Το τηλεοπτικό καφενείο

4' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν παρακολουθώ τα δελτία ειδήσεων των οκτώ, ξέρω πλέον ότι δεν παρακολουθώ τόσο δελτία ειδήσεων όσο ένα νέο είδους τηλεοπτικού λόγου, κύρια στοιχεία του οποίου είναι η καφενειακή συγκρότηση και η διασκεδαστική λειτουργία. Οπως στο καφενείο ο καθένας λέει το μακρύ του και το κοντό του, χωρίς ο λόγος του να οφείλει να συνοδεύεται από αξιώσεις εγκυρότητας, δηλαδή από κριτήρια εμπειρικής τεκμηρίωσης και εννοιολογικής ακρίβειας, έτσι και στα δελτία των οκτώ προέχει το κουβεντολόι. Οι σταθεροί τηλεπαραθυρόβιοι δεν είναι στα δελτία για να παρουσιάζουν ειδήσεις, αλλά για να σχολιάζουν.

Με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις σοβαρών δημοσιογράφων, δεν πρόκειται, κατά κανόνα, για σχόλια ειδημόνων ούτε για προσεγμένες γνώμες ανθρώπων με άποψη, αλλά για καφενειακού τύπου συνομιλίες μεταξύ μελών μιας μιντιακής παρέας που σχολιάζουν την επικαιρότητα. Τα κρατούντα τηλεδημοσιογραφικά κριτήρια είναι τέτοια που δεν αναμένεται απαραίτητα η γνώμη τους να είναι έγκυρη. Το σημαντικό είναι να γίνεται κουβέντα. Αν δε η κουβέντα είναι θορυβώδης και θεαματική, τόσο το καλύτερο για την τηλεθέαση.

Το παρεΐστικο ύφος εκδηλώνεται με ta αστειάκια, τη θερμή οικειότητα των «Ελλη μου», «Μάρω μου» και «Νίκο μου», τον παρορμητισμό των διακοπών, την αμεσότητα του αυθόρμητου προφορικού λόγου. Πρόκειται για προσομοίωση παρέας, όπως ακριβώς οι ειδήσεις συνιστούν προσομοίωση ειδήσεων. Για να είμαι δίκαιος, δεν έχω δει ακόμη να πίνουν καφέδες ή ποτά όταν ανταλλάσσουν τα σχόλιά τους, οπότε η αναλογία του καφενείου δεν είναι απολύτως εύστοχη προς το παρόν, αλλά δεν θα απέκλεια τίποτε στο μέλλον.

Οπως σε κάθε καλό καφενείο οι τακτικοί θαμώνες του έχουν ένα λίγο-πολύ δεδομένο ύφος (π.χ. ο πλακατζής, ο σοβαρός, ο μάγκας, ο πονόψυχος κ.λπ.), έτσι και στα λεγόμενα δελτία ειδήσεων των οκτώ το ύφος παραλλάσσει: εδώ ο σοβαρός αναλυτής, εκεί ο ασυνάρτητος φωνακλάς, παραπέρα η κυρία με το λάγνο βλέμμα, από κει ο εισαγγελέας ή ο ντετέκτιβ κ.ο.κ. Η αντίστιξη των διαφόρων στυλ παράγει τηλεοπτική πολυχρωμία, η οποία εξελίσσεται σε παράσταση όταν η αντίστιξη μετατρέπεται σε σύγκρουση.

Τα δελτία ειδήσεων, στις ώριμες δημοκρατίες, κυρίως παρουσιάζουν ειδήσεις. Στην Ελλάδα κυρίως παράγουν ειδήσεις και καθίστανται αυτά τα ίδια ειδήσεις. Η εν δυνάμει τηλεοπτική προβολή στα δελτία των οκτώ είναι ο λόγος για τον οποίο ομάδες και άτομα σκηνοθετούν τη διαμαρτυρία τους, η οποία, αναπαραγόμενη στα ΜΜΕ, καθίσταται δημόσιο γεγονός. Τέτοια «κατασκευασμένα» γεγονότα διαστέλλονται σε τηλεοπτικό χρόνο και αποκτούν δυσανάλογα μεγάλη σημασία. Ησσονος σημασίας πραγματικά γεγονότα (δηλαδή γεγονότα που συνέβησαν ανεξάρτητα από την πιθανότητα τηλεοπτική τους κάλυψης), όπως η ομιλία ενός υψηλόβαθμου κομματικού στελέχους που άφησε αιχμές κατά του αρχηγού του κόμματός του, ή διαφοροποιήθηκε από την επίσημη κομματική γραμμή, σχολιάζονται εκτεταμένα και, κατά συνέπεια, μεγεθύνονται. Διάφορα γραφικά πρόσωπα, που περισσότερο δυσφημούν παρά κοσμούν επιμέρους επαγγελματικούς χώρους, προσκαλούνται στα δελτία των οκτώ γιατί είναι γνωστός ο αθυρόστομος ή προκλητικός λόγος τους, ο οποίος βασίμως εικάζεται ότι θα διασκεδάσει τους τηλεθεατές. Το ίδιο το δελτίο των οκτώ μετατρέπεται σε είδηση, η οποία συζητείται την επομένη στα πραγματικά καφενεία.

Συχνά δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα σε πιθανά γεγονότα, παρά στα ίδια τα γεγονότα. Δύο μόλις ώρες μετά τη δολοφονία του διοικητή του ΙΚΑ Ι. Βαρθολομαίου, τα περισσότερα δελτία των οκτώ δεν αρκέστηκαν απλώς να μεταδώσουν το θλιβερό συμβάν, για το οποίο σχεδόν τίποτα ακόμα δεν ήταν γνωστό, αλλά αφιέρωσαν το 90% του δελτίου τους σε εικασίες, σενάρια και κενολογικά σχόλια!

Στις σοβαρές τηλεοράσεις άλλων χωρών κυριαρχεί η είδηση και ο σύντομος σχολιασμός των σημαντικότερων από αυτές. Σε κάθε περίπτωση, βλέπεις την αίσθηση του μέτρου, όπως αυτή υπαγορεύεται από απαιτητικά επαγγελματικά κριτήρια ποιότητας. Εδώ κυριαρχεί η ναρκισσιστική τηλεπροσωπικότητα και τα καμώματά της. Αντιδικούν με τους προσκεκλημένους στα δελτία τους, είναι μυγιάγγιχτοι στην κριτική, παίρνουν τα σχόλια των καλεσμένων τους προσωπικά («δεν θα μου πείτε εμένα κύριε για συνδικαλισμό»· «θα μας πείτε τώρα πώς να κάνουμε τη δουλειά μας;»). Ο ναρκισσισμός είναι το λογικό επακόλουθο του δελτίου ειδήσεων που καθίσταται το ίδιο είδηση: τα καμώματα των τηλεσχολιαστών εντείνουν τη θεαματικότητα του προϊόντος. Οπως ο άνεργος και ο συμβασιούχος γίνονται θέαμα μέσα από τον αυτοεξευτελισμό τους, έτσι και ο τηλεσχολιαστής αυτοσκηνοθετείται για τις ανάγκες του θεάματος. Η είδηση έρχεται σε δεύτερη μοίρα, προέχει το δελτίο-θέαμα.

Οταν τους ρωτάνε για το επίπεδο της τηλεόρασης, απαντάνε ότι «αυτά θέλει ο κόσμος». Δεν έχουν άδικο. Μόνο που ο κόσμος επιλέγει από ένα μενού που αυτοί του προσφέρουν. Αν δεν προβληματίζεσαι γι’ αυτό που προσφέρεις, τότε αυτοκαταργείσαι ως επαγγελματίας. Αν δεν νοιάζεσαι για το τι είδους νοοτροπία και παράδοση δημιουργείς στον επαγγελματικό σου χώρο, τότε δεν είσαι καλός επαγγελματίας. Αν δεν προάγεις υψηλά κριτήρια ποιότητας στο επάγγελμά σου, δεν κάνεις καλά τη δουλειά σου. Αυτά όμως δεν απασχολούν ιδιαίτερα αυτούς που συγχέουν τη δημοσιογραφία με το καφενείο. Αυτό που μετράει κυρίως είναι η τηλεθέαση· τα κριτήρια ποιότητας που πρέπει να διαπερνούν κάθε επαγγελματικό χώρο δεν τους πολυενδιαφέρουν.

Μερικοί αλλάζουν oργουελικά το νόημα των λέξεων έτσι ώστε να νιώθουν καλά με τον ακριβοπληρωμένο εαυτό τους. Την εικασία, την ασυνάρτητη τηλεφλυαρία, τις κατασκευασμένες συγκρούσεις, την έλλειψη μέτρου εν γένει, τα βαφτίζουν «μαχητικό και αποκαλυπτικό δελτίο» (βλ. Ν. Χατζηνικολάου, «Καθημερινή», 6/5/2007). Αλλοι πάλι, τυφλωμένοι ίσως από το φως της δημοσιότητας, δεν βλέπουν τη διάσταση λόγων και έργων ούτε αναστοχάζονται τοn δικό τους προσωπικό ρόλο ως ενεργοί επαγγελματίες στη δημιουργία και διαιώνιση της τηλεοπτικής αθλιότητας, την οποία -τι άλλο;- σχολιάζουν σαν να ήταν απλώς παρατηρητές. «Επειτα από τόσα χρόνια τηλεοπτικής διαδρομής, θέλω να παραμείνω αλώβητη από τα ακραία φαινόμενα που πλήττουν, κατά διαστήματα, την ελληνική τηλεόραση» δήλωσε η κυρία Ε. Στάη (ο.π.). Γιατί όχι; Ολα γίνονται: συνάδελφός της έγινε καθηγήτρια πανεπιστημίου!

* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής Οργανωσιακής Θεωρίας στο ALBA (στην ερευνητική θέση «Γεώργιος Δ. Μαύρος») και στο Πανεπιστήμιο Warwick και διευθυντής του διεθνούς ακαδημαϊκού περιοδικού Organization Studies. ([email protected]).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή