Ψάχνοντας για τα πολιτικά αίτια του ισλαμιστικού τρομοκρατικού κινήματος

Ψάχνοντας για τα πολιτικά αίτια του ισλαμιστικού τρομοκρατικού κινήματος

4' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε προηγούμενη επιφυλλίδα μου («Καθημερινή» 7 Αυγούστου 2005) είχα αναφερθεί σε ένα εφιαλτικό σενάριο που αρχίζει να ξεδιπλώνεται στις μέρες μας. «…τι γίνεται αν, ο μη γένοιτο, αυτόχειρες τρομοκράτες αποκτήσουν έστω και περιορισμένης εμβέλειας εκρηκτικά μαζικής καταστροφής/μόλυνσης;… σε περίπτωση ενός τέτοιου τρομοκρατικού/πυρηνικού – χημικού – βιολογικού πλήγματος, πώς απαντά κανείς; H ψυχροπολεμική θεωρία της «μαζικής ανταπόδοσης» προϋποθέτει την ύπαρξη μιας εδαφικά προσδιορισμένης κρατικής ονότητας που ευθύνεται για την επίθεση. Αλλά η τρομοκρατία τύπου Αλ Κάιντα δεν έχει πατρίδα. Και όπως διαπιστώνουμε μετά τα ιουλιανά τρομοκρατικά πλήγματα στο Λονδίνο, πώς εφαρμόζει κανείς αντίποινα (μαζικής ανταπόδοσης) όταν οι τρομοκράτες προέρχονται από τη σάρκα και τα οστά της δικής του κοινωνίας;»

Εκλεισα τις σκέψεις μου επισημαίνοντας την ανάγκη να προσδιορίσουμε τα πολιτικά αίτια του τρομοκρατικού κινήματος ισλαμικής προελεύσεως και να τα αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά όσο υπάρχει ακόμα χρόνος. Αξίζει, πριν προχωρήσουμε, να κάνουμε ορισμένες διευκρινίσεις: κατ’ αρχάς, η τρομοκρατία δεν είναι μονοπώλιο των ισλαμιστών φονταμενταλιστών. Εχει χρησιμοποιηθεί -ως μέθοδος αποσταθεροποίησης- π.χ. από βουδιστές (Ταμίλ) στη Σρι Λάνκα και χριστιανούς/καθολικούς στη Βόρεια Ιρλανδία, για να αναφέρουμε δύο από τα πιο γνωστά παραδείγματα. Επειδή, όμως, στα χρόνια μετά τη λήξη του ψυχρού πολέμου έχει αυξηθεί αισθητά η χρήση των ισλαμιστικών τρομοκρατικών πληγμάτων, με οχήματα τους αυτόχειρες βομβιστές και με στόχους αμάχους σε διάφορα σημεία του πλανήτη, προτεραιότητα είναι να εντοπίσουμε τα κίνητρα και τα αιτήματά τους.

Η εύκολη κριτική στην παραπάνω διευκρίνιση θα μπορούσε να ακούγεται ως εξής: «Τι μας λέτε, κ. Κουλουμπή; Οι τρομοκράτες δεν έχουν πολιτικά κίνητρα και αιτήματα. Απλώς μισούν τη δημοκρατία και τον δυτικό τρόπο ζωής. Ετσι, χτυπούν ύπουλα και αδιάκριτα, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας αθώους πολίτες. Δεν πρέπει ούτε κατά διάνοια να διαπραγματευόμαστε με φανατικούς και αδίστακτους δολοφόνους, που μοναδικό τους κίνητρο είναι να μας καταστρέψουν. Αν φανεί ότι διστάζετε και τους φοβάστε, τότε τους ανοίγετε την όρεξη για την κλιμάκωση της καταστροφικής τους δραστηριότητας. Δεν βλέπετε, τέλος πάντων, ότι ζουν και αναπαράγουν ένα πολιτισμό αυταρχικό και αναχρονιστικό που καταδικάζει τις γυναίκες στις κοινωνίες τους σε μια κατάσταση περιθωριοποίησης, αν όχι δουλείας; Αποδίδοντας στους τρομοκράτες «πολιτικά κίνητρα», το μόνο που καταφέρνετε είναι να τους νομιμοποιείτε, ακόμη και να δικαιολογείτε τις αποτρόπαιες πράξεις τους».

Τα παραπάνω θα μπορούσαν να είναι τυπικά επιχειρήματα ενός νεοσυντηρητικού τεχνοκράτη σε κάποια αμερικανική δεξαμενή σκέψης, ο οποίος θεωρεί τη «σύγκρουση των πολιτισμών» ως ένα αναπόφευκτο φαινόμενο που θα σημαδέψει τον 21ο αιώνα. Κατά τη γνώμη μου, η σύγκρουση των πολιτισμών (ακόμη χειρότερα, η σύγκρουση των θρησκειών) δεν είναι αναπόφευκτη. Είναι, δυστυχώς, προϊόν μιας υπεραπλουστευτικής θεωρίας που αδιαφορεί για τον πλούτο πολιτικών και κοινωνικών αποχρώσεων μέσα στους «πολιτισμούς», ομογενοποιώντας τους σε ασύμβατους και ανταγωνιστικούς πόλους. H «θεωρία» αυτή μπορεί να γίνει ιδιαιτέρως επικίνδυνη -ακόμη και προφητική- αν ενταχθεί στα στρατηγικά δόγματα διαφόρων κυβερνήσεων μικρών, μεσαίων και, ιδίως, μεγάλων δυνάμεων.

Ποια είναι, επιτέλους, τα πολιτικά αίτια (και αιτήματα) που, έστω και προσχηματικά, συντηρούν τις δραστηριότητες τρομοκρατικών κυκλωμάτων που κινούνται στον αστερισμό της Αλ Κάιντα και του δισεκατομμυριούχου Σαουδάραβα ηγέτη της, Οσάμα μπιν Λάντεν; Πρώτο, και ίσως κυριότερο, αίτιο είναι η βαθύτατα ριζωμένη εντύπωση στον αραβικό κόσμο (και ευρύτερα στην κοινή γνώμη των ισλαμικών κρατών) ότι οι ΗΠΑ στηρίζουν το Ισραήλ άνευ όρων στη μεγάλη του σύγκρουση με τους Αραβες, από τη γένεση του εβραϊκού κράτους το 1948 μέχρι σήμερα. Αμεσα συνδεδεμένο είναι και το δεύτερο αίτιο της συνεχιζόμενης κατοχής της Δυτικής Οχθης από τις ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ, παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του OHE που προβλέπουν την επιστροφή των κατεχόμενων παλαιστινιακών περιοχών με αντάλλαγμα την αναγνώριση του ισραηλινού κράτους από όλους τους Αραβες γείτονες, συμπεριλαμβανομένης και της παλαιστινιακής οντότητας. Τρίτο αίτιο, που εκφράζεται κυρίως από τις αραβικές μάζες, είναι η πεποίθηση ότι η Δύση στηρίζει διεφθαρμένα καθεστώτα στη Μέση Ανατολή, με αντάλλαγμα την εκμετάλλευση πλούσιων ενεργειακών κοιτασμάτων. Το τέταρτο, και πιο πρόσφατο, αίτιο είναι η επιεικώς άστοχη απόφαση της κυβέρνησης Μπους να προχωρήσει σε προληπτικό πόλεμο εναντίον των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν και, ιδίως, του Σαντάμ Χουσεΐν στο Ιράκ. Παρεμπιπτόντως, εδώ οι Αμερικανοί σχεδιαστές της εξωτερικής πολιτικής παρέβησαν, για τρίτη φορά μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη μεγάλη παρακαταθήκη του πατέρα του σύγχρονου ρεαλισμού, Hans Morgenthau, που συμβούλευε ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν κανένα συμφέρον να εμπλακούν σε χερσαίους πολέμους στα εδάφη της ηπειρωτικής Ασίας. H πρώτη παράβαση έγινε τη δεκαετία του 1950 στην Κορέα, η δεύτερη το 1965-75 στο Βιετνάμ και η τρίτη, από το 2003 μέχρι σήμερα, στο δίδυμο Αφγανιστάν – Ιράκ. Τα αποτελέσματα και στις τρεις περιπτώσεις διέψευσαν τις προσδοκίες τεχνοκρατών που δεν διέθεταν επαρκείς γνώσεις για την ιστορία, τον πολιτισμό, τη νοοτροπία και την ανθεκτικότητα των λαών αυτών. Οπως μου έλεγε ένας παλιός μου δάσκαλος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Samuel Sharp, η μεγαλύτερη αδυναμία ενός ηγέτη μπορεί να εκφραστεί με δύο λέξεις: ευσεβείς πόθοι (wishful thinking).

Χωρίς να θεωρώ ότι το πρόβλημα της τρομοκρατίας ισλαμιστικής προελεύσεως θα λυθεί ως διά μαγείας, πιστεύω ότι η πρόοδος στις σχέσεις του Ισραήλ με όλους τους Αραβες γείτονές του -ιδίως ένας μεγάλος ιστορικός συμβιβασμός στο θέμα των Παλαιστινίων- θα μειώσει δραστικά την έλξη φανατισμένων εμπόρων της σύγκρουσης, όπως ο Μπιν Λάντεν. Με την εκκένωση της Λωρίδας της Γάζας και τη δημιουργία ενός αποστρατιωτικοποιημένου παλαιστινιακού κράτους, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει τη Δυτική Οχθη, μπορεί να φθάσουμε στο όραμα των δύο συμβατών κρατών: ενός ισχυρού και αναγνωρισμένου Ισραήλ και μιας βιώσιμης και αναπτυσσόμενης Παλαιστίνης. Στην περίπτωση της ανάπτυξης της τελευταίας, κεντρικό ρόλο θα πρέπει να παίζει η Ευρωπαϊκή Ενωση και, εξυπακούεται, η Ελλάδα.

Δυστυχώς, η προοπτική για ένα σύντομο απεγκλωβισμό των ΗΠΑ από το Ιράκ δεν είναι καλή. Αλλά η αποχώρηση των αγγλοαμερικανικών δυνάμεων κατοχής από την εκρηκτική αυτή περιοχή είναι μια δεύτερη προϋπόθεση για την εκτόνωση της εκκολαπτόμενης διαπολιτισμικής αντιπαράθεσης. Αυτό, όμως, είναι θέμα μελλοντικής επιφυλλίδας.

* O Θεόδωρος Κουλουμπής είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή