Ξαφνικό φλερτ με τους σουνίτες

Ξαφνικό φλερτ με τους σουνίτες

4' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η κυβέρνηση Μπους είναι τόσο απορροφημένη από την ανάπτυξη της νέας συμμαχίας της με τους ηγέτες των σουνιτικών φυλών στην επαρχία Ανμπάρ που είναι εύκολο να παραβλέψει δύο βασικά ερωτήματα: Γιατί χρειάστηκε τόσος χρόνος για να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός με τους σουνίτες; Και το Ανμπάρ; Είναι στ’ αλήθεια το κατάλληλο πρότυπο για τη σταθεροποίηση της χώρας;

Σε ό,τι αφορά το πρώτο ερώτημα: Είναι γεγονός ότι οι ηγέτες των σουνιτικών φυλών περιμένουν στην ουρά εδώ και τέσσερα χρόνια προκειμένου να συνάψουν τέτοιου είδους συμμαχίες όπως αυτές που γίνονται τις τελευταίες ημέρες στο Ανμπάρ. Τις περισσότερες φορές οι σχετικές προτάσεις τους απορρίφθηκαν από Αμερικανούς αξιωματούχους, οι οποίοι αντιμετώπιζαν -όχι αδίκως- τους σουνίτες σεΐχηδες ως τοπικούς πολέμαρχους.

Αυτή η περιφρόνηση έναντι των δυνάμει συμμάχων ήταν λάθος, αλλά λάθος είναι και το πρόσφατο έντονο φλερτ με τους σουνίτες ηγέτες. Πρόκειται για σκληροτράχηλους Βεδουίνους, μερικές φορές λαθρέμπορους και συμμορίτες ή ακόμη χειρότερους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έπρεπε να συνάψουν συμμαχίες μαζί τους, αλλά όχι και να τους εξυψώσουν. Αυτή η τάση της εξιδανίκευσης των συμμάχων ήταν ανέκαθεν εσφαλμένη.

Οπως και άλλοι δημοσιογράφοι που καλύπτουν το θέμα του Ιράκ, άρχισα να συζητώ με ηγέτες των σουνιτικών φυλών το 2003. Οι περισσότερες συναντήσεις έγιναν στο Αμμάν και σχεδιάστηκαν με τη βοήθεια πρώην αξιωματούχων της ιορδανικής κυβέρνησης. Ενας από τους συνδέσμους ήταν μέλος της συμμορίας του Καρμπίτ, που διατηρεί επί μακρόν φιλικές -παρότι μυστικές- σχέσεις τόσο με τους Ιορδανούς όσο και με τους Αμερικανούς. Η συγκεκριμένη ομάδα αγωνιούσε να συνάψει μια συμμαχία· ακόμη και μετά το θάνατο ενός εκ των ηγετών της, του Μαλίκ Καρμπίτ, σε αμερικανικό βομβαρδισμό το 2003. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι, ωστόσο, την περιφρονούσαν.

Τον Σεπτέμβριο του 2003, στη διάρκεια επίσκεψής μου στη Φαλούτζα, συνάντησα έναν από τους πρεσβύτερους ηγέτες της φυλής Μπου Ισα, τον σεΐχη Κάμις. Δεν ήθελε, όπως είπε, μυστικά πάρε – δώσε με τους Αμερικανούς, θα μπορούσαν να του στοιχίσουν τη ζωή. Ηθελε χρήματα για να ξαναχτίσει τα τοπικά σχολεία και τους δρόμους, να προσφέρει εργασία στα μέλη της φυλής του. Αμερικανοί αξιωματούχοι εκδήλωσαν αορίστως την προθυμία τους να βοηθήσουν, αλλά δεν έκαναν καμία σοβαρή κίνηση για να ελέγξουν την εξέγερση στη Φαλούτζα. Την εποχή εκείνη, όπως όλοι θυμούνται, η κυβέρνηση Μπους υποβάθμιζε οποιαδήποτε συζήτηση για την εξέγερση.

Ενας σουνίτης ηγέτης, ο οποίος επιδίωξε με γενναιότητα να συνάψει συμμαχία με τους Αμερικανούς, ήταν ο Ταλάλ αλ-Γκααόντ, ο ηγέτης μιας από τις πτέρυγες της φυλής του Ντουλαΐμ. Κοιτώντας στις σημειώσεις μου από τότε, μπορώ να ανασυνθέσω την εικόνα εκείνων των προσπαθειών, που έτυχαν κακής αντιμετώπισης από την πλευρά των ΗΠΑ: τον Αύγουστο του 2004, βοήθησε στην προετοιμασία μιας συνάντησης στο Αμμάν, μεταξύ της διοίκησης των πεζοναυτών από το Ανμπάρ και των σουνιτών ηγετών, οι οποίοι επιθυμούσαν να συγκεντρώσουν την τοπική ανταρτική δύναμη. Κορυφαίοι Αμερικανοί αξιωματούχοι πληροφορήθηκαν για τον μη εξουσιοδοτημένο διάλογο και τον απέτρεψαν. Ο Γκααόντ προσπάθησε ξανά τον Νοέμβριο του 2004, οργανώνοντας μια σουνιτική σύνοδο κορυφής στο Αμμάν με τις ευλογίες της ιορδανικής κυβέρνησης. Για μία ακόμη φορά, η επίσημη απάντηση της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν παγερή· ο αμερικανικός στρατός εξαπέλυσε τη δεύτερη επίθεσή του στη Φαλούτζα εκείνο το μήνα και η σύνοδος κορυφής ακυρώθηκε. Την άνοιξη του 2005, ο ακούραστος Γκααόντ άρχισε να εκπονεί σχέδια γι’ αυτό που αποκαλούσε «Δύναμη Προστασίας της Ερήμου», μια ανταρτική ομάδα που θα πολεμούσε κατά της Αλ Κάιντα στο Ανμπάρ. Η πρόταση απερρίφθη από Αμερικανούς αξιωματούχους ως «πολεμοχαρής».

Αποθαρρυμένος, ο Γκααόντ μου έστειλε e-mail τον Ιούλιο του 2005. «Πιστέψτε με δεν υπάρχει κανένας λόγος να ξοδεύετε τα χρήματα των Αμερικανών φορολογούμενων και το αίμα των Αμερικανών στρατιωτών», έλεγε. Η απόγνωσή του προκάλεσε το ενδιαφέρον του νέου Αμερικανού πρεσβευτή στη Βαγδάτη, Ζαλμάι Χαλιζάντ, ο οποίος άρχισε διάλογο με τον Γκααόντ και άλλους Ιρακινούς σουνίτες στο Αμμάν με την ελπίδα ότι θα επιτευχθεί μια συμφωνία με τους αντάρτες. Ο Γκααόντ πέθανε από καρδιακή ανεπάρκεια τον Μάρτιο του 2006.

Αυτό που τελικά είχε συμβεί στο Ανμπάρ ήταν ότι οι σουνίτες ηγέτες -σκληροί άνδρες με όπλα που ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν- άρχισαν να αντιστέκονται στους μαχαιροβγάλτες της Αλ Κάιντα, οι οποίοι νυμφεύονταν τις γυναίκες τους και απέκλειαν τις οδούς του λαθρεμπορίου. Η αρχική αμερικανική απάντηση στα μέσα του 2006 ήταν, όπως μου περιγράφουν, «χμ». Κι άλλοι πολέμαρχοι. Αλλά οι αξιωματούχοι της Πράσινης Ζώνης άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι αυτή ήταν η σωστή συμφωνία και ένας φαύλος κύκλος άρχισε στο Ανμπάρ. Η τραγωδία είναι ότι θα μπορούσε να είχε συμβεί πολύ νωρίτερα.

Το αμερικανικό σχέδιο τώρα, προφανώς, προβλέπει την επέκταση του μοντέλου Ανμπάρ και την προώθηση πανηγυρικών ειρηνευτικών σχεδίων σε ολόκληρο το Ιράκ. Για παράδειγμα, έχω πληροφορίες ότι Αμερικανοί διοικητές συναντήθηκαν πρόσφατα με την σιιτική πολιτική οργάνωση γνωστή ως SCIRI και έδωσαν το «πράσινο φως» στην ανταρτική Οργάνωση Μπαντρ να ελέγχει την ασφάλεια της Νασιρίγια και ορισμένων άλλων περιοχών στο νότιο Ιράκ και να επιτηρεί συνεπώς την εξουσία του Στρατού του Μοκτάντα αλ Σαντρ. Εχουμε επιβάλει τους εαυτούς μας σε μια ενδο-σιιτική μάχη που μετά βίας κατανοούμε.

Αυτές οι τοπικές συμφωνίες μπορεί να έχουν νόημα ως βραχυπρόθεσμες μέθοδοι σταθεροποίησης της χώρας. Αλλά δεν θα πρέπει να συγχέουμε αυτές τις συμφωνίες τακτικής με την εθνική ανοικοδόμηση. Με τον καιρό μάλλον θα διαμελίσουν το Ιράκ, παρά θα το συσπειρώσουν. Συνεργαστείτε με τους ηγέτες των φυλών και των ανταρτών, αλλά μην ξεχνάτε ποιοι είναι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή