Η νέα τουρκική Εθνοσυνέλευση που προήλθε από τις εκλογές της 22ας Ιουλίου συνεδριάζει για πρώτη φορά μεθαύριο υπό τη σκιά μιας νέας παρέμβασης του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, στρατηγού Μπουγιούκανιτ, ο οποίος ουσιαστικά «προειδοποίησε» τον θριαμβευτή των εκλογών να μην τολμήσει να προτείνει και πάλι τον Αμπντουλάχ Γκιουλ για πρόεδρο. Απαξίωσε έτσι τη λαϊκή βούληση, τραυμάτισε την πολιτική ομαλότητα, και απειλεί την οικονομική ανάπτυξη.
Οι περισσότεροι αναλυτές, εντός και εκτός Τουρκίας, συμφωνούν ότι η συντριπτική νίκη Ερντογάν διεμήνυσε στους στρατηγούς, στο συνταγματικό δικαστήριο, και στον Ντενίζ Μπαϊκάλ, που τον Μάιο ουσιαστικά συνεργάσθηκαν και πέτυχαν να αποτρέψουν την εκλογή του Αμπντουλάχ Γκιουλ, ότι το κυβερνών κόμμα δικαιούται να εκλέξει πρόεδρο της επιλογής του. Η κατακόρυφη αύξηση του ποσοστού του Ερντογάν κατά 12% ήταν για πολλούς ένα «χαστούκι» προς το κεμαλικό κατεστημένο που πριν τρεις μήνες είχε παρερμηνεύσει το σύνταγμα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να «αυτοπροστατευθεί» από την απόλυτη κυριαρχία του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης με τον Ερντογάν πρωθυπουργό και τον Γκιουλ πρόεδρο.
Αν και η νέα παρέμβαση Μπουγιούκανιτ αναπόφευκτα επηρεάζει τις εξελίξεις, το μετεκλογικό σκηνικό δικαιολογεί την εκ νέου κατάθεση της υποψηφιότητας Γκιουλ ο οποίος δικαιούται να εκλεγεί πρόεδρος. Η θέση αυτή ουδεμία σχέση έχει με ενδεχόμενες θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αφορά αποκλειστικά τη λειτουργία της δημοκρατίας και των θεσμών στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Ο κ. Γκιουλ έχει δώσει δείγματα μετριοπάθειας, και διαθέτει εμπειρία στο εσωτερικό αλλά και στη διεθνή σκηνή έχοντας διατελέσει για πέντε μήνες πρωθυπουργός και τέσσερα χρόνια υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ενώ έχει δεσμευθεί ότι δεν θα επιβάλλει στον δημόσιο βίο τις προσωπικές του θρησκευτικές ευαισθησίες.
Η εκλογή του δεν μπορεί πλέον να παρεμποδισθεί συνταγματικά. Το κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης δεσμεύθηκε πως θα συμμετάσχει στη διαδικασία εκλογής προέδρου, όποιον και αν επιλέξει ο κ. Ερντογάν. Αυτό σημαίνει ότι την εκλογή Γκιουλ αποδέχονται τα δύο τρίτα των βουλευτών (κόμματα Ερντογάν, Μπαχτσελί, και Κούρδοι).
Αρκετοί αναλυτές προειδοποιούν για τους κινδύνους των ακραίων θρησκευτικών καταβολών της παράταξης του κ. Ερντογάν. Οι ενστάσεις τους είναι απόλυτα σεβαστές, και εν μέρει τεκμηριωμένες. Ομως, με την πάροδο του χρόνου καθίσταται σαφές ότι οι ισλαμικές ρίζες του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σταδιακά χάνουν την επιρροή τους, καθώς το κόμμα εκσυγχρονίζεται, μεταλλασσόμενο σε μια μουσουλμανική έκδοση των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων της Ευρώπης.
Με δεδομένο το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών, τους συσχετισμούς δυνάμεων στη νέα Βουλή, και την επικίνδυνη οπισθοδρόμηση που σηματοδοτεί η νέα παρέμβαση Μπουγιούκανιτ, η αναρρίχηση Γκιουλ στην προεδρία είναι πλέον συνυφασμένη με τον σεβασμό της δημοκρατικής νομιμότητας.