Χωνευτήρι προκαταλήψεων

2' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ητηλεόραση είναι ο καθρέφτης μας. Πίσω από τις ομιλούσες κεφαλές των παρουσιαστών ή των καλεσμένων, δεν υπάρχει ένας άγνωστος τηλεοπτικός αφέντης που χειραγωγεί άμεσα κι ακαριαία, αλλά το είδωλό μας.

Η τηλεόραση επιδρά πάνω μας σιγά-σιγά. Στον ίδιο βραδύ χρόνο επηρεάζουμε εμείς εκείνη, σχεδόν συμμετέχοντας στη διαμόρφωση της ιδεολογίας της. Δηλαδή, η γλώσσα της μάς γίνεται απολύτως κατανοητή μόνον αφού έχει υποστεί ένα είδος επεξεργασίας, μια αμφίδρομη εναρμόνιση ηθών κι ιδεών.

Μια γλώσσα, που είναι κυρίως γλώσσα της εικόνας. Αυτή κυριαρχεί, αυτή παίρνει το προβάδισμα έναντι του λόγου (διεγείρει πιο άμεσα, πιο αυτόματα τις αισθήσεις, αποτυπώνεται πιο έντονα). Στην τηλεόραση, η παρουσία εξοστρακίζει την ουσία. Γι’ αυτό και οι πολιτικοί, αν κάτι αναγκάζονται να μάθουν είναι πώς να κάθονται, πώς να κουνούν τα χέρια, πώς να εκφράζονται με άνεση και δύναμη.

Οταν στις 26 Σεπτεμβρίου 1960 έλαβε χώρα η πρώτη, στα παγκόσμια χρονικά, τηλεοπτική αντιπαράθεση πολιτικών αντιπάλων, το πρώτο από τα τέσσερα ωριαία ντιμπέιτ μεταξύ των δύο υποψηφίων για τη θέση του προέδρου των ΗΠΑ, του αντιπροέδρου Ρίτσαρντ Νίξον και του γερουσιαστή Τζον Κένεντι, όσοι το είχαν παρακολουθήσει από το ραδιόφωνο είπαν ότι ο Νίξον είχε κερδίσει τις εντυπώσεις, όσοι το είχαν δει στην τηλεόραση πίστευαν ότι ο Κένεντι υπερτερούσε του αντιπάλου του.

Σήμερα που η τηλεόραση κατέληξε ο πιο δυνατός κρίκος μεταξύ του πολίτη και των κυβερνώντων, στήνεται μια ολόκληρη μηχανή γύρω από τα ντιμπέιτ, τις «κορυφαίες» στιγμές της προεκλογικής τελικής ευθείας. Το βλέπουμε στα εντατικά παζάρια για τους όρους διεξαγωγής, στις προσδοκίες που επενδύονται σ’ αυτά από τους πολιτικούς μας, οι οποίοι δεν κρύβουν ότι δίνουν μεγαλύτερη αξία στην επικοινωνία από το πολιτικό μήνυμα, ότι υπολογίζουν περισσότερο τη σκηνική παρουσία του «μονομάχου» από τις ιδέες του – γι’ αυτούς ένα επικοινωνιακό λάθος, όπως εκείνο του πατρός Μπους, ο οποίος κοίταζε το ρολόι του την ώρα που μιλούσε ο αντίπαλός του Μπιλ Κλίντον, θα μπορούσε να είναι καταστροφικό.

Είναι πράγματι; Ποιους επηρεάζουν και πόσο βαθιά τα αμφίλογα και αντίλογα ντιμπέιτ; Δεν υπάρχουν κάποια όρια πολιτικής νοημοσύνης; Πάντως, η τηλεόραση δεν επιβάλλει νέους προσανατολισμούς. Μόνο σταθεροποιεί τους παλιούς. Παγιώνει προκαταλήψεις, ενισχύει προκατασκευασμένες απόψεις.

Ο τηλεθεατής απορρίπτει με μεγάλη ευκολία ό,τι συγκρούεται με τις πολιτικές του ιδέες. Κρατάει μόνο εκείνο με το οποίο συμφωνεί. Παίρνει αυτό που θέλει. Αν το τηλεοπτικό μήνυμα βρίσκει κάπου απήχηση είναι στις ταλαντευόμενες πολιτικές συνειδήσεις που επιφυλάσσουν οδυνηρές εκπλήξεις σε όσους τους αγνοούν, στο ρευστό ποσοστό των αναποφάσιστων. Δηλαδή, σ’ εκείνους που δεν πιστεύουν πλέον σε τίποτε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή