Θα εκλέξει η Βουλή τον Αρχιεπίσκοπο ισόβιο Αρχι-Πρύτανι;

Θα εκλέξει η Βουλή τον Αρχιεπίσκοπο ισόβιο Αρχι-Πρύτανι;

4' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με άκρα μυστικότητα και πολύμηνη προεργασία άνευ του παραμικρού διαλόγου προωθείται να ψηφισθεί στη Βουλή νομοσχέδιο για τη «Δομή και λειτουργία της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης», αφού πέρασε ήδη απ’ όλα τα νομοπαρασκευαστικά στάδια. Τα μισά περίπου άρθρα του προβλέπουν να γίνουν Ανώτατες τέσσαρες υφιστάμενες Ανώτερες Εκκλησιαστικές Σχολές (Αθηνών, Κρήτης, Βελλάς, Πυλαίας). Κατ’ ουσίαν πρόκειται να ιδρυθούν τέσσερα Εκκλησιαστικά Πανεπιστήμια με πολλά προγράμματα σπουδών το καθένα.

Σημαδιακό ιστορικό

Το εγχείρημα είναι παλαιό. Επί χούντας ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος εδοκίμασε και επέτυχε διά των συνταγματαρχών να ιδρύσει Ανωτέρα Ιερατική Σχολή με σκοπό να υποκαταστήσει τις Θεολογικές Σχολές, να ελέγξει την εισδοχή των σπουδαστών και να τροφοδοτήσει τον ανώτερο Κλήρο με στελέχη «εκκλησιαστικού» δήθεν φρονήματος και ήθους και ειδικών γνώσεων. Το πείραμα απέτυχε παταγωδώς. Την ιδέα επανέφερε -αυτούσια- ο πολυπράγμων Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος στις τελευταίες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ εμπλουτισμένη και προσηρμοσμένη στις προβλέψεις του Ν. 1268. Η έγκαιρη και τεκμηριωμένη αντίδραση των θεολογικών εν συνδυασμώ προς τα υγιή ανακλαστικά οξυδερκών πολιτικών ματαίωσε στο παραπέντε την ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου. Στις μέρες μας το πείραμα φαίνεται τριτεύει. Η ξεχασμένη ιδέα αναπαλαιώθηκε, το νομοσχέδιο από (34) άρθρα βαίνει ολοταχώς προς ψήφιση. Και ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος θα είναι ο πρώτος παγκοσμίως Ισόβιος Πρύτανις ψηφισμένος όχι από 40 ή 60 ιεράρχες αλλά από πολύ περισσότερους βουλευτές της πολύπαθης Ελληνικής Δημοκρατίας μας. Εχει μάλιστα προβλεφθεί στα δεινά δημοσιο- οικονομικά μας πενταπλάσια εν σχέσει και αναλογικά προς τα κρατικά πανεπιστήμια πίστωση. Τρία μείζονα διακυβεύματα, ακαδημαϊκό, θεολογικό, κοινωνικό-παιδευτικό, κρίνονται στην προκειμένη ψηφοφορία. Και οι εκλεγμένοι -μη ισόβιοι- Πατέρες του έθνους έχουν συνταγματικό χρέος να μελετήσουν πριν ψηφίσουν.

Το έτοιμο νομοσχέδιο θυσιάζει στο βωμό των πολιτικών προσθαφαιρέσεων μακραίωνες πανεπιστημιακές ελευθερίες και κατακτήσεις.

α) Μεταξύ άλλων τραγελαφικών και παρενδεδυμένων προβλέπεται Διορισμένο Επταμελές «Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο» από τρεις Καθηγητές, τρεις Ιεράρχες (:ανώτατοι Επιστήμονες;) και Πρόεδρο ισόβιο τον Αρχιεπίσκοπο (ανώτατος αρχι-επιστήμονας). Σ’ αυτό το Συμβούλιο φτάνουν για τελική έγκριση όλες οι «γνώμες-προτάσεις» όλων ανεξαιρέτως των υφισταμένων «διοικητικών» και «επιστημονικών» οργάνων.

β) Και για την εκλογή του επιστημονικού προσωπικού αποφαίνεται τελικώς το ανωτέρω ΑΕΣ ύστερα από γνώμη του οικείου Ακαδημαϊκού Συμβουλίου.

γ) Κάθε Ανώτατη Ακαδημία είναι ένα εκκλησιαστικό Πανεπιστήμιο με «περισσότερα του ενός προγράμματα, καθένα από τα οποία καλύπτει το γνωστικό αντικείμενο μιας επιστήμης». Ας υπολογίσουμε προχείρως: 4 Ακαδημίες x 5 Προγράμματα = 20 Επιστήμες!

δ) Η επιλογή των φοιτητών δεν εντάσσεται στο πανελλήνιο σύστημα εξετάσεων, αλλά στηρίζεται πρωτίστως σε αδιαφανείς μη ελεγχόμενες ακαδημαϊκώς διαδικασίες (συστατικές επιστολές ιεραρχών, συνεντεύξεις ενώπιον και ιεραρχών).

Οι Ανώτατες Ακαδημίες, για άρρενες μόνον, ορίζονται εκ προοιμίου ομολογιακές (:σπουδή δήθεν της «ορθόδοξης πίστης και παράδοσης»). Η κορυφαία επιστημονική κατάκτηση των μοναδικών στην Ευρώπη Θεολογικών μας Σχολών να μην είναι ομολογιακές και γι’ αυτό να είναι ευσήμως αναγνωρισμένες διεθνώς ακυρώνεται στο όνομα μιας αμφίσημης σκοπιμότητας να ελέγχει και δήθεν και πραγματικώς η «ορθοδοξο-φροσύνη» των εκκλησιαστικών στελεχών. Κι ενδεχομένως στον ερχόμενο χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους αυτές οι Σχολές με την παγκόσμιο αναγνώριση και φοιτητές από τα πέρατα της γης να κριθούν από κάποιο συμβούλιο ιερωμένων αχρείαστες. Βεβαίως, οι επίσκοποι της Ελλαδικής Εκκλησίας ποτέ δεν έκρυψαν την αποστροφή τους προς τις Θεολογικές Σχολές, η οποία ενίοτε φτάνει στα όρια του μίσους. Μέσοι οι πιο πολλοί φοιτητές μας όντας εξ αυτών ως νεότατοι αρχιμανδρίτες, αφού έγιναν Επίσκοποι έκοψαν κάθε επαφή με τη Σχολή που τους έθρεψε θεολογικά. Στις καλύτερες των περιπτώσεων χρησιμοποιούν επιλεκτικώς καθηγητές για να στηρίξουν κάποιες από τις επιλογές του. Ποτέ όμως δεν έδειξαν να χαίρονται για την ελευθερία που απολαμβάνουν οι λαϊκοί ακαδημαϊκοί θεολόγοι. Σήμερα λίγοι διαθέτουν τον επιστημονικό εξοπλισμό ακόμη και ενός μέσου καθηγητού Θεολογικής Σχολής.

Τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία άνοιξε τις κλειστές-οικότροφες στρατιωτικές σχολές στα Πανεπιστήμια και στην ευρύτερη κοινωνική κονίστρα. Οι (τέως) τρόφιμοί τους (γιατροί, δικηγόροι και λοιποί) λαμβάνουν τη στρατιωτική εκπαίδευση στην παραγωγική Σχολή τους, ενώ το κύριο επιστημονικό αντικείμενο της σπουδής τους το διδάσκονται στα Πανεπιστήμια. Ακρως επιτυχής η καινοτομία για την επιστημονική κατάρτισή τους, σωτήρια η όσμωσή τους στο πανεπιστημιακό campus για τη δημοκρατική τους ευεξία και την προσωπική τους ισορροπία. Σήμερα -εν αγνοία ίσως των παραπόμενων κινδύνων- νομοθετείται, με πρωτοβουλία και συνέργεια της Εκκλησιαστικής Διοίκησης, να στείλουμε πίσω στον λατινικό Μεσαίωνα ένα κομβικό κομμάτι της δημόσιας εκπαίδευσης. Να ξανακλείσουμε τα υποψήφια ανώτερα στελέχη της Εκκλησίας σε οικοτροφεία, να εμπιστευθούμε την παίδευσή τους σε «διορισμένα» όργανα, να ελέγξουμε (πώς άραγε;) το ήθος τους. Κατ’ ουσίαν η Βουλή βαίνει να νομοθετήσει ανώτατους ορθόδοξους μεντρεσέδες – φυτώρια ελεγχόμενης και κατευθυνόμενης μονοκαλλιέργειας. Εχει ακριβή αντίληψη πού εμπιστεύεται ένα μέρος της δημόσιας εκπαίδευσης και ποιες ανατροπές εισάγει στο ευρύτερο κοινωνικό σώμα;

Τα παραπάνω δειγματοληπτικά μεγεθύνονται επικινδύνως αν προβληθούν στο φως των τελευταίων εξελίξεων. Ενα Επισκοπάτο προερχόμενο σχεδόν στο σύνολό του από το ανύπαρκτο εκκλησιαστικώς σχήμα των Αρχιμανδριτών (διάβαζε: μοναχών εκτός μονών) πρεσβεύει μια εκκλησιολογία ήκιστα εκκλησιαστική, προσαρμοσμένη στα μέτρα μιας θρησκειοποιημένης κρατικο-εθναρχικής ορθοδοξίας. Η διοικητική οργάνωση -βαυαρικής κοπής- στο κατώγειο της αναποτελεσματικότητάς της. Οι αγιαστικές ιεροπραξίες υποχωρούν μπροστά στον καλπάζοντα, πολυσχιδή και αλλότριο ακτιβισμό. Και στα ενδότερα του καταπετάσματος, η φιληδονία, η φιλαργυρία, ιδιαίτερα η φιλοδοξία στο απόγειο του τυμπανισμού τους.

Μια νηφάλια πρόταση

Η ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος αξίζει να έχει μια Σχολή. Το κράτος οφείλει να της παράσχει μέσα και στήριξη – προς Θεού όχι χρήματα! Οι Θεολογικές Σχολές να της δανείσουν πείρα και την πρώτη -των διδασκόντων- μαγιά. Κι όλα αυτά πειραματικά και εξ άπαντος με την απαράβατη ρήτρα να ισχύσουν ανέγγιχτα τα πανεπιστημιακά θέσμια ως ιερή κατάκτηση του δημόσιου βίου μας. Ας ανασταλεί λοιπόν η σχετική διαδικασία κι ας αρχίσει -επιτέλους- και δημόσιος και ειδικός τριμερής διάλογος.

Υστερόγραφο: Οι διακεκριμένοι συνάδελφοι Μ. Παπαδόπουλος και Θ. Βερέμης γνωρίζουν άραγε ότι εν όσω αυτοί κοπιάζουν για Εθνικό Διάλογο Παιδείας, κάποιοι ιεροκρυφίως νομοσχεδιάζουν τέσσερα Πανεπιστήμια; Διακόσιοι συνάδελφοί τους θα χαρούν αν έχουν μιαν δημόσια απάντησή τους.

* O κ. Λ. Χρ. Σιάσος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή