Φανταστείτε τον εαυτό σας στην Ομόνοια. Αν βρίσκεστε σε διακοπές συγχωρέστε μας για την οδυνηρή αναστάτωση. Ας πούμε ότι βλέπετε εφιάλτη. Ή απολαύστε την ιδέα ότι είστε μακριά.
Με αφετηρία την Ομόνοια, λοιπόν, ανηφορίζετε την οδό Σταδίου. Πολύ γρήγορα, στο ύψος των Χαυτείων, σηκώνετε το κεφάλι σας και αντικρίζετε το περίφημο τρίγωνο του Κατράντζου. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν το γνωστό πολυκατάστασημα («Κατράντζος Σπορ») αποτεφρώθηκε, η κρίσιμη αυτή γωνία για την εικόνα της Αθήνας, παραμένει στα ίδια απαράλλαχτα χάλια. Κυβερνήσεις ήρθαν, κυβερνήσεις έφυγαν, δήμαρχοι ορκίστηκαν, δήμαρχοι υπουργοποιήθηκαν, και το οικόπεδο στη συμβολή της Σταδίου και της Αιόλου εξακολουθεί να είναι ένα σύγχρονο αθηναϊκό μνημείο ασχήμιας και βρωμιάς. Οπως όλοι ξέρουμε η Αθήνα είναι γεμάτη από «γωνίες Κατράντζου».
Την Τετάρτη ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γιώργος Σουφλιάς υπέγραψε απόφαση με την οποία βελτιώνονται η διαδικασία και τα κριτήρια κήρυξης περιοχών αισθητικής αναβάθμισης, καθώς και το πλαίσιο υλοποίησης προγραμμάτων έργων αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος με ενίσχυση δράσεων αστικής ανάπλασης όψεων ιδιωτικών κτιρίων. Υπάρχουν δύο σημαντικά σημεία στην είδηση.
Κατ’ αρχήν, πεδίο εφαρμογής της πρωτοβουλίας αποτελούν τα ιδιωτικά κτίρια που συνορεύουν με κοινόχρηστους χώρους, συμπεριλαμβανομένων αυτών στα οποία στεγάζονται δημόσιες υπηρεσίες και φορείς. Και κατά δεύτερον ως «όψη» θεωρείται πλέον και η πλευρά του κτιρίου που εφάπτεται όμορων ιδιοκτησιών και είναι ορατή από κοινόχρηστο χώρο (βλ. περίπτωση Κατράντζου).
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν άρχισε να καλλιεργείται η ιδέα του «διατηρητέου» που χρήζει προστασίας, η Αθήνα ήταν μια πόλη σε κρίση. Οχι ότι δεν είναι σήμερα.
Αλλά τα 25-30 χρόνια που μας χωρίζουν από εκείνη την εποχή είναι ικανό διάστημα για έναν πρώτο απολογισμό. Βήματα έγιναν στην προστασία και στην ανάδειξη της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και μάλιστα σημαντικά. Περιορίστηκαν κατά βάση στη νεοκλασική παραγωγή, αλλά από κάπου έπρεπε να ξεκινήσουμε. Επείγει η επέκταση της νομοθετικής προστασίας και σε μεταγενέστερα στυλ, στον μοντερνισμό του ’30, για παράδειγμα, όπου η Αθήνα έχει διαπρέψει. Ομως το θέμα δεν είναι αυτό.
Η προστασία των νεοκλασικών δεν έσωσε την Αθήνα. Αποτελούν μία ισχνή μειοψηφία στον οικιστικό ιστό, σχεδόν αμελητέα. Είδαμε το δέντρο αλλά χάσαμε το δάσος. Η Αθήνα του 2007 δεν είναι η Αθήνα των νεοκλασικών. Είναι η ατελείωτη αυτή μάζα από πολυκατοικίες, εκεί όπου ζουν οι 39 στους 40 Αθηναίους. Για τις πολυκατοικίες, για τις μεσοτοιχίες, για τους ακάλυπτους χώρους, για το κατ’ ουσίαν «δέρμα» της Αθήνας, έχουν γίνει ελάχιστα.
Οι ανακοινώσεις του κ. Σουφλιά απηχούν τις ποιοτικές αλλαγές στην κοινωνία μας, ορίζουν μία πορεία προς την ωριμότητα. Ποιος θα σκεφτόταν το 1985 ή το 1990 να επιχορηγήσει την απόκρυψη των κλιματιστικών, τη μετακίνηση δορυφορικών κεραιών, την αποξήλωση παράνομων διαφημιστικών και επαγγελματικών πινακιδίων ή τη φύτευση ενός δέντρου;