New Yorker

4' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι ειδήσεις στην τηλεόραση μιλούσαν ακατάπαυστα για τις συζητούμενες κυρώσεις εναντίον του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Δηλαδή για τον πόλεμο. Στο Μανχάταν διαδήλωσαν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι εναντίον του άλλου πολέμου που συμβαίνει ήδη, στο Ιράκ. Ο Απρίλιος του 2006 ήταν ο πιο αιματηρός μήνας για τις αμερικανικές δυνάμεις που επιχειρούν σ’ αυτήν την αρχαία χώρα της Μέσης Ανατολής. Εκατομμύρια μεταναστών θα απεργούσαν την Πρωτομαγιά, ώστε να τονίσουν τη σημασία τους για την αμερικανική οικονομία. Αλλοι συζητούσαν για έναν αμερικανικό εθνικό ύμνο στα ισπανικά, μια προοπτική που απέκλεισε αμέσως ο πρόεδρος Τζ. Ου. Μπους. Πέθανε ο μεγάλος οικονομολόγος Τζ. Κ. Γκάλμπρεϊθ, τελειώνοντας το ταξίδι του σε έναν οικονομικό χρόνο που λέγεται πως δεν θα είναι ποτέ, ξανά, ο ίδιος. Σε μια γειτονιά του κέντρου της Νέας Υόρκης πέθαναν δύο μαύρα παιδιά κοιτάζοντας τηλεόραση καθώς η συσκευή τους ανατινάχθηκε. Και οι τιμές του πετρελαίου ανέβαιναν διαρκώς.

Είναι δύσκολο να μη συνοψίζεις τις αντιφατικές εικόνες που διαπερνούν, ακόμα και τον ελάχιστο χρόνο ενός τριημέρου, τους δρόμους ή τα δελτία των ειδήσεων. Οι πόλεμοι ή οι απειλές των πολέμων και οι θυσίες σε αίμα, τόσο των στρατιωτών που επιχειρούν στα μακρινά μέτωπα της Ανατολής όσο και των θυμάτων τους, υπενθυμίζουν την αδυναμία των κοινωνιών μας, των δυτικών κοινωνιών, να διαχειριστούν την ενδογενή βία τους. Τη χρησιμοποιούν, εξάγοντάς την, για να «λύσουν» προβλήματα δημοκρατίας που «διαπιστώνουν» σε άλλες χώρες. Την εξάγουν ή απειλούν ότι θα την εξαγάγουν, για να συγκρατήσουν τη δυναμική της βίας που καταλογίζουν στους άλλους, όπως κάνουν για το Ιράν. Η θεολογική λογική του δίκαιου πολέμου, του πολέμου που διεξάγεται με την άδεια του θεού όπως στην εποχή των Σταυροφοριών, μοιάζει να αποτελεί δομική σκέψη για τη δυτική κουλτούρα: Οι ηθικές αξίες στηρίζονται στη βία μου και στην εκδίκησή μου. Ακριβώς ό,τι προσάπτουμε στους αντιπάλους μας. Κώδικες μιας βίας που σπουδαίοι Αμερικανοί καλλιτέχνες, όπως ο Κλιντ Ιστγουντ, αφηγήθηκαν με λιτότητα, υπενθυμίζοντας ότι στην άκρη της περιμένει η απώλεια και ο θάνατος.

Και όμως υπάρχουν άνθρωποι που αντιστέκονται σ’ αυτήν τη λογική. Οπως οι Νεοϋορκέζοι που αντιδρούν στον πόλεμο εκδίκησης και ψέματος που γίνεται στο Ιράκ, ζητώντας, τι περίεργο, περισσότερες πιστώσεις για βιβλία. Υπενθυμίζοντας πάντως, παρά τους κυρίαρχους μύθους της κοινωνίας του θεάματος, πως οι άνθρωποι εξακολουθούν να αγωνίζονται και να αντιστέκονται στις απλοποιήσεις· πως εξακολουθούν να πιστεύουν σ’ έναν άλλο τρόπο για να στοχαστούν οι κοινωνίες τα αδιέξοδά τους και τις αντιφάσεις τους. Τον μήνα που πέρασε, στο Παρίσι, αμφισβητήθηκαν οι τάχατες μονόδρομοι της αποδιαρθρωμένης οικονομίας· στα τέλη του Απριλίου, στη Νέα Υόρκη, αμφισβητήθηκε η λογική της εξαγόμενης βίας και της εξαθλίωσης των σύγχρονων προλεταριάτων.

Οι άνθρωποι, με τις διαδηλώσεις τους, υπενθυμίζουν τις αντιφάσεις του κυρίαρχου οικονομικού συστήματος που είναι εδώ και δύο αιώνες το καπιταλιστικό. Δεν μπορεί από τη μια μεριά να στηρίζεται στην αέναη εξασφάλιση φτηνών εργατικών χεριών, μετακινώντας τα ή καθηλώνοντάς τα, αναλόγως, ώστε να τα καθιστά ακόμα φτηνότερα και από την άλλη να τους αρνείται τα βασικότερα δικαιώματά τους απειλώντας τα με την ανεργία ή την απέλαση. Ο καπιταλισμός στηρίχθηκε στην αξιοποίηση της ατομικής εργασίας και στον σεβασμό του ατόμου (αντίθετα με τον φεουδαλισμό που στηριζόταν στις κοινότητες) και η υποτίμησή τους, εκ μέρους του, αποτελεί υπονόμευση της ίδιας του της νομιμοποιητικής λογικής. Υπονόμευση που ανοίγει τον δρόμο για τους ολοκληρωτισμούς όπως συνέβη, κάποτε, στη Γερμανία και στη Ρωσία.

Ξαναδιαβάζουμε μερικές φράσεις του μεγάλου οικονομολόγου που πέθανε το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Απριλίου του 2006: «Η κοινωνικοπολιτική σύγκρουση δεν θα είναι τώρα, ούτε θα είναι στο μέλλον, μεταξύ κεφαλαίου και εργατικής τάξης· θα είναι μεταξύ των βολικά ευνοημένων και των σχετικά ή συγκεκριμένα στερημένων. Αυτή η σύγκρουση μπορεί να μην είναι -ίσως δεν θα είναι- ειρηνική. Η πολιτική φωνή και η συμμετοχή είναι τα μέσα θεραπείας της έντασης· χωρίς αυτά, εναλλακτική λύση γίνεται η βία. Ο κίνδυνος είναι ήδη φανερός στις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη, επίσης, η μεγάλη τάξη χωρίς φωνή, που εισάγεται από το εξωτερικό για να κάνει τη σωματική και πνευματικά αποχαυνωτική εργασία της σύγχρονης οικονομίας, είναι πηγή φόβου μεταξύ εκείνων που, για φυλετικούς και άλλους λόγους, δυσανασχετούν επίσης για την παρουσία της. Για όσους δεν υπάρχει διαθέσιμη απασχόληση και για όσους δεν μπορούν να εργαστούν, πρέπει να υπάρχει ένα σίγουρο δίχτυ ασφαλείας, στο οποίο να μπορούν να καταφύγουν χωρίς να καταδικαστούν κοινωνικά».

Περνώντας τη γέφυρα για το αεροδρόμιο, η Νέα Υόρκη έμοιαζε τόσο νέα και αισιόδοξη όσο μπορεί να είναι και η Ευρώπη. Η μεγάλη συσσώρευση πλούτου και ιστορίας δεν φαίνεται να θέλει να παραδοθεί στα αδιέξοδα που προβάλλει μια αστόχαστη και συγκυριακή πολιτική εγωισμών και ψεύτικης αυτάρκειας.

Οι άνθρωποι εξακολουθούν να αναγνωρίζονται μέσα από τις μυστηριακές μουσικές, των οργανοπαικτών του δρόμου, που φέρνουν οι αρχαίες ήπειροι και η ιστορία στο προσκήνιο ενός αιώνα που θέλει να απορροφήσει τους κραδασμούς των κρίσεων που κληρονόμησε. Ενός αιώνα που κυλά, ήδη, γρήγορα σαν τα καραβάκια που ενώνουν το Μανχάταν με τις απέναντι ακτές.

* Ο Ν. Ε. Καραπιδάκης είναι καθηγητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, τ. διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή