Αδίκημα και ποινές

2' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε μερικούς προκάλεσε μάλλον δυσάρεστη εντύπωση η πρωτοφανής αυστηρότητα των ποινών που επιβλήθηκαν στους ενόχους για τη διασπάθιση δημοσίου χρήματος στο Πάντειο Πανεπιστήμιο πρώην πρυτάνεις, αντιπρυτάνεις και ανώτατους διοικητικούς υπαλλήλους. Τις θεωρούν δυσανάλογες προς το διαπραχθέν αδίκημα, αν και προβλέπονται από το νόμο, και τις αποδίδουν στον εκφοβισμό που μοιραία ασκείται στους δικαστές έπειτα από την αποκάλυψη του παραδικαστικού κυκλώματος, στο οποίο, μέχρι τώρα εμπλέκονται περίπου εκατό δικαστές. Πράγματι τελευταία παρατηρείται υπερβάλλουσα αυστηρότητα στις δικαστικές αποφάσεις, ιδιαίτερα σε υποθέσεις για ναρκωτικά.

Αλλοι πάλι πιστεύουν ότι τα αδικήματα, για τα οποία κατηγορούνται οι πρώην πανεπιστημιακοί δάσκαλοι του Παντείου, έχουν ειδικό ηθικό βάρος. Πράγματι, το ίδιο αδίκημα είναι διαφορετικό όταν διαπράττεται από έναν κακομοίρη ή από επιχειρηματία και διαφορετικό όταν ένοχοι αποκαλύπτονται καθηγητές πανεπιστημίου που υποτίθεται ότι διαπλάθουν τους φοιτητές τους και μεταβιβάζουν αρχές και παράδειγμα ηθικής συμπεριφοράς. Μερικοί που γνωρίζουν τους καταδικασθέντες αποδίδουν την ανάδειξή τους σε πανεπιστημιακά αξιώματα, όχι στην επιστημονική και ηθική προσωπικότητά τους αλλά στον τρόπο εκλογής των πανεπιστημιακών καθηγητών και πρυτανικών αρχών, όπου κυριαρχούν οι πολιτικές διασυνδέσεις, ο λαϊκισμός και οι συναλλαγές και λιγότερο ή καθόλου δεν μετράει η επιστημονική ή και ηθική συγκρότηση του υποψηφίου.

Μια τρίτη ομάδα ερμηνεύει την αυστηρότητα των ποινών με την αφύπνιση όλων των συντεταγμένων εξουσιών της Πολιτείας της δικαστικής προπαντός, έναντι του γενικευμένου φαινομένου της διαφθοράς, που χαρακτηρίζει πλέον κάθε επαφή των πολιτών με το δημόσιο ή το ημιδημόσιο. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, με την αυστηρότητα των ποινών, ήθελε απλώς να δηλώσει την άτεγκτη στάση του έναντι της διαφθοράς. Αυτή η άτεγκτη στάση προϋποθέτει φυσικά ορθή κατά νόμο και συνείδηση κρίση και καθαρό πρόσωπο οποιουδήποτε κριτού, διοικητικού ή δικαστικού. Αλλιώς δεν είναι πειστική.

Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς πρυτάνευσε στη σκέψη και την κρίση των δικαστών, αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Με οποιαδήποτε ποινή, βαριά ή ελαφρά, που αναγνωρίζει και επικυρώνει την ενοχή των πανεπιστημιακών δασκάλων (ότι έκλεψαν χρήματα του Δημοσίου και του πανεπιστημίου που διοικούσαν! Το φαντάζεστε;). Θα προκαλούσε το ίδιο ηθικό σοκ ακόμα και σε μια κοινωνία που έμαθε να ανέχεται τη διαφθορά και να τη χρησιμοποιεί. Προχθές μόλις, ο γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, ο κ. Λέανδρος Ρακιτζής, με την έκθεσή του μάς περιέγραψε την έκταση της διαφθοράς, ως κυρίαρχου πλέον μέσου λειτουργίας του δημόσιου τομέα. Το ανεχόμαστε και κάνουμε τη δουλειά μας.

Δύσκολα, όμως, ανεχόμαστε πρυτανικές αρχές που κλέβουν το πανεπιστήμιο το οποίο διοικούν. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ασχολήθηκε περίπου τρία χρόνια με την υπόθεση αυτή και κατά τη διάρκειά τους μερικοί καχύποπτοι σκέφθηκαν ότι οδηγούμαστε σε «κουκούλωμα». Ελπίζουμε ότι η πολύχρονη ενασχόληση του δικαστηρίου οδήγησε, ανεξαρτήτως ποινών, σε δικαία κατανομή ευθυνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή