Πριν από πολλά χρόνια αποφάσισα ότι ζω σε ένα κράτος το οποίο δεν καταρρέει μόνον από τύχη. Εψαχνα τότε να βρω απάντηση σε ένα κρίσιμο ερώτημα: γιατί το ελληνικό μεταπολιτευτικό κράτος δεν μπορούσε να εξαρθρώσει μία τρομοκρατική οργάνωση επί πολλά χρόνια. Πήγα λοιπόν σε ένα καλό αρμόδιο υπουργό περασμένης κυβερνησης και τον ρώτησα. Εκείνος με τη σειρά του με έστειλε στον «καλύτερο, τον τοπ βρε παιδί μου». Μετά από μία τυπική συζήτηση μιας ώρας, ο «επιχειρησιακός αξιωματικός» γύρισε με ύφος και μου είπε: «Κύριε Παπαχελά το βασικότερο εμπόδιο είναι η τύχη». Του ζήτησα να μου δώσει ένα παράδειγμα.
Και τότε ξεκίνησε μια αφήγηση που με έκανε να νιώσω ότι αυτό που θέλω να νιώθω κάθε βράδυ σαν «πάτωμα και στέγη», ένα κράτος δηλαδή που με προστατεύει από παρανοϊκούς δολοφόνους, θεομηνίες κ.λπ. μπορεί τελικά και να μην υπάρχει.
«Τα μέλη της 17 Νοέμβρη τα είχαμε πιάσει στα Σεπόλια», άρχισε ο αξιωματικός και συνέχισε: «Τους είχαμε στημένους στον τοίχο. Οι Αμερικανοί μάς έχουν μάθει, όταν έχουμε τέτοιο συμβάν, αμέσως να κάνουμε τρεις ζώνες. Μια ευκίνητη, ελαφρά οπλισμένη, μια με άνδρες καλυμμένους πίσω από αυτοκίνητα και μια βαριά οπλισμένη για να μην περνάει κουνούπι». Κρεμόμουν από τα χείλη του -σαν να παρακολουθώ θρίλερ- όταν με πολύ λυπημένο ύφος συνέχισε: «Ελάτε όμως που πάλι είμασταν άτυχοι. Δεν είχαμε κάνει την δεύτερη και την τρίτη ζώνη…»
Η τύχη βλέπετε… Ακουσα ότι τώρα στις φωτιές ένας δήμαρχος είχε βάλει σε θέση πυροσβέστη έναν άνθρωπο που δεν έκανε για καμιά δουλειά και ο οποίος ξέχασε να συνδέσει την μάνικα λίγο πριν πεθάνει μαζί με άλλους συγχωριανούς του. Είμαι βέβαιος ότι πολλοί συνάνθρωποί μας πέθαναν έτσι στην τύχη γιατί κάποιος δεν έκανε τη δουλειά του.
Το πόσο κακορίζικο και ανύπαρκτο είναι το ελληνικό κράτος, από τα υπουργεία έως τον τελευταίο δήμο, είναι ένα δεδομένο. Υπάρχουν όμως και πράγματα που δεν καταλαβαίνω. Η σημερινή κυβέρνηση, γνωρίζοντας καλά ότι οι πυρκαγιές απειλούσαν τη χώρα αλλά και την ίδια, έβαλε υπηρεσιακό υπουργό Εσωτερικών έναν αξιόλογο καθηγητή ο οποίος δεν είχε διαχειρισθεί ποτέ στη ζωή του κρίση και το μόνο νούμερο που ήξερε για να τηλέφωνήσει στην Πυροσβεστική ήταν το 199. Αποτέλεσμα; Η χώρα πέρασε την μεγαλύτερή της κρίση χωρίς πραγματικό Υπουργό Εσωτερικών. Κακή τύχη θα μου πείτε.
Η ίδια κυβέρνηση επιμένει να κρατάει στο πιο κρίσιμο υπουργείο έναν συμπαθέστατο άνθρωπο που θεωρεί ότι πολεμά με τον «στρατηγό άνεμο». Μπήκε σε αυτή την θέση «γιατί δεν έβγαινε αλλιώς η πασιέντζα» και κινδυνεύει να τορπιλίσει πολιτικά μια ολόκληρη κυβέρνηση. Ο κόσμος ξέρει ότι το τσουνάμι της μεταπολίτευσης δεν άφησε τίποτα όρθιο, ότι ο ανδρεϊκός λαϊκισμός τσάκισε κάθε έννοια επαγγελματισμού και ιεραρχίας στον σκληρό πυρήνα του κράτους. Ο κόσμος συγχωρεί πολλά σε όποιον έχει σήμερα την ευθύνη γιατί ξέρει. Θέλει όμως από τον πρωθυπουργό του να είναι αποφασιστικός, να μην αφήνει τίποτα στην τύχη όταν πρόκειται για ζωτικές θέσεις και ζητήματα. Ξέρει, και φάνηκε αυτό όταν από αουτσάιντερ έγινε κυρίαρχος του παιχνιδιού, ότι μπορεί. Τον περιμένει να πετάξει τα βαρίδια για να «παίξει μπάλα»…