Δημοσιογράφοι – προπαγανδιστές

Δημοσιογράφοι – προπαγανδιστές

1' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν το πρωτεύον νέο γνώρισμα του τηλεοπτικού κόσμου είναι η απροκάλυπτη μεροληψία του υπέρ του ΠΑΣΟΚ και του νέου ηγέτη του (ιδού η «άμεση δημοκρατία» εμπεδωμένη: λατρεύεται ήδη σαν αρχηγός πριν τον αναδείξει η θρυλική «καθολική ψηφοφορία»), ένα δευτερεύον πλην σοβαρό καινούργιο στοιχείο είναι η εμφάνιση δημοσιογράφων σε ρόλο προπαγανδιστών. Δεν αναφέρομαι στους οικοδεσπότες, οι οποίοι πάντοτε φρόντιζαν να ζυγίζουν και τα συμφέροντα του «σταθμάρχη», του ιδιοκτήτη του σταθμού δηλαδή, αλλά στους προσκαλούμενους δημοσιογράφους, αρκετοί από τους οποίους δεν δείχνουν πρόθυμοι να συμμεριστούν την αντίληψη που θέλει τη δημοσιογραφία ταγμένη οπωσδήποτε -και επί ποινή αυτοακυρώσεως και αυτογελοιοποιήσεως- στην κριτική και την αμφισβήτηση. Ποια η δική τους επιλογή; H «στράτευση» υπέρ ενός κόμματος, ή μάλλον υπέρ ενός προσώπου: του Γ. Παπανδρέου? μέχρι χθες οι ίδιοι ακριβώς λιβάνιζαν τον κ. Σημίτη, αλλά και με τους πολιτευόμενους δημοσιογράφους συμβαίνει ό,τι με αρκετούς «κανονικούς» πολιτικούς: η μεν μνήμη βραχύτατη, οι δε αρχές κυμαινόμενες σαν τραπεζικά επιτόκια.

Δεν μιλάω για τους γνωστούς «βαμμένους», για τα σεσημασμένα «βαποράκια», ούτε για τους διευθυντές και τα στελέχη εφημερίδων που καλούνται σε κάποια εκπομπή, και οι οποίοι εκ των πραγμάτων ταυτίζονται με την πολιτική του εντύπου τους και νιώθουν υποχρεωμένοι να υπερασπίσουν και τηλεοπτικά τις επιλογές τους. Μιλάω για τους πολιτικούς ρεπόρτερ που δεν έχουν διοικητικό αξίωμα στην εφημερίδα τους και οι οποίοι, όσο ο καιρός ήταν «χαλαρός», «ουδέτερος», εμφανίζονταν κι αυτοί ουδέτεροι, επειδή έτσι ένιωθαν ή επειδή έτσι βολεύονταν καλύτερα τα πράγματα. Τώρα όμως που η υπόθεση αγρίεψε, τους έπιασε κι αυτούς ο προεκλογικός πυρετός και τους κατέκαψε. Το αποτέλεσμα είναι να υπερφαλαγγίζουν σε κομματικό πατριωτισμό ακόμη και τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που βρίσκονται στο ίδιο πάνελ. Και βλέπουν έτσι οι τηλεθεατές τον δημοσιογράφο – προπαγανδιστή να λειτουργεί σαν εκπρόσωπος του κόμματος, με φανατισμένο λεξιλόγιο τριτοκλασάτου συνδικαλιστή. Και πέφτουν σε σύγχυση. Γιατί ενώ γνωρίζουν από παλιά πώς να αξιολογήσουν και να μεταφράσουν τους ισχυρισμούς ενός κομματικού στελέχους, να τους αποδώσουν δηλαδή την ιδιοτέλεια που τους ανήκει, είναι πιθανό να πλανηθούν από τα λεγόμενα του δημοσιογράφου, επειδή υποτίθεται ότι εκπορεύονται από χείλη αντικειμενικά, ουδέτερα, κριτικά.

Κάτι θα πρέπει να λέει για όλα τούτα ο Κώδικας Δεοντολογίας, ο διεθνής και ο εγχώριος. Αλλά αυτά τα ζητήματα κρίνονται μέσα μας, όχι έξω ή πάνω από μας. Κι αν το πνεύμα της κριτικής και της εναντίωσης δεν είναι αυτοφυές, κανένας κανονισμός δεν μπορεί να το φυτέψει με το ζόρι στη συνειδησιακή μας ξεραΐλα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή