Στις αρχές της εβδομάδας μια γηραιά κυρία, άνω των 90 ετών, διακομίστηκε εσπευσμένα, από τα παιδιά της, γύρω στις 11.00 το πρωί, σε δημόσιο Νοσοκομείο της Πάτρας. Οι ώρες περνούσαν. Εφτασε το απόγευμα και γιατρός δεν είχε εμφανιστεί. Εξαλλος ο γαμπρός της, αποφάσισε, γύρω στις 6.00 μ.μ., να επέμβει. «Θέλω να δω το οργανόγραμμα του Νοσοκομείου. Δεν μπορεί, θα υπάρχει το όνομα του προϊσταμένου εφημερίας», είπε.
Οργανόγραμμα υπήρχε. Εκείνο που δεν υπήρχε ήταν οι εφημερίες. Γιατί από τις 26 εφημερίες που συνήθως είχε το Νοσοκομείο είχαν απομείνει μόλις 6. Η αιτία ήταν μία. Οι εφημερίες δεν πληρώνονται.
Συνήθως, έτσι αναπάντεχα αντιλαμβανόμαστε αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «κρίση του συστήματος υγείας». Σε κάτι τέτοιες στιγμές, όταν έχεις ανάγκη το ΕΣΥ ή το ασφαλιστικό σύστημα, γίνονται αντιληπτά τα μεγάλα αδιέξοδα και νιώθεις ανίσχυρος, ανεξάρτητα από την επαγγελματική η κοινωνική δύναμη που έχεις.
Πάντως η γιαγιά, στην προτροπή της οικογένειας να μετακινηθεί σε μια οποιαδήποτε ιδιωτική κλινική, ήταν αμετάπειστη. Διότι, μπορεί να ήταν ασθενής αλλά είχε σώας τας φρένας. «Δεν πάω πουθενά. Εγώ τους έχω πληρώσει χρυσούς τόσα χρόνια», είπε. Κι έμεινε εκεί να περιμένει στωικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας που το είχε χρηματοδοτήσει με τις ασφαλιστικές εισφορές τουλάχιστον μιας 30ετίας στο ΙΚΑ.
Αυτό το τόσο σύνηθες για τα δημόσια νοσοκομεία επεισόδιο, είναι αποκαλυπτικό για το ποιος πληρώνει το πάπλωμα κάθε φορά που δεν αντιμετωπίζονται τα προβλήματα στη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Το κόστος μετακυλίεται στον πολίτη και τα νοσήλια μεταβιβάζονται ως οικογενειακή δαπάνη στο ιδιωτικό νοσοκομείο. Μήπως το ίδιο δεν συμβαίνει με το δημόσιο σχολείο και την παραπαιδεία;
Δυστυχώς, οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού για το ασφαλιστικό δεν παρέχουν καμιά εγγύηση ότι δεν θα γίνει το ίδιο και με τα ασφαλιστικά Ταμεία. Αργά ή γρήγορα και μπροστά στην αδυναμία να αντιμετωπίσουμε τα ελλείμματα θα προσφύγουμε σε μια πρόσθετη ασφαλιστική κάλυψη είτε μέσω επαγγελματικού ταμείου είτε απευθείας μέσω ιδιωτικής ασφαλιστικής. Μια νέα απαραίτητη δαπάνη, όπως τα τέλη του κινητού, η τρίτη ή τέταρτη πιστωτική κάρτα, θα εγγραφεί στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Τελικώς, αφού η εξοικονόμηση των δαπανών του προβληματικού ασφαλιστικού συστήματος δεν θα γίνει -όπως είπε προχθές ο πρωθυπουργός- ούτε από την αύξηση των εισφορών, ούτε από τη μείωση των συντάξεων, ούτε από την παράταση των ορίων ηλικίας, και τους φόρους, μία λύση απομένει. Το κόστος των Ταμείων να αναληφθεί από τα ίδια τα νοικοκυριά μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης. Με αυτόν τον τρόπο δεν θα χρειαστούν ούτε μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό, ούτε συναινέσεις, ούτε ρήξεις και πολιτικό κόστος. Ετσι όλοι θα είναι ευχαριστημένοι και υπερδανεισμένοι.