Οπως και με άλλα σημαντικά ζητήματα, ένα σοβαρό εμπόδιο για την πολιτική αντιμετώπιση των απαιτήσεων μακροχρόνιας αλλαγής στο συνταξιοδοτικό είναι το τεράστιο έλλειμμα ενημέρωσης του πληθυσμού. Ακόμη και καλά ενημερωμένοι πολίτες, βουλευτές, στελέχη επιχειρήσεων δεν γνωρίζουν όλες τις παραμέτρους του θέματος. Με αποτέλεσμα, ο καθένας να θεωρεί ως λύση μια διαφορετική πλευρά. Συνήθως αυτή που συμφωνεί ευκολότερα με τα μέτρα αναμόρφωσης του συστήματος τα οποία είμαστε διατεθειμένοι να δεχθούμε, έναντι άλλων, που θεωρούμε βλαβερά των στενών μας συμφερόντων. Αυτό όμως δεν απαντά στο πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή στην ανάγκη να κατανεμηθεί μεταξύ των επαγγελματικών ομάδων το πραγματικό κόστος.
Ο κ. Καραμανλής, που επανήλθε την Πέμπτη σε παλαιότερες θέσεις του για το ασφαλιστικό σύστημα, δεν απάντησε πώς θα μπορέσει να προχωρήσει σε δύο μήνες όσα «κόλλησαν» στην πρώτη κυβερνητική θητεία του. Ομως, πολιτικό καθήκον του σημερινού πρωθυπουργού είναι να εξασφαλίσει την απόλυτη δέσμευση του αντιπάλου του σε κάτι τόσο απλό όσο και καθοριστικό. Να αναλάβουν και οι δύο κομματικές πτέρυγες (ανεξαρτήτως τι θα κάνουν οι υπόλοιπες) μια μάλλον απλή λύση: η έκθεση Αναλυτή, όταν κατατεθεί, θα αποτελέσει την κοινή βάση διαλόγου, που θα κρατήσει συγκεκριμένη χρονική περίοδο, όχι μεγαλύτερη από δύο-τρεις μήνες. Μόνον παρόμοια δέσμευση θα μπορούσε να επηρεάσει καθοριστικά τα συνδικάτα και τους εμπειρογνώμονες, ώστε να μην επαναληφθεί το φιάσκο με τον διάλογο για την Παιδεία ή άλλες παρόμοιες προσπάθειες «διαβούλευσης». Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν είναι έτοιμος να τοποθετηθεί, έπειτα από τόσα χρόνια αναλύσεων και συζητήσεων.
Αν και όταν διαβάζει κανείς το εκλογικό πρόγραμμα των δύο μεγάλων κομμάτων, διαπιστώνει ότι συμφωνούν για τα βασικά χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού, δεν κατορθώνουν να πείσουν τον πολίτη ότι υπάρχει «κρυφή ατζέντα». Λογικό, αφού προσπαθούν να μας πείσουν πως μπορεί να λυθεί το πρόβλημα χωρίς να πονέσει κανένας, με πλήρη διατήρηση των σκανδαλωδών προνομίων ορισμένων ομάδων, εφαρμογή των διατάξεων (και ας μην έχουν ποτέ ως σήμερα κατορθώσει). Ηδη κακά ενημερωμένος ο πολίτης, διατηρεί την καχυποψία του.
Αν, λοιπόν, στη διάρκεια των επόμενων εβδομάδων, δεν ακούσετε καμία τέτοια δέσμευση διαλόγου, μπορείτε να αρχίσετε να υποψιάζεστε πως θα συμβεί με το ασφαλιστικό ό,τι έχει συμβεί στην παιδεία, την υγεία και άλλους τομείς κρατικής «μέριμνας». Το κράτος θα ορίσει το πλαφόν της δικής του συμμετοχής. Οι εισφορές δεν θα αυξηθούν, γιατί δεν το επιτρέπει η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και το ύψος των αμοιβών. Θα αρκεστούμε λοιπόν σε μια ελάχιστη φτωχική εθνική σύνταξη, με μικρές διαφορές μεταξύ χαμηλότερης και υψηλότερης. Από εκεί και πέρα το εισόδημα των γερόντων θα αφεθεί στα χέρια τους και, βεβαίως, στα προγράμματα των… ιδιωτικών ασφαλειών.