«Εχίνος. Ηλιόλουστη μέρα. Υποδοχή με όργανα. Κάποτε εδώ σε υποδέχονταν μπάρες που έφραζαν τον δρόμο». Διαβάζοντας το ηλεκτρονικό ημερολόγιο του Γιώργου Παπανδρέου από το ταξίδι του στη Θράκη αισθάνομαι λαθραναγνώστρια. O ίδιος έχει ονομάσει το ημερολόγιό του στο Διαδίκτυο «ημερολόγιο εκστρατείας». Μάλλον με σαστίζει η ορολογία. Ταξίδι στην Κομοτηνή, συνάντηση με τους νέους στο τοπικό κέντρο ευρωπαϊκής ενημέρωσης και λίγο πριν, λίγο μετά «μια σοκολάτα για ενέργεια».
Μου αρέσει ιδιαιτέρως η πρωτοπρόσωπη αφήγηση στα κείμενα της λογοτεχνίας, της δημοσιογραφίας, ακόμη και στα κόμικς – φέτες ζωής ανάμεσα στις σκέψεις. Τι κάνει αυτός που γράφει, ενόσω γράφει κ.λπ. Παιχνίδια αυτοαναφορικότητας. Διαρκής υπενθύμιση ότι η γραφή είναι τέχνασμα και ο συγγραφέας, σκηνοθέτης τεχνασμάτων. Οταν όμως ένας πολιτικός εγνωσμένου κύρους γράφει στον υπολογιστή του και ύστερα παραμερίζει για να διαβάσουμε πάνω από τον ώμο του ποιος είναι ο στόχος της αυθόρμητης εμπιστοσύνης; Καθώς το ημερολόγιο, ως είδος, διαβάζεται μετά θάνατον, θεωρείται απαραβίαστο μυστικό. Στη λογοτεχνία αποτελεί εξαίσιο τέχνασμα για την άρση της δυσπιστίας: διαβάζουμε τις μύχιες σκέψεις του ήρωα, άρα παρακολουθούμε στιγμές όπου είναι παραδομένος στον εαυτό του και στην αλήθεια του.
Οταν ο κ. Παπανδρέου μιμείται αυτήν την κατάσταση «εχεμύθειας» σπάει των κώδικα του είδους. Αρχικά τον βλέπω, νοερά, να τρώει τη σοκολάτα του. Αλλά ενόσω τρώει, ενόσω γράφει, θα πρέπει επίσης να σκέπτεται: οραματίζεται τη συμμετοχική δημοκρατία με ηλεκτρονικά δημοψηφίσματα και ανοιχτά σε όλους ημερολόγια. Στην αμεσότητα και την ταχύτητα της δημοκρατίας βρίσκεται προφανώς και η απόδειξή της.
Είναι ικανός στις περιγραφές. Τόνος σεφερικού ημερολογίου, τοπωνύμια, σπασμένες φράσεις. Τον φαντάζομαι να σφίγγει το χέρι της μουσουλμάνας δικηγόρου σε ένα χωριό της Θράκης – η γυναίκα του λέει ότι κατάφερε να ασκήσει το επάγγελμα χάρη στα μέτρα πολυπολιτισμικής παιδείας που είχαν ληφθεί επί υπουργίας του.
«Να μην ξεχάσω τους Θανάσηδες» σημειώνει στο ημερολόγιό του ο υποψήφιος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο. Υπενθυμίζει ότι ένας πολιτικός σκέφτεται τους φίλους του, ακόμη κι όταν περιοδεύει. Και την επομένη, στο Λαύριο, την περιοχή-σύμβολο της ανεργίας, μάλλον σιγομουρμουρίζει «δεν ξέρω τι να παίξω στα παιδιά, στην αγορά στο Λαύριο». O στίχος είναι σημειωμένος στο ημερολόγιο, μαζί με την απορία του («ακούνε άραγε Σαββόπουλο οι νέοι σήμερα; Εγώ ακούω»). Κι όλοι αυτοί οι συνειρμοί κορυφώνονται σε μια πρωτοπρόσωπη εξομολόγηση: «Αισθάνομαι ευθύνη απέναντι στους νέους που δεν βρίσκουν δουλειά. Τι να τους πεις; Εχουν δίκιο».
Αριστη ιδέα εναλλακτικής πολιτικής. Αρκεί να δώσουμε νέους ορισμούς στο ημερολόγιο, στην εξομολόγηση και στους αφορισμούς.