Πολιτικό «ριάλιτι»

2' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ελπίζω να συμφωνήσετε ότι το λεγόμενο debate είναι κατ’ αρχήν τηλεοπτική παράσταση σκηνοθετημένη. Εξι πολιτικοί και μάλιστα αρχηγοί θα στηθούν απέναντι σε έξι τηλεοπτικούς δημοσιογράφους για να απαντήσουν στις προκαθορισμένες, στον αριθμό τουλάχιστον, ερωτήσεις. Αποκλείονται όλες οι ερωτήσεις που σε μια ελεύθερη και γόνιμη συζήτηση προκύπτουν από τις ίδιες τις απαντήσεις. Αν θυμάστε τους διαλόγους του Πλάτωνα, η διαλεκτική αναζήτηση της αλήθειας, αν ενδιαφέρει η αλήθεια, είναι μια σπειροειδής ανέλιξη των ερωτήσεων και των απαντήσεων που οδηγεί στο άτοπο, το παράδοξο ή στη λογική ανωμαλία της μιας ή της άλλης πλευράς και στη λογική αντίφαση. Αρα, η τηλεοπτική συνάντηση των πολιτικών αρχηγών με τους δημοσιογράφους εξ ορισμού αποκλείεται να έχει τον χαρακτήρα της συζήτησης, και από ποιότητα είναι σαφώς και κατά πολύ κατώτερη από τη συζήτηση του τελευταίου πταισματοδικείου της χώρας.

Ο ορθότερος, συνεπώς, χαρακτηρισμός είναι παράσταση, αλλά τηλεοπτική, που προσπαθεί να προκαλέσει στο κοινό την ψευδαίσθηση ότι αυτό που βλέπουν να παριστάνεται ταυτίζεται με την πραγματικότητα, είναι η ίδια η πραγματικότητα, δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο εκτός από αυτό που βλέπουν. Το ίδιο πετυχαίνει και ο τηλεπαρουσιαστής όταν οδηγεί ένα ανδρόγυνο στο πλατό, τους βάζει να συζητούν μεταξύ τους τα οικογενειακά τους ή τις σχέσεις τους και προσφέρει ως θέαμα τη μεταξύ τους συζήτηση και κυρίως την αντιπαράθεση. Τουλάχιστον εκείνος το προσφέρει ως «ανθρώπινο δράμα».

Και νομίζω ότι ως παράσταση προσφέρεται στο κοινό. Ειδικοί σύμβουλοι φροντίζουν την εμφάνιση των, υποτίθεται, συζητητών, το χτένισμά τους, το κοστούμι τους, το χρώμα της γραβάτας, το φτιασίδωμα του προσώπου, την κίνηση των χεριών, τη στάση του σώματος, το ύφος, τον τόνο της φωνής. Με όλα αυτά και πολλά άλλα παρόμοια δεν θέλουν να πείσουν το κοινό που τους παρακολουθεί, αλλά πώς το θέαμα θα είναι συνολικά τέτοιο ώστε να προκαλέσει συμπάθεια και αποδοχή. Ούτως ή άλλως, τα συζητούμενα θέματα αποδομούνται από τον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται και διεξάγεται η συζήτηση.

Οχι ότι δεν αναδεικνύονται σε αυτού του είδους τις «δημόσιες» συζητήσεις και σημαντικά θέματα, απλώς δεν συζητούνται και όταν παριστάνεται ότι συζητούνται δεν καταλήγουν πουθενά. Οι αρχηγοί απαντούν στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων σαν τα παιδιά που λένε το ποιηματάκι τους. Εκείνο που προέχει είναι αυτό που μπορεί να εντυπωσιάσει: η ρητορεία, η ευφράδεια (τα λέει καλά), οι ατάκες, δηλαδή εξωτερικά στοιχεία που συχνά δεν αγγίζουν την ουσία της πολιτικής και ο κόσμος συχνά υποσυνείδητα πιστεύει ότι η πολιτική εξαντλείται στα σχήματά της.

Υπάρχει και το άλλο που είναι ίσως το πιο σημαντικό. Δύο άνθρωποι μπορούν να συζητήσουν στα σοβαρά ένα θέμα όταν έχουν κοινό ενδιαφέρον και γνώση γι’ αυτό. Αν μεταξύ τους παρεμβληθεί ένας τρίτος που οι γνώσεις του και τα ενδιαφέροντά του στρέφονται σε άλλο θέμα, το οποίο θεωρεί κύριο και βασικό, η συζήτηση διαλύεται. Είναι εξαιρετικά δύσκολο έξι αρχηγοί να συζητήσουν με έξι δημοσιογράφους και η συζήτηση να συγκλίνει προς ένα κοινό σημείο και να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, με το οποίο θα γίνει σαφές πού συμφωνούν και πού διαφωνούν. Προφανώς, αυτό δεν ενδιαφέρει τους συζητητές. Τους ενδιαφέρει μόνο η παράσταση και η εντύπωση που προκαλεί στο κοινό. Επειδή σε κάθε εκλογή, και γενικότερα στην πολιτική, εκείνο που κρίνεται είναι η εξουσία, θα είχε ίσως περισσότερο ενδιαφέρον μια συζήτηση μεταξύ των δύο βασικών διεκδικητών της εξουσίας για να υποχρεωθούν να μας πουν τι θα την κάνουν την εξουσία, αν την κερδίσουν.

Δεν νομίζω ότι η πολιτική κερδίζει από αυτού του είδους τις συζητήσεις. Κερδίζουν, όμως, τα «κανάλια»…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή