Στο φως του ήλιου έλαμπαν τα τρία περίπτερα, ξεχαρβαλωμένα, παροπλισμένα, ξεχασμένα. Σαν ηλικιωμένοι χωρίς συγγενείς, τα παλιά περίπτερα της Αθήνας ξεριζώθηκαν από τα αστικά πεζοδρόμια και πετάχτηκαν στις χορταριασμένες άκρες κοντά στις ράγες του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου. Το όμορφο κίτρινο χρώμα τους αντέχει ακόμη, οι στέγες τους θυμίζουν σπίτι που ζωγράφισε παιδί σε χαρτί ιχνογραφίας, τα ρολά τους κατεβασμένα, συθέμελα τα σήκωσαν και τα αντικατέστησαν με τα νέου τύπου – περίπτερα σε απομίμηση μίνι-μάρκετ… Μία αύρα μελαγχολίας τα τυλίγει… Βρίσκονται δίπλα στην κίνηση, τα τρένα περνούν, σε απόσταση κοντινή ο πεζόδρομος της Αδριανού, εκεί όπου σκάει το κύμα της ζωής, εκεί όπου πηγαινοέρχεται η νεολαία, οι τουρίστες με ηλιοκαμένα ήδη τα πρόσωπα… Σαν να μην τα θέλει κανείς, τα περίπτερα αυτά είναι κομμάτι της ιστορίας της πόλης, είναι κομμάτι της δικής μας, προσωπικής ιστορίας. Σε ένα από αυτά τα περίπτερα, όλοι μας κάποτε, σταθήκαμε στις μύτες και ζητήσαμε μία σοκολάτα, πληρώσαμε ένα περιοδικό ή πήραμε τα τσιγάρα του πατέρα… Δεν υπάρχει ένας χώρος να τα προστατεύσουν, να τα συντηρήσουν; Να τους επιτρέψουν να μας θυμίζουν ότι κάποτε ακόμη και το πεζοδρόμιο έχει δικαίωμα στην ιστορία!
Τα ξύλινα περίπτερα που αφήσαμε στις ράγες του τρένου!
55" χρόνος ανάγνωσης