Το όραμα της αστικής ζωής

2' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανάμεσα στη «νέα εποχή» και τη «νέα Ελλάδα», ανάμεσα, δηλαδή, στις προβολές του χθες πάνω στο αύριο, λίγοι μιλούν για το σήμερα, που ορίζεται στις μεγάλες πόλεις από σταθερές συντεταγμένες. Για ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού (και φυσικά όχι μόνο στην Ελλάδα) η καθημερινή ζωή έχει σημεία που ορίζουν το πλαίσιο.

Τέτοια σημεία είναι η πιστωτική κάρτα, η οθόνη του υπολογιστή, η οθόνη της τηλεόρασης, η οθόνη του κινητού, τα ράφια του σούπερ μάρκετ. Μέσα στα σημεία αυτά που ορίζουν το εύπλαστο, ναι, ρευστό, ναι, αλλά αμείλικτο σχήμα της καθημερινότητας, ο πληθυσμός ονειρεύεται τη ζωή του. Είναι μία από τις πτυχές της νέας, για την Ελλάδα, πραγματικότητας. Συνέβη γρήγορα, σε διάρκεια ελάχιστων ετών, και ακόμα βιώνουμε το σοκ του νέου. Αυτήν τη νεότευκτη πραγματικότητα, που δρα αντιφατικά, καθώς από τη μια κόβει τον αέρα, ενώ από την άλλη προβάλλει διάπλατους ορίζοντες, οφείλει η πολιτική σκηνή να τη σταθμίσει αναλυτικά και όχι να την περιγράψει κυνικά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η νέα αστική ζωή, που είναι και η μόνη που γνωρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες νεοφώτιστοι ψηφοφόροι, πρέπει να αποτελέσει ερευνητικό αντικείμενο. Θα πίστευε, όμως, κανείς ότι ο πολυδαίδαλος χαρακτήρας, αυτής της εκ πρώτης όψεως μονοδιάστατης ζωής, θα είχε πολλά ερεθιστικά και προκλητικά για να προκαλέσει γνήσιο πολιτικό λόγο. Είναι πιθανό η κοινωνία που αναδύεται να τείνει προς ένα ολοένα και περισσότερο κλειστό σχήμα ως προς τη διάχυσή της προς τα έξω, ενώ παράλληλα θα τείνει να απλώνει ολοένα και πιο μακριά τα υπόγεια δίκτυά της. H νέα κοινωνία, που ήδη τη ζούμε στο πετσί μας, αλλά ακόμη υπνωτισμένοι, θα είναι φανερή για όσους την αναζητούν. Οσοι αδιαφορούν ή απλώς αδυνατούν θα περιθωριοποιούνται αυτομάτως.

Είναι ένα διεθνές φαινόμενο που ενώ σε ιδιωτικό επίπεδο αφήνει τον πολίτη μπροστά σε μία παλέτα πολλών αλλά συγκεκριμένων επιλογών, σε δημόσιο επίπεδο καλεί σε μία νέα λειτουργία του κράτους. H νέα ευθύνη της Πολιτείας φαίνεται να είναι η εξασφάλιση μιας κοινώς αποδεκτής ευρυθμίας αυτού του όχι απόλυτα διαφανούς κοινωνικού πλαισίου, μέσα στο οποίο ενδημούν φαινόμενα αποκλεισμού που μερικοί είχαν θεωρήσει ότι ανήκουν στο απώτατο παρελθόν. O κοινωνικός και φυλετικός ρατσισμός σείει τη Δύση και πάλι με μία δύναμη που κλυδωνίζει την κληρονομιά του μεταπολεμικού κόσμου (1945 – 1990).

Δεν είναι τυχαίο που και οι δύο βασικοί μονομάχοι των εκλογών έκαναν ανοίγματα στους μουσουλμάνους, όχι μόνο για να προκαλέσουν τη θετική ψήφο τους, αλλά για να στείλουν μήνυμα ότι κατανοούν τη σύνθετη (και αβέβαιη) τροχιά του αύριο. Με μία άλλη ανάγνωση, το άνοιγμα σε αγνοημένες ή υποτιμημένες ομάδες πληθυσμού ενισχύει την αναπτυξιακή μηχανή που βρυχάται και συμβάλλει στην «υγιή» πρόσμιξη των ομάδων που συνθέτουν ήδη τις δυτικές κοινωνίες.

Είναι επίσης φανερό ότι ένα επίσης μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας δυσανασχετεί με την προοπτική μιας νέας κοινωνίας. Αν και, ήδη, ένα υψηλό ποσοστό κινείται ανάμεσα στη δουλειά και το σπίτι, ταξιδεύοντας με το Ιντερνετ και επικοινωνώντας με SMS, η μεγάλη αυτή ανατροπή στο καθημερινό βίωμα, σκληραίνει όσους νοσταλγούν την παλιά ζωή, την πιο εύληπτη αλλά εξ ίσου, αν όχι περισσότερο, άδικη. Ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες, που γεφυρώνονται σαν νησίδες, ανάμεσα σε τάξεις, φύλα, ηλικίες, υπάρχουν τριγμοί ή απλώς αδιαφορία για την ύπαρξη του άλλου. Στόχος του πολιτικού λόγου είναι η απελευθέρωση της δημιουργικής δυναμικής όσων φαντασιώνονται μονάχα την πράξη γιατί τη θεωρούν αδύνατη. Και την καλλιέργεια της πεποίθησης ότι η ζωή μάς χωράει όλους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή