπουργό». Κάλλιστα, λοιπόν, θα μπορούσε να έχει προτείνει (να προτείνει, έστω για να καταγραφεί) να περιληφθεί μια τέτοια πρόβλεψη στην αναθεώρηση του Συντάγματος όπως βεβαίως (και πολύ πιο άνετα…) θα μπορούσε να το έχει προτείνει για να ισχύει «καταστατικά» και δεσμευτικά για την περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, εκθέτοντας (σε ανύποπτο, όμως, και πολιτικά μη φορτισμένο χρόνο…) τις δικές του προθέσεις, περί εγκατάλειψης της προεδρίας του Κινήματος με τη συμπλήρωση της δεύτερης τετραετίας. Αλλά δεν το έπραξε…

Πέραν τούτου, επικαλείται τώρα την ανάγκη «ανανέωσης», της ανάληψης ευθυνών από τα νεότερα και δοκιμασμένα στελέχη του κόμματός του, ισχυρίζεται ότι αναλαμβάνει ο ίδιος πρωτοβουλίες τέτοιων «ανανεωτικών» και βαθύτατα «εκσυγχρονιστικών» κινήσεων, όχι μόνο σε… πανύποπτο χρόνο, αλλά και με διαδικασίες που καθόλου δεν εναρμονίζονται με «δημοκρατικά κόμματα αρχών» και «καθαρές λύσεις» (όπως θα ήταν ένα ανοικτό συνέδριο κομματικό, με δυνατότητα προς όλα τα φιλόδοξα στελέχη να «εκτεθούν» και να διεκδικήσουν την ηγεσία), αλλά θυμίζουν απολύτως… μονομαχίες και διαδοχές κατ’ απονομή ή «κληρονομικώ δικαιώματι»!

Μπορούν τέτοιοι «εκσυγχρονισμοί» να συνιστούν ανανεωτικές τομές και «προσφορά» στην πολιτική μιας χώρας;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή