Αυτό το «όχι» το σωστό…

2' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δυσχερείς και εξελισσόμενες υπό την αμερικανοβρετανική πίεση να «κλείσει το θέμα», οι συνομιλίες για το Κυπριακό δεν επιτρέπουν ασφαλείς προβλέψεις ως προς την έκβασή τους, ούτε καν (ακόμη) την εκτίμηση κατά πόσον θα ήταν επωφελέστερο για τον ελληνισμό να γίνει δεκτό το -ένα ή το άλλο- Σχέδιο Ανάν ή να αποβεί άκαρπη η τωρινή προσπάθεια. Μπορεί, ωστόσο, να επισημανθεί ήδη από τώρα ότι είναι άστοχη και διαπραγματευτικά επιζήμια η τάση να «αυτοπροειδοποιείται» η ελληνοκυπριακή πλευρά ότι θα περιέλθει σε τραγική δήθεν θέση, σε περίπτωση που αρθρώσει εκείνη το «όχι» απέναντι σε μία τουρκοκυπριακή κατάφαση.

Τις αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας στάσης, αληθινές ή περιγραφόμενες καθ’ υπερβολήν, είναι φυσικό να τις υπαινίσσονται ή και να τις προβάλλουν εκβιαστικά οι δυνάμεις που πιέζουν τη Λευκωσία και την Αθήνα. Δεν είναι, όμως, καθόλου εύλογο να υιοθετούμε μια τέτοια συλλογιστική εμείς οι ίδιοι, εκτός αν έχει κανείς την αιτιολογημένη γνώμη ότι τα πράγματα μόνο να επιδεινωθούν μπορούν ή αν, έστω ανομολόγητα, θέλει απλώς να «ξεμπερδεύουμε» – εξαιτίας ενός αισθήματος κόπωσης που δεν είναι ασύνηθες, στην πολιτική ή τις ατομικές σχέσεις, να οδηγεί τους ανθρώπους στη διαγραφή αξιώσεων και στην οριστική αναδοχή «ζημιών».

Στην περίπτωση του Κυπριακού και τα δύο αυτά -ο φόβος και η κόπωση – διαπνέουν, σε κάποιο βαθμό, όσους θεωρούν καταστροφή την τυχόν αποτυχία των τωρινών συνομιλιών. Και τα δύο αυτά, όμως, φαίνεται να ενισχύονται από μία, επί καιρό υφέρπουσα στην ελληνική εξωτερική πολιτική, αισιόδοξη αντίληψη ότι οι «παλιές» παράμετροι τριβών, που όριζαν τα πράγματα στις σχέσεις Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, θα σβήσουν δήθεν μέσα στο νέο «διεθνές» περιβάλλον ώστε αξίζει να στέργει κανείς και στο απαράδεκτο ακόμη, προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο προς τη «δυναμική» του μέλλοντος, αλλά και να μην ενοχλήσει τους ισχυρούς που είναι υπεύθυνοι για τη «δυναμική» αυτή.

Η αντίληψη αυτή, που προτείνει το «ναι» πάση θυσία, φτάνει να εκφράζεται και με ελάχιστα σοβαρές διατυπώσεις – όπως το «δεν είναι η ώρα για δογματισμούς και τακτικισμούς, αλλά για τον αναγκαίο ιστορικό συμβιβασμό» (της AEKA του κ. Μπίστη, αυτό), που απλώς αποφεύγουν το ζητούμενο, δηλαδή το ποιος είναι ο συμβιβασμός και σε ποιο βαθμό ενδέχεται όχι μόνον να αναγνωρίζει τα τετελεσμένα, αλλά και να μας αναγκάζει να τα χρηματοδοτούμε. Θέσεις τέτοιου τύπου δεν θα ενδιέφεραν, αν δεν είχε κανείς την αίσθηση ότι απλώς διογκώνουν μέχρι σημείου αστείου μία επίσημη γραμμή, που εκφέρεται μεν σοβαρά, δεν παύει όμως να παραμερίζει και αυτή το ζητούμενο. H γραμμή υπέρ του «ναι» πάση θυσία ανιχνευόταν, έτσι, στη σπουδή, με την οποία οι κ. Σημίτης και Γ. Παπανδρέου έκριναν θετικά τα σχέδια Ανάν. H δε υπόδειξη του σημερινού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ στον κ. Καραμανλή να αναπτύξει πρωτοβουλία, για να καταδείξει τα αρνητικά σημεία, όχι μόνον δεν εξηγεί γιατί οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ δεν έκαναν κάτι τέτοιο τόσον καιρό, αλλά εξακολουθεί να μη συνοδεύεται από μία ευθεία αρνητική θέση – ότι, δηλαδή, αν τα αρνητικά παραμείνουν, το ΠΑΣΟΚ τάσσεται κατά του σχεδίου.

Τα παραπάνω δεν σημειώνονται με διάθεση κομματικής κριτικής ούτε καν (όπως, άλλωστε, από την αρχή διευκρίνισα) με οριστικά σχηματισμένη άποψη υπέρ ή κατά του Σχεδίου Ανάν. Απλώς για μία ακόμη φορά διαπιστώνουμε ότι μία μερίδα πολιτικών φωνών στη χώρα μας κρίνει σκόπιμο να προσερχόμαστε σε συνομιλίες περιδεείς για το ενδεχόμενο αποτυχίας τους και με προαναγγελμένη την κατάφασή μας. Και αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος να καταλήγει κανείς ζημιωμένος – σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή