Μακροσκοπικα

3' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Περιεχόμενο και αποτέλεσμα της ανώτατης παιδείας αποτελούν εξίσου αντικείμενο του πλανητικού ανταγωνισμού. Φαίνεται ότι, έστω και με δυσκολίες, το αντιλαμβανόμαστε καλύτερα σήμερα, μετά και τις «φασαρίες» που προκαλεί η προσπάθεια διαλόγου. Πρώτοι, όπως συνήθως συμβαίνει, όσοι -και είναι πολλοί- μεταξύ των Ελλήνων, πιστεύουν στην ανάγκη της φιλότιμης προόδου. Αυτοί, δηλαδή τα παιδιά τους, έχουν πάρει τον δρόμο του… εξωτερικού. Γι’ αυτό και οι φοιτητές μας στα διεθνή πανεπιστήμια είναι από τις μεγαλύτερες ομάδες των 2 εκατομμυρίων «ξένων» φοιτητών σε ολόκληρο τον κόσμο. Μια σοβαρή ομάδα, για την «καρδιά» της οποίας αναπτύσσεται εντονότατος ανταγωνισμός ανάμεσα στις καλύτερες σχολές των «εθνικών» πανεπιστημίων: δημοσίων, μη κερδοσκοπικών και αμιγώς ιδιωτικών. Με κερδισμένους και πάλι τους Αμερικανούς: οι ΗΠΑ απορροφούν το 28% των φοιτητών που φεύγουν από τη χώρα τους, η Βρετανία το 12%, η Γερμανία το 11%, η Γαλλία το 10%, η Αυστραλία το 9% και η Ιαπωνία το 4%, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.

Για να το επιτύχουν αυτό, ολοένα και περισσότερα πανεπιστήμια δημιουργούν τμήματα στην αγγλική γλώσσα ή, έστω, δίγλωσσα. Ακόμη και στη Γαλλία, υπάρχουν πάνω από 300 τμήματα που ομιλούν την αγγλική και όχι βεβαίως μόνον στις σχολές για… μπίζνες. Τέσσερις πανεπιστημιακές σχολές, πάντα στη Γαλλία, πωλήθηκαν σε αμερικανικούς πανεπιστημιακούς οργανισμούς, αφού πολλά μεγάλα και διάσημα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης δραστηριοποιούνται σε παγκόσμια κλίμακα. Το Πανεπιστήμιο του Σικάγο λειτουργεί στο κέντρο του Παρισιού, η Ανώτατη Σχολή Εμπορίου Παρισίων λειτουργεί επίσης σε Λονδίνο και Μαδρίτη. Πρώτοι, και σε αυτή τη νέα μορφή διεθνών επενδύσεων, οι Αμερικανοί, με τους Αυστραλούς και τους Αγγλους να ακολουθούν. Στο Πεκίνο -όπως και σε άλλες ασιατικές μεγαλουπόλεις- οι καλύτερες σχολές υψηλής εξειδίκευσης προσφέρουν οργανωμένα τμήματα εκπαίδευσης. Ολα τούτα μας αφορούν γιατί πρόκειται για τις πλέον ανταγωνιστικές σχολές, δηλαδή εκείνες που διαμορφώνουν καλύτερα προσόντα και, επομένως, προοπτικές καλύτερης επαγγελματικής εξέλιξης.

Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην ακολουθήσουν και τα ελληνικά πανεπιστήμια τον ίδιο δρόμο. Παρά τις «γκρίνιες» μας, υπάρχουν πολύ καλά ελληνικά πανεπιστήμια και πολύ καλοί διδάσκοντες. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς είναι εξαιρετικά δραστήριοι ως σύμβουλοι ή επισκέπτες καθηγητές ή εμπειρογνώμονες σε διεθνείς οργανισμούς, σε πολυεθνικές εταιρείες ή σε εξειδικευμένα κατασκευαστικά και τεχνολογικά πρότζεκτ. Αρκετές εκατοντάδες έχουν κληθεί να διδάξουν στο εξωτερικό και, το πιθανότερο, δεν θα επιστρέψουν, αφού δεν διαθέτουν «κομματικό δόντι» ή την κατάλληλη «ομάδα υποστηρικτών» ή την «παράλληλη απασχόληση», εδώ στην… πατρίδα.

Ο ανταγωνισμός είναι λοιπόν διπλός: για καλούς φοιτητές και για έξοχους καθηγητές. Αν αφήναμε τη φαντασία μας πιο ελεύθερη, θα μπορούσαμε να μιμηθούμε πολλά από όσα ορθά βλέπουμε στον υπόλοιπο κόσμο. Δεν χρειάζεται να δημιουργήσουμε στη χώρα μας το Πανεπιστήμιο του Φοίνιξ (το μεγαλύτερο κερδοσκοπικό ίδρυμα των ΗΠΑ) κι ας ζηλεύει κανείς τους 280.000 φοιτητές του, με τα 239 κέντρα εκπαίδευσης και τα δεκάδες τμήματά του στον κόσμο. Κανείς, άλλωστε, δεν θα μπορούσε να εφαρμόσει έναν από τους χρυσούς κανόνες του εν λόγω ιδρύματος, δηλαδή να υπάρχει επάρκεια θέσεων στάθμευσης και η διαδρομή του φοιτητή από τις τάξεις των μαθημάτων του να μην είναι μακρύτερη από 5 λεπτά της ώρας. Εξάλλου, το 95% των φοιτητών του αφορά ήδη εργαζόμενους, που θέλουν να γίνουν καλύτεροι και να επιχειρήσουν μια καλύτερη επαγγελματική καριέρα. Κι όλα τούτα με κόστος σπουδών ύψους 9.000 δολαρίων (7.000 ευρώ) τον χρόνο!

Ας μείνουμε στα δικά μας. Μπορούμε να επιλέξουμε ορισμένα από τα περιφερειακά μας πανεπιστήμια, αφού μάλιστα ήδη ταλαιπωρούνται και υποβαθμίζονται. Να τους αποδώσουμε ένα σοβαρό βαθμό ακαδημαϊκής ελευθερίας και σε ό,τι αφορά τους πόρους τους. Να υπάρξει ελεύθερη (και άρα ανταγωνιστική) διαμόρφωση αμοιβών των καθηγητών σε συνδυασμό με ελεγχόμενα δίδακτρα και την απρόσκοπτη αναζήτηση ιδιωτικών χορηγιών. Θα μπορούσαμε ακόμη να αφήσουμε κάποια τμήματά τους να ομιλούν την αγγλική, όπως είχε προτείνει ο καθηγητής Τάκης Αθανασόπουλος και είχε ψελλίσει η Αννα Διαμαντοπούλου. Για πρακτικούς εθνικούς λόγους, αφού υπάρχει σοβαρότατη ζήτηση στους ομογενείς μας. Αλλά και για να ενισχυθεί ο περιφερειακός μας ρόλος, όσο η Ελλάδα ασκεί ακόμη επιρροή στις όμορες ή σε κάποιες πιο μακρινές χώρες. Είναι τόσα που θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς. Αρκεί να βάλουμε τον μετρητή από την αρχή: την αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, τον αυστηρό προγραμματικό και οικονομικό τους έλεγχο και την ελεύθερη (πλην ελεγχόμενη) προσφορά υπηρεσιών. Ας το σκεφτούμε: είναι ευκολότερο από όσο φαίνεται!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή